Archive for Μαΐου 2012

Κρίσιμη για τα ελληνικά συμφέροντα ερώτηση του Ευρωβουλευτή  στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι νομοθετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Κοινή Γεωργική Πολιτική που θα ισχύσει από το 2014 συμπεριλαμβάνουν την καταβολή άμεσων ενισχύσεων για γεωργικές πρακτικές επωφελείς για το κλίμα και το περιβάλλον (“πρασίνισμα”).  Μεταξύ αυτών των πρακτικών προτείνεται και η διατήρηση βοσκοτόπων που έχουν όμως μόνο τη μορφή μόνιμων χορτολιβαδικών εκτάσεων.

Ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και μέλος της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου Σπύρος Δανέλλης που υπέβαλε ερώτηση στην Κομισιόν ζητώντας την αλλαγή του ορισμού, δήλωσε τα εξής: “Ο περιορισμός των βοσκοτόπων στη μορφή αυτή αποκλείει από την ενίσχυση μεγάλες εκτάσεις στη χώρα μας, που καλύπτονται στην επιφάνεια του εδάφους με αυτοφυή ξυλώδη ή μικτή βλάστηση και χρησιμοποιούνται για τη βόσκηση αιγοπροβάτων. Οι εκτάσεις αυτές και από τη φύση τους αλλά και από τη χρήση τους, δηλαδή την εκτατική αιγοπροβατοτροφία, συνιστούν σημαντικό παράγοντα για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, μέσω της αποθήκευσης του άνθρακα στο έδαφος. Είναι λοιπόν κατ΄ εξοχήν εκτάσεις που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις πρακτικές του ΄πρασινίσματος΄ και να δικαιούνται ενισχύσεις για την προσφορά των δημόσιων αυτών αγαθών”.

Ο κ. Δανέλλης αμφισβήτησε επίσης την καταλληλότητα του ορισμού της “μόνιμης χορτολιβαδικής έκτασης” αντί του ορθότερου “μόνιμου βοσκοτόπου”, επισημαίνοντας τον κίνδυνο να καταβάλλονται στο μέλλον πράσινες πληρωμές σε γήπεδα.


Του Γιώργη Αεράκη*

(Από την εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ”)
Συμπληρώθηκαν φέτος 25 χρόνια από τον θάνατο του καθηγητή Μανούσου Μανουρά. Πριν από πολλά χρόνια ήμουνα και εγώ ένας από αυτούς που πέρασαν από τα φροντιστηριακά θρανία του, στο μικρό, αδιέξοδο στενάκι, κοντά στην Χανιώπορτα και θα ήθελα να τον θυμίσω σε αυτούς που τον γνώρισαν αλλά και να μάθουν οι νεώτεροι λίγα πράγματα για τον άνθρωπο αυτό που με είχε εντυπωσιάσει όντας παιδί, όσο κανείς άλλος. Δεν θα με απασχολήσει στο κείμενο αυτό η αγωνιστική του δράση την οποία άκουγα από άλλους. Θα επικεντρωθώ σε αυτά που έβλεπα να συμβαίνουν στον χώρο του, όταν τον επισκεπτόμουν μαζί με άλλα παιδιά λαϊκών κυρίως οικογενειών, για να κάνουμε μάθημα.

Ο Μανούσος ήταν ένας άνδρας ψηλός, πολύ ψηλός ή τουλάχιστον έτσι μου φαινόταν εμένα, λεπτός σαν τη βίτσα με μεγάλα μακριά δάκτυλα που μαρτυρούν όπως λένε, άνθρωπο του πνεύματος. Είχε μουστάκι το οποίο είχε πάρει να κιτρινίζει στη μέση, γιατί ο Μανούσος είχε δύο πάθη: το τσιγάρο και τον καφέ. Άναβε το τσιγάρο του πάντα σχεδόν από το προηγούμενο, και η αδελφή του, η Ζαφειρένια αν θυμάμαι καλά το όνομά της, μια γυναίκα που εντυπωσίαζε τα νεανικά μάτια μου με τα πολλά χρυσά δόντια που είχε στο στόμα της, κουβαλούσε συνέχεια καφέδες. Σίγουρα έπινε πάνω από είκοσι την ημέρα!

