Archive for Αυγούστου 2015
Με ανακοίνωση του ο Δήμος Ανωγείων κάνει γνωστό στους δημότες ότι αναβάλλεται για την Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου η έναρξη της σχολικής χρονιάς για τον Παιδικό Σταθμό. Η έναρξη ήταν προγραμματισμένη για αύριο Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου αλλά κάποιες εργασίες θα αναβληθούν λόγω και της επίσκεψης του Αλέξη Τσίπρα, με τον Δήμο να επιλέγει την λύση της μετάθεσης της έναρξης για μια ημέρα.
Στα Ανώγεια θα βρεθεί αύριο Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου ο πρόεδρος του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ κ.Αλέξης Τσίπρας στα πλαίσια της διήμερης περιοδείας που θα πραγματοποιήσει στην Κρήτη, ενώ μάλιστα θα διανυκτερεύσει και στο χωριό μας αφού κάνει προεκλογική ομιλία στην πλατεία Αρμί!
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες από τον προγραμματισμό της περιοδείας του ο κ.Τσίπρας θα φτάσει στα Ανώγεια από τα Χανιά αύριο το απόγευμα στις 6 μ.μ και θα αποσυρθεί σε ξενοδοχείο για να ξεκουραστεί για λίγο.Στις 7.30 μ.μ θα επισκεφτεί το Δημαρχείο Ανωγείων για να συνομιλήσει με τον Δήμαρχο Ανωγείων κ.Μανόλη Καλλέργη.
Στις 8 μ.μ ο Αλέξης Τσίπρας θα πραγματοποιήσει προεκλογική ομιλία στην πλατεία Αρμί.
Στην συνέχεια θα περπατήσει στα Ανώγεια για να συνομιλήσει με τους κατοίκους και θα καταλήξει στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου στο Μεϊντάνι. Αργότερα θα παρατεθεί στον κ.Τσίπρα και στη συνοδεία του δείπνο σε παραδοσιακή ταβέρνα των Ανωγείων.
Ο πρόεδρος του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ θα διανυκτερεύσει σε ξενοδοχείο του χωριού και θα αναχωρήσει το πρωί της Τετάρτης 2 Σεπτεμβρίου από τα Ανώγεια με προορισμό την Αθήνα.
Ασφαλώς και πρόκειται για μια τιμητική επίσκεψη του προέδρου του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ στον τόπο μας που έχει αποδείξει ότι είναι φιλόξενος για όλους. Άλλωστε και ο ίδιος ο Δήμαρχος Ανωγείων κ.Καλλέργης είναι από τα παλιότερα στελέχη του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ στα Ανώγεια.
Ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται να δώσει έμφαση στην ομιλία του σε αγροτικά θέματα ενώ οι κάτοικοι θα έχουν την ευκαιρία να του εκφράσουν από κοντά τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους για το μέλλον.
Μια αριστουργηματική παράσταση ετοιμάζει ο Βασίλης Σκουλάς για το κοινό του στο Ηρώδειο στις 26 Σεπτεμβρίου 2015 με τίτλο «Σε ρυθμούς της Νοτιοανατολικής Μεσογείου». Ο Πατριάρχης της Κρητικής μουσικής που με μεγάλη προσοχή και σοβαρότητα στο πέρασμα των χρόνων επιλέγει τα καλλιτεχνικά του βήματα βρήκε την καλλιτεχνική αιτία για να ανέβει στην σκηνή του Ηρωδείου και να αποζημιώσει για μια φορά ακόμα το κοινό του. Ας σημειώσουμε ότι τα εισιτήρια γίνονται ανάρπαστα στις μεγάλες του παραστάσεις και στο Ηρώδειο και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και αναγνωρίζεται ως μια προσωπικότητα καθολικής αποδοχής και κύρους. Ο Βασίλης Σκουλάς δουλεύει το τελευταίο διάστημα έργα του Μίκη Θεοδωράκη σε συνεργασία με την γνωστή πιανίστα και στενή συνεργάτιδα του συνθέτη Τατιάνα Παπαγεωργίου, η οποία θα ερμηνεύσει και κλασικά έργα του συνθέτη εμπνευσμένα από την