Τα παιδιά του (είχε πέντε) ιδιαίτερα τα μικρότερα που ήταν δίδυμα, προσχολικής ηλικίας τότε, ήταν στην αίθουσα και άκουγαν ήσυχα τον πατέρα τους να διδάσκει, καθισμένα σαν τα κατσούλια στα πόδια μας. 

Ο Μανούσος είχε σπουδάσει εν μέσω μεγάλων περιπετειών λόγω των πεποιθήσεών του, στη Φιλοσοφική Σχολή. Δεν δίδασκε όμως αυτά μόνο που συνήθως διδάσκει ένας φιλόλογος δηλ. αρχαία ελληνική γραμματεία, λατινικά, έκθεση κλπ. Ο Μανούσος δίδασκε τα πάντα! Κυριολεκτικά! Το έκανε μάλιστα με έναν κινηματογραφικό τρόπο. Για παράδειγμα. Έκανε σε μια ομάδα υποψηφίων φοιτητών του Πολυτεχνείου μάθημα με πολυωνυμικές εξισώσεις. Τους έδινε μια άσκηση για λύση και πεταγόταν στο διπλανό δωμάτιο-αίθουσα όπου μαθητές Γυμνασίου προσπαθούσαν να κάνουν χρονική αντικατάσταση ενός ρήματος. Ή στην παραδιπλανή όπου προσπαθούσαμε να λύσουμε χημικές αντιδράσεις (ήτανε ο διάολός μου και τις θυμάμαι ακόμα με τρόμο!) 

Ο Μανούσος δίδασκε όχι μόνο τον αδύναμο μαθητή για να περάσει την τάξη αλλά προετοίμαζε με μεγάλη επιτυχία τους μαθητές της τελευταίας τάξης του εξατάξιου τότε Γυμνασίου, για την εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο. Δίδασκε με μεγάλη ευκολία Λατινικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Ρώσικα, Χημεία, Φυσική, Τριγωνομετρία, Άλγεβρα, Γεωμετρία, και την μεγάλη του αγάπη τους τραγικούς μας ποιητές και γενικότερα τα κείμενα των αρχαίων ελλήνων συγγραφέων που διδάσκονταν στο Γυμνάσιο. Αξέχαστες θα μου μείνουν τα σχόλια και οι παρατηρήσεις του στον «υπέρ αδυνάτου» λόγο του Λυσία. Στα διαλείμματα θα μας σχολιάζει κινηματογραφικές ταινίες ή κάποιο βιβλίο που είχε πρόσφατα διαβάσει. 

Θα πρέπει όμως να πούμε και δυο λόγια για τη σχέση του με το χρήμα. Ασφαλώς και ζούσε από αυτήν τη δουλειά. Ο γονιός έφερνε τον μαθητή αλλά δεν γινόταν καμιά συμφωνία ή κανένα παζάρι. Ο καθένας του έδινε όποτε μπορούσε, ό,τι μπορούσε. Αν δεν μπορούσε, η συμπεριφορά του Μανούσου δεν άλλαζε, και συνέχιζε να κάνει μάθημα κανονικά στο παιδί.

Θα καταθέσω μια μαρτυρία του πατέρα μου. Μου διηγήθηκε λοιπόν κάποτε που ήρθε η κουβέντα, το πώς η σκληρή και ανελέητη Δεξιά της εποχής, δημιουργώντας δράματα μεταξύ των ανθρώπων, απαιτούσε να γίνονται επώνυμες καταγγελίες εναντίων των ιδεολογικών της εχθρών για να επιτύχει την εξορία τους. Πίεζε λοιπόν ασφυκτικά ορισμένους να καταγγείλουν ότι ο τάδε αριστερός με τις κουβέντες του και με την συμπεριφορά του διέφθειρε δήθεν τα χρηστά ήθη και οδηγούσε την νεολαία στην κομμουνιστική ιδεολογία όπου ο στόχος ήταν να αναπτυχθεί εσωτερικό μέτωπο να καταλάβουν την εξουσία και να δώσουν την Μακεδονία στους Βουλγάρους και άλλα τέτοια! Την άλλη μέρα ο καταγγελλόμενος ήταν σε ένα από τα ξερονήσια που έγιναν γνωστά για την … φιλοξενία που πρόσφεραν στους τότε αριστερούς. Κάποια μέρα λοιπόν ερχόμενος ο πατέρας μου (που και αυτός υπέστη διώξεις από τους γνωστούς Ιαβέρηδες της εποχής) στο φροντιστήριο να πληρώσει τα δίδακτρα και να ρωτήσει για την πρόοδό μου, είδε τον γιο του ανθρώπου που είχε καταγγείλει τον Μανούσο και εξ αιτίας της καταγγελίας αυτής είχε πάει εξορία κάμποσο καιρό. Του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι και το είπε στον Μανούσο. Η απάντησή του άφησε άναυδο τον πατέρα μου. Τι φταίει το παιδί βρε Νταρολευτέρη, τι φταίει το παιδί!

Διηγούνται ότι στη Μακρόνησο, όταν έβλεπε κάποιον συγκρατούμενό του μεγαλύτερο σε διαστάσεις από τον ίδιο, αφαιρούσε δυο τρεις κουταλιές από το λιγοστό φαγητό που τους μοίραζαν και του το έβαζε στην καραβάνα λέγοντας ότι λόγω κατασκευής, αυτός το είχε παραπάνω ανάγκη!

Αυτός ήταν ο Μανούσος Μανουράς και το κείμενο αυτό ας είναι ένα μικρό μνημόσυνο στη μνήμη του.

*O Γιώργης Αεράκης είναι Αντιδήμαρχος Ηρακλείου


Μανούσος Μανουράς, σύντομο βιογραφικό

Ο Μανούσος Μανουράς γεννήθηκε το 1913 στ’ Ανώγεια Μυλοποτάμου, όπου έζησε μέχρι που τέλειωσε το Δημοτικό Σχολείο. Μικρό παιδί, στα 12 χρόνια του, εγκαταστάθηκε μόνος του στο Ηράκλειο για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Δημόσιο Γυμνάσιο Ηρακλείου. 

Το 1931 εισάγεται με εξετάσεις στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εγγράφεται στο τμήμα Φιλολογίας. Προκειμένου να εξασφαλίσει τα έξοδα των σπουδών του εργάζεται στα φοιτητικά του χρόνια ως τυπογράφος στο τυπογραφείο του Ελευθερουδάκη. Η κοινωνική του ευαισθησία και οι πολιτικές του ανησυχίες, που έχουν ήδη αρχίσει από τα μαθητικά του χρόνια, τον οδηγούν στην οργάνωση τυπογράφων του ΚΚΕ και σε συνδικαλιστική δράση, εξαιτίας της οποίας απολύεται από τον Ελευθερουδάκη και εργάζεται στη συνέχεια σε άλλα τυπογραφεία. Τα καλοκαίρια επιστρέφει στ’ Ανώγεια, συνομιλεί με τους νέους του χωριού, μεταφέρει τις σοσιαλιστικές του ιδέες και το όραμα για μια δικαιότερη κοινωνία και δημιουργεί τον πρώτο πυρήνα «συμπαθούντων το ΚΚΕ» το 1933-34. Ήδη από το 1933 έχουν αρχίσει οι συλλήψεις. Το 1936, στη δικτατορία του Μεταξά, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και εξορίζεται στη Λέρο και στη συνέχεια στη Γαύδο.

Η κήρυξη του πολέμου τον βρήκε εκτοπισμένο από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου στη Γαύδο. Ζήτησε τότε να καταταγεί στον στρατό και να πολεμήσει για την πατρίδα. Δεν του το επέτρεψαν όμως, καθώς η εντολή ήταν να μην κατατάσσονται οι κομμουνιστές. Τότε δραπέτευσε, μαζί με άλλους πολιτικούς κρατούμενους, από τη Γαύδο, ήρθε παράνομα στο Ηράκλειο και από εκεί έφυγε στη Θεσσαλονίκη. Παρουσιάσθηκε ως εθελοντής στη μονάδα εφοδιασμού μεταφορών του Κιλκίς. Στην κατάρρευση του μετώπου το 1941 βρέθηκε στα οχυρά.