Κρήτη, τον τόπο καταγωγής του, όπως τον «Συρτό Χανιώτικο», μεταξύ άλλων , για πιάνο και κρουστά. Έργο που γράφτηκε στην Κρήτη το 1952 «… στο Συρτό, μιμούμαι στο πιάνο το λαούτο που συνοδεύει την κρητική λύρα, εξου και επαναλαμβανόμενες στακάτες νότες… » θα γράψει ο Μίκης Θεοδωράκης στην αυτοβιογραφία του όπου αφιερώνει σημαντικό μέρος στην κρητική μουσική και στον ρόλο που έπαιξε για τον ίδιο «… απέκτησα ένα μουσικό θεμέλιο που πάνω του θα εχτιζα την νέα μουσική μου…». Οι ερμηνείες του Βασίλη Σκουλά, του σπουδαίου κρητικού ερμηνευτή, στο έργο του Μίκη Θεοδωράκη αποτελούν την συνέχεια της προσέγγισης του έργου του συνθέτη με επίκεντρο την επιρροή στο έργο του της παραδοσιακής και ειδικά της Κρητικής μουσική, στοιχεία που εμφανίζονται πχ στα Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας του Γιάννη Ρίτσου, μέρος των οποίων θα ερμηνεύσει ο Βασίλης Σκουλάς και σε άλλα που θα ακούσουμε. Το νήμα αυτό θα ξετυλίξει η Τατιάνα Παπαγεωργίου , που έχει επιμεληθεί καλλιτεχνικά το πρόγραμμα και μας έχει συνηθίσει σε σχεδιασμό παραγωγών κύρους και μεγάλης επιτυχίας στο Ηρώδειο για σειρά ετών. Η πρώτη απόπειρα έγινε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών τον περασμένο Μάιο με μεγάλη επιτυχία όπου το κοινό ανταποκρίθηκε με καθολική αποδοχή και αληθινή συγκίνηση ενώ τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν σε χρόνο ρεκόρ. Με ενδιαφέρον περιμένουμε την παράσταση στο Ηρώδειο στις 26 Σεπτεμβρίου για να ακούσουμε δωρικές ερμηνείες από τον Ανωγειανο Βασίλη Σκουλά στο πνεύμα του μεγάλου Μίκη Θεοδωράκη. Ερμηνείες που έχουν το πλεονέκτημα της βιωματικής προσέγγισης λογω εντοπιότητας, ευαίσθητης ψυχοσύνθεσης, κρητικής λεβεντιάς, με βαθύ στοχασμό και ψυχική καθαρότητα που χαρακτηρίζουν, τον τόπο, τον ερμηνευτή αλλά και τον μεγάλο συνθέτη. Και κάτι ακομη όμως τον φέρνει στην σκηνή του Ηρωδείου και είναι η συνεργασία που κάνει τον τελευταίο καιρό με τον διεθνή ethnic καλλιτέχνη Haig Υazdjian (Χαικ Γιαζιτζιαν), δουλεύοντας σε παραδοσιακά τραγούδια Κρήτης και δημοφιλή Αραβόφωνα που συναντώνται και στην Κρήτη , όπως Χαλεπιανός Μάνες, Μεσοπέλαγα Αρμενίζω, Φιδελέκα που θα έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε σε εναλλαγή ελληνικών κα αραβικών στίχων μια αριστουργηματική δουλειά που ενθουσίασε το κοινό. Μαζί τους ο Όμιλος Βρακοφόρων Κρήτης το ιστορικό συγκρότημα παραδοσιακών χορών που εντυπωσιάζει επί σκηνής με την αριστουργηματική τεχνική και τον συγχρονισμό αλλά και την πλούσια ιματιοθήκη και τις φορεσιές τους θα έρθει από το Ρέθυμνο συνοδεία με τους «Ριζίτες» στιβαρούς Κρητικούς που τραγουδούν ριζίτικα τραγούδια και θα συμπληρώσουν το πάνθεο μουσικής και θεάματος για το αθηναϊκό κοινό. Μια αριστουργηματική παράσταση, με χρώματα, έντονους ρυθμούς, κρητικά στιβάνια και μαντήλια «σαρίκια» με αποκορύφωμα τους ήχους του Ζορμπά του Μίκη Θεοδωράκη θα πρωταγωνιστήσει φέτος στο Ηρώδειο. Αναμένεται ως η παράσταση της Χρονιάς ! Μην την χάσετε. Μέρος των εσόδων θα δοθεί στον Πανελλήνιο Σύλλογο Μεταμοσχευμένων Καρδιάς – Πνευμόνων ‘’Η ΣΚΥΤΑΛΗ’’. Εισιτήρια από 16 ευρώ, 29 κ 45 ευρώ διακεκριμένη, Τηλ 210-7234567. WWW. ΤΙCKETSERVICES.GR-ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 39 (ΣΤΟΑ).