Μετά την υποχώρηση, παρέμεινε στη Βόρεια Ελλάδα, πήρε μετεγγραφή στη Φιλοσοφική Σχολή της Θεσσαλονίκης, απ’ όπου απέκτησε και το πτυχίο του, ενώ συγχρόνως εργαζόταν σε ποικίλες αγροτικές δουλειές. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ, με την ίδρυσή του, και, όταν ιδρύθηκε ο ΕΛΑΣ, κατατάχθηκε πρώτα στον ΕΛΑΣ του Κιλκίς και ύστερα της Θεσσαλονίκης υπό τον Μάρκο Βαφειάδη. Το 1946 επιστρέφει στην Κρήτη πτυχιούχος της Φιλολογίας και εργάζεται στο Ιδιωτικό Γυμνάσιο Αλικιανού Χανίων. Παρέμεινε όμως εκεί μόνο ένα χρόνο, διότι με το ξέσπασμα του δεύτερου αντάρτικου άρχισε να δέχεται απειλές για τη ζωή του. Μεταβαίνει στο Ηράκλειο και ανοίγει, μαζί με άλλους καθηγητές, το 1947-48, ένα από τα πρώτα φροντιστήρια. 

Τα έτη 1948-1951 εξορίζεται στη Μακρόνησο και τον Σεπτέμβριο του 1951 μεταφέρεται στον Αη Στράτη, όπου παραμένει εξόριστος μέχρι το 1956 και μοιράζεται την ίδια σκηνή με τον Μενέλαο Λουντέμη και τον Μάνο Κατράκη. Τα σκληρά χρόνια της εξορίας τα αξιοποιεί για την αυτομόρφωσή του (μαθαίνει ρωσικά και τελειοποιεί τα γαλλικά και τα αγγλικά του) και για τη μόρφωση των συνεξορίστων του, στους οποίους διδάσκει φιλολογικά μαθήματα και γαλλική γλώσσα. Το 1953, στον Αη Στράτη, τού εστάλη ο διορισμός του ως φιλολόγου καθηγητή στο δημόσιο σχολείο. Δεν τον αποδέχτηκε όμως, διότι είχε ως προϋπόθεση τη δήλωση “μετανοίας”.

Το 1956 επέστρεψε στο Ηράκλειο και το 1957 παντρεύτηκε τη Λευκοθέα Μανουρά, η οποία επίσης είχε μόλις επιστρέψει από την εξορία, και έκαναν πέντε παιδιά. Ασχολήθηκε με ιδιωτικά μαθήματα σε φροντιστήριο, το οποίο ίδρυσε το 1957, χωρίς να λάβει ποτέ άδεια λειτουργίας, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Το φροντιστήριο αυτό, από τα πρώτα και τα λίγα της εποχής, συνέχισε να λειτουργεί ως το 1980, με ορισμένα διαλείμματα εξορίας: το 1959-1960 στον Αη Στράτη και το 1967-1968, επί χούντας, στη Γυάρο. Κάνοντας πράξη τις ανθρωπιστικές του ιδέες, συνέχισε να διδάσκει, ως τον θάνατό του το 1986, δωρεάν τους φτωχούς μαθητές, ενώ επί μεγάλα διαστήματα φιλοξενούσε στο σπίτι του μαθητές από χωριά, οι οποίοι χρειάζονταν ενίσχυση στα μαθήματα. Όταν συναντούσε μαθητές με διάθεση για μάθηση, δεν λογάριαζε ούτε τον κόπο ούτε τον χρόνο. Άνθρωπος ευρυμαθής, με μεγάλη ανθρωπιστική παιδεία, δίδαξε γράμματα και ήθος, με τον λόγο και κυρίως με το παράδειγμά του, σε εκατοντάδες μαθητές, ενώ δεν εγκατέλειψε ποτέ τις ιδέες του για μια κοινωνία δικαιότερη. 

Με αφορμή την πραγματοποίηση του Διεθνούς Αγώνας Psiloritis Race που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 27 Μαΐου με σημείο εκκίνησης την Νίδα,  επισκέφθηκε τον Δήμο Ανωγείων και τον Δήμαρχο Σωκράτη Κεφαλογιάννη ο Ολλανδός Δημοσιογράφος  ανταποκριτής, ενός από τα μεγαλύτερα περιοδικά του κόσμου στον χώρο των αγώνων  ανωμάλου δρόμου “Runner’s World”, mr Ysbrand Visser. Ο κ. Visser πήρε πληροφορίες για την ιστορία του Τόπου, για το μαγευτικό τοπίο του Φυσικού Πάρκου και για τα μυθολογικά – αρχαιολογικά στοιχεία του βουνού

Την Παρασκευή 25 Μαΐου επισκέφθηκε τα Ανώγεια ο Πρέσβης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ελλάδα κ. Wolfgang Dold (Βολφγκανκ Ντολτ) .