Του Δημήτρη Ρηγόπουλου, Στρατιωτικός Ιατρός, Παθολόγος – Διαβητολόγος
Πόσα πραγματικά γνωρίζεις για την πίεση; Πέρα από τον μηχανισμό της υπέρτασης και τη βιοχημεία των φαρμάκων, υπάρχουν καθημερινές απορίες γύρω από την υψηλή αρτηριακή πίεση. Ρίξε μια ματιά σε μερικές συνηθισμένες ερωτήσεις, που κάνουν οι υπερτασικοί και πιθανόν να μάθεις κάτι που σε απασχολεί:
Μπορείς να γυμνάζεσαι όταν έχεις ψηλή πίεση;
Η συστηματική και μέτριας έντασης άσκηση, όχι μόνο βοηθά να πέσει η πίεση, αλλά δυναμώνει την καρδιά, σε ηρεμεί και σε βοηθά να διατηρείς φυσιολογικό σωματικό βάρος. Αν έχεις υψηλή αρτηριακή πίεση ρώτησε τον γιατρό σου πόση ασκηση και τι είδους μπορεί να σου κάνει καλό.
Ένα γρήγορο περπάτημα για μισή ώρα 5 φορές την εβδομάδα είναι αρκετό. Αν αυτό σου φαίνεται αρκετό ξεκίνα με 10 λεπτά και σιγά- σιγά αύξησε τον χρόνο.
Το στρες μπορεί να ανεβάσεις την πίεση, όμως δεν έχει αποδειχθεί ότι η μόνιμη αυξημένη πίεση έχει σαν αιτία το στρες. Το κάπνισμα, το αλκοόλ, το πολύ φαγητό και η καθιστική ζωή, που συνοδεύουν την ζωή με στρες, είναι πιο σημαντικές αιτίες.
Μπορείς να καταλάβεις πότε σου ανεβαίνει η πίεση;
Μπορείς να έχεις υψηλή αρτηριακή πίεση για χρόνια, χωρίς να το γνωρίζεις. Στην πραγματικότητα ο 1 στους 5 υπερτασικούς δεν γνωρίζει ότι έχει υψηλή αρτηριακή πίεση. Ακόμα και αν νιώθεις περίφημα, η υψηλή πίεση μπορεί να βλάψει την καρδιά σου. Να ελέγχεις τακτικά την πίεσή σου και να μην εμπιστεύεσαι το τι αισθάνεσαι.
Η μικρή ή η μεγάλη πίεση παίζει ρόλο;
Ρόλο παίζουν και οι δύο πιέσεις. Τα υψηλότερα όρια και για τις δύο είναι 140-90 αντίστοιχα. Εάν έχεις παραπάνω έχεις υπέρταση και κάτι πρέπει να κάνεις. Ρώτα τον γιατρό σου.
Αν έχω υπέρταση πρέπει να πάρω φάρμακα;
Η υπέρταση, ιδιαίτερα αν την διαγνώσεις νωρίς μπορεί να βελτιωθεί. Τα φάρμακα σίγουρα θα έχουν αποτέλεσμα, όμως η αλλαγή του τρόπου ζωής μπορεί να θεραπεύσει την υπέρταση. Η άσκηση και η σωστή διατροφή είναι τα πρώτα όπλα κατά της πίεσης. Αν με αυτά δεν έχεις αποτέλεσμα θα πρέπει να πάρεις φαρμακευτική αγωγή.