Ήταν η πρώτη του έξοδο από την Αθήνα όπου με αφορμή των εορτασμό της Μάχης της Κρήτης, επισκέφθηκε την Κρήτη. Πρώτος του σταθμός τα Ανώγεια όπου συναντήθηκε και συνομίλησε με τον Δήμαρχο Ανωγείων Σωκράτη Κεφαλογιάννη ενώ στην συνέχεια έκαναν μια βόλτα στο χωριό.

Η επίσκεψη ήταν εθιμοτυπικού χαρακτήρα και γνωριμίας με την Μαρτυρική πόλη των Ανωγείων. Αναφέρθηκαν τα Ιστορικά Γεγονότα της περιόδου εκείνης και ο Δήμαρχος ανέφερε ότι στην συνείδηση του Ανωγειανού  ζει το θέμα των Γερμανικών αποζημιώσεων όχι τόσο για την οικονομική ανταμοιβή τους, για μια πράξη ελευθερίας που έκαναν, αλλά σαν ηθική ικανοποίηση ότι υπήρξε τιμωρία.

Συζητήθηκαν θέματα που αφορούσαν, την σημερινή κατάσταση και πως την βιώνουν οι Ανωγειανοί, τις συνεργασίες που έχουν αναπτυχθεί σε διάφορα επίπεδα του Επιστημονικού κυρίως κλάδου, την Τουριστική κίνηση της Περιοχής κ.α. Ο Γερμανός πρέσβης ζήτησε από τον Δήμαρχο Ανωγείων να του μεταφέρει προτάσεις και απόψεις στις οποίες θα μπορούσε να βοηθήσει και τον κάλεσε μόλις είναι αυτό δυνατό να τον επισκεφθεί στην Αθήνα. Ο κ. Νόλτ έδειξε ενδιαφέρον και γνώση της Ιστορίας και του αρχαιολογικού και πολιτισμικού πλούτου του τόπου μας. Στην συνέχεια επισκέφθηκαν το ηρώο του Αγνώστου Ανωγειανού Αγωνιστή και απόλαυσαν γεύσεις και εικόνες των Ανωγείων.

Ο Δήμαρχος Ανωγείων τον κάλεσε να επισκεφθεί με την οικογένεια του τα Ανώγεια και να τους φιλοξενήσει σε Μιτάτο με την παραδοσιακή φιλοξενία στο Μυθικό Βουνό του Ψηλορείτη. Ο  Γερμανός πρέσβης υποσχέθηκε να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόσκληση και αναχώρησε με τις καλύτερες εντυπώσεις για τα Χανιά.



Από το Μύρωνα Φασουλά

Τη σκέψη πέμπω από μακριά
κερί για να σ’ ανάψει,
στο χρόνιασμα τση φεύγα σου
Κώστα που μ’ έχει κάψει.
————————————-
Μια φεύγα που όσα έκτιζες
πενήντα δύο χρόνους,
τα γκρέμισε, τα σκόρπισε,
κι άφησε μόνο πόνους.
—————————————–
Μια φεύγα που αναπάντεχα
όλα τα έχει αλλάξει,
κι ο νους σ’ ένα αναπάντητο ΓΙΑΤΙ
έχει κατασταλάξει.

——————————-

Αυτών που εμείναν τη χαρά
επήρες κι έχεις φύγει,
κι ένα αναπάντητο γιατί
άφησες να τους πνίγει.
——————————–
Ο Ψηλορείτης να εκραγεί
θα πίστευα αδερφέ μου,
να φύγεις τόσο άδικα
δε ΄νήμενα ποτέ μου.
———————————
Απ΄ αεροπλάνο έπεφτες
κόντρα του κάθε ανέμου,
πώς εγκρεμίστηκες στη γη
τι σου φταίξε αδερφέ μου.

——————————-

Έλα κα πες μου στ’ όνειρο
τσ’ αιτίες τση φυγής σου,
αυτές που τσι σοζύγιασες
με κόστος τη ζωή σου.
———————————-
Ποιός είναι που σε πείραξε
τι έφταιξε στη ζωή σου,
και λόγιασες για πληρωμή
το ίδιο το κορμί σου.
———————————
Πέψε μου σκιάς στο όνειρο
τσι λόγους της φυγής σου,
γιατί ΄καμες τα σπίτια μας
και ζουν με το γιατί σου.

———————————–

Άμε να βρεις το Σοφοκλή
κάτσετε να τα πείτε,
μπορεί τσι λύσεις που ΄ψαχνες 
ομάδι να τσι βρείτε.

——————————–

Κοπέλι βέβαια ήτανε
μα θα χει μεγαλώσει,
κι ως πιο μεγάλος αδερφός
φροντίδα θα σου δώσει.
——————————-
Άμε να βρεις τη Μάνα μας
πέτση το μυστικό σου,
μα και στο Άδη που ήτανε
θα πήρε το καυμό σου.

Αν σμίξεις με τον Κύρη μας,
΄συ, πέστου την αλήθεια,
ψώματα του πάμε εμείς
στη τρίτη του κηδεία.
——————————-
Όνειρο να το θώρουνα
δε θ’ άντεχα τον πόνο,
θεέ μου, πώς νταγιαντίζω
ξυπνητός εδά και ένα χρόνο.
————————————-
Έκλεισε  ο χρόνος που έφυγες
εεε το παντέρμο χρόνο,
που έφηκε στο σπίτι μας
έτσα μεγάλο πόνο.
———————————-
Λένε στο διάβα του καιρού
πως παγουδιάζει ο πόνος,
σε μένα με τη φεύγα σου
έκανε στάση ο χρόνος.
————————————
Να πεις του χάρου του σκληρού
που επήρε το κορμί σου,
πως να τα βάλει δε μπορεί
με την ανάμνησή σου.

Αδερφέ μου, δέχομαι τη λύτρωσή σου και στον πόνο μου ευγνωμονώ την ύπαρξή σου.
Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ, ο αδερφός σου Μύρων Φασουλάς.


Γράφει ο ΑΓΚΟΥΤΣΑΚΑΣ

Μέρα τη μέρα  γέμισε  τσι φεύγας του ο χρόνος

Και γίνεται  στη μνήμη του  πάλι  βλαστός  ο πόνος

Δεν είναι ο χρόνος αρκετός  για μια ζωή που σβήνει

Πρόωρα, ο κακός καιρός καλός καιρός να γίνει

Νας χρόνος για τσι οικείους του  βουβός  γεμάτος θλίψη

Θ ’αργήσει που τα μάτια τους  η πάχνη να εκλείψει

Κρίμα  τα ναι ο άνθρωπος  τόσο νωρίς  να φύγει

Όταν σκεφτείς πως η ζωή  ούτ’ άλλως είναι λίγη

Κι ήτανε ένας άνθρωπος  με όλα   του τα πρέπει

Χωρίς πρεπούς  η απρεπής η ζωή δε διαπρέπει

Όλα; Τα κάνει ο θεός  πρέπει να το δεχτούμε

Αυτός τη πέτρα πίσω μας μας δίδει και πετούμε

Δεν είναι ότι κάθανούς  γράφει το πεπρωμένο

Στρατί δεν έχει  κιανενούς ρόδα η ζωή στρωμένο

Μπορεί  τσι ανθρώπους τσι καλούς ο θιός να τσι συλλέγει

Κακός αν όντως πάει τσα τσι νέους που διαλέγει

Ήταν ο Κώστας Φασουλάς  τσι συλλογής  στολίδι

Και έχει μπεί  η στου θεού  την  έκθεση του είδη

Επήρε τον πατέρα του πρόσφατα στον καιρό του

Έχοντας πεί καλοστραθιά ακόμη σ’ ένα γιό του

Στερνό αντίο κι άλλου γιού  είχε ποτά προ χρόνους  [ 15 ετών]

Πρίνος να είναι δε βαστά  χάνοντας  τέτοιους  κλώνους

Έχασε και τη μάνα του και κείνη κοπελίτσα

Πολλά  τσι οικογένειας του χάρου τα κανίσκια

Ακόμη και τον πεθερό τον Νταγιαντομιχάλη

Έχει μεσόκαιρo κι αυτόν η στην ζωή την άλλη

Και η τον Μύρο το Σκουλά τον πρώτο ξάδερφο του

Που δε ναι  χόρτασε  κι αυτός τον πιά πολύ καιρό του

Καλό ταξίδι ολονών  που φύγανε και πάνε

Τον τελευταίο τον καιρό  στον άδη που πια θα ναι


-->