Αν δεν βάζω αλάτι στο φαΐ, αρκεί;
Δεν χρειάζεται το φαγητό να είναι αλμηρό για να περιέχει πολύ αλάτι. Υπάρχουν πολλά φαγητά που έχουν πολύ αλάτι, χωρίς να έχεις βάλει επιπλέον εσύ. Τα τυποποιημένα τρόφιμα, τα ψωμιά, οι φρυγανιές, οι πίτσες και οι σούπες μπορεί να έχουν πολύ αλάτι. Θα πρέπει να διαβάζεις πάντα τις ταμπέλες. Θα εκπλαγείς από το πόσο αλάτι περιέχουν τα τρόφιμα. Θυμήσου ότι δεν θα πρέπει να τρως περισσότερο από 1500 mg την ημέρα.
« Είναι γνωστό ότι επί 8 ολόκληρα χρόνια, ο κρητικός λαός, ξαρμάτωτος, πεινασμένος, ανοργάνωτος, μέσα σε μια Ευρώπη λυσσαλέα και αντιδραστική σήκωσε για άλλη μια φορά κεφάλι, μαζί με τον υπόλοιπο ελληνικό λαό για ν’ αποχτήσει τη Λευτεριά του.
Δυστυχώς, παρά τους πολύχρονους και πολυαίμακτους αγώνες του λαού μας, σ’ εκείνον το μεγάλο πανελλήνιο ξεσηκωμό, του 1821, η Κρήτη αποκλείστηκε από τα όρια του Ελληνικού Κράτους, που δημιουργήθηκε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, το Γενάρη του 1830[1].
Πικραμένοι, αλλά αποφασισμένοι οι πρόγονοί μας, εξακολούθησαν τους αγώνες που τώρα είχαν διπλό αδιαπραγμάτευτο στόχο: Λευτεριά και Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα.
Ακολούθησαν οι επαναστάσεις το 1833, 1841, 1866, 1878, 1889, 1895, με ελάχιστα κέρδη για τους Κρητικούς.
Μετά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, τις σφαγές, τους εμπρησμούς, τις λεηλασίες του ελληνικού πληθυσμού, στα Χανιά και το Ηράκλειο, οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις, υποχρεώθηκαν να δώσουν ένα τέλος σ’ αυτούς τους αγώνες, αναγνωρίζοντας, έστω και περιορισμένο, το δικαίωμα ελευθερίας στους Κρητικούς.
Έτσι ιδρύθηκε η « Αυτόνομη Κρητική Πολιτεία»
Δημιουργήθηκε δηλαδή ένα κρατίδιο, υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, αλλά με Έλληνα Αρμοστή, το δευτερότοκο γιο του Βασιλιά των Ελλήνων, τον πρίγκηπα Γεώργιο[2].
Την Αυτόνομη Κρητική Πολιτεία οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις έθεσαν υπό την υψηλή προστασία τους, κατά διαμερίσματα: Οι Ιταλοί τα Χανιά, οι Ρώσοι το Ρέθυμνο, οι Άγγλοι το Ηράκλειο και οι Γάλλοι το Λασίθι.[3]
Αν και το καθεστώς της Αυτονομίας δεν ικανοποιούσε τα εθνικά αισθήματα του Κρητικού Λαού[4], ούτε φυσικά και τα συμφέροντά του, οι Κρητικοί το δέχτηκαν σαν μια προσωρινή λύση, σαν ένα πρώτο βήμα πριν από το τελικό της Ένωσης[5].
Τα πρώτα χρόνια της αρμοστείας του πρίγκηπα ήσαν ευεργετικά για την Κρήτη.[6]
Στη συνέχεια όμως ο πρίγκιπας, με τις υπερεξουσίες που του είχαν δοθεί, δημιούργησε ένα καθεστώς αυταρχικό και καταπιεστικό, αντίθετο προς τους πόθους και τα οράματα του Κρητικού Λαού. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι δεν προωθούσε το κυρίαρχο ζήτημα του κρητικού λαού, το μεγάλο θέμα της Ένωσης[7].
Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ρήγμα ανάμεσα στον Αρμοστή και στον Ελευθέριο Βενιζέλο, που είχε αναδειχθεί σε ηγετική μορφή με ευρύτερη ακτινοβολία[8].Η κρίση στις σχέσεις των δυο ανδρών, οδήγησε τα πράγματα στο απροχώρητο. Οι μεσολαβητικές προσπάθειες που επιχειρήθηκαν από ειρηνόφιλους ανθρώπους με πρωταγωνιστή το γιατρό Βασίλειο Ι. Σκουλά, δεν έφεραν δυστυχώς κανένα αποτέλεσμα.[9]
Έτσι, την Πέμπτη 10 Μαρτίου 1905, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με τους Κωνσταντίνο Φούμη και Κωνσταντίνο Μάνο, επικεφαλής 1500 περίπου ανδρών,[10] που ζούσαν με το όραμα της εθνικής αποκαταστάσεως, κήρυξαν στο Θέρισσο την «Ένωσιν μετά του Βασιλείου της Ελλάδος εις μίαν αδιαίρετον, ελευθέραν συνταγματικήν πολιτείαν»[11].
Την ίδια μέρα βρέθηκαν τοιχοκολλημένες προκηρύξεις με το εξής περιεχόμενο:
« Αι ελπίδες μας περί ενώσεως διεψεύσθησαν και οι μακροί και αιματηροί του παρελθόντος εθνικοί των Κρητών αγώνες, περιορίσθησαν εις την ίδρυσιν μιας Αρμοστείας, ήτις υπό τον τύπον της προσωρινότητος τείνει να καταστή διαρκής…
Καλούμεν όθεν πάντας… όπως σπεύσωσι να ενθαρρύνωσιν ημάς καταλύοντες την προσωρινήν ταύτην αρμοστείαν την απομακρύνουσαν ημάς του επιδιωκομένου σκοπού και ανακηρύσσοντες ως Άρχοντα την Α.Μ. τον Γεώργιον τον Α΄»[12]
Η απήχηση της πρόσκλησης « προς πάντα Κρήτα» ήταν μεγάλη και είχε ως αποτέλεσμα τις επόμενες ημέρες να πυκνώσουν τις τάξεις των επαναστατών 7000 άνδρες.[13]
Ταυτόχρονα άρχισαν να πραγματοποιούνται συλλαλητήρια και λαοσυνάξεις σε όλα σχεδόν τα χωριά και να συντάσσονται ψηφίσματα υπέρ της Ενώσεως.
Στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης ανάμεσα στ’ άλλα υπάρχει και το παρακάτω:
« Οι κάτοικοι του Δήμου Ανωγείων συνελθόντες εις πάνδημον συλλαλητήριον εν Ανωγείοις Μυλοποτάμου σήμερον την 20ήν Μαρτίου 1905 κηρύττομεν ενώπιον Θεού και ανθρώπων την πολιτικήν ημών ένωσιν μετά του Βασιλείου της Ελλάδος εις μίαν αδιαίρετον ελευθέραν συνταγματικήν πολιτείαν.
Εν Ανωγείοις τη 20 Μαρτίου 1905
Οι κάτοικοι του Δήμου Ανωγείων»[14]
Ακολουθούν 474 υπογραφές ανδρών, που σημαίνει ότι η πλειοψηφία των οικογενειών του Δήμου[15] έχει υπογράψει το παραπάνω ψήφισμα.
Τέσσερις ημέρες ενωρίτερα και συγκεκριμένα στις 16 Μαρτίου η Επαναστατική Επιτροπή είχε στείλει ένοπλο απόσπασμα, με αποσπασματάρχη τον Κυριάκο Μπυράκη να περιοδεύσει τα χωριά και να ενθαρρύνει τον κόσμο να ταχθεί υπέρ της επαναστάσεως του Θερίσσου.
Το απόσπασμα αφού περιηγήθηκε τα χωριά των Νομών Χανίων και Ρεθύμνης, βρέθηκε στις 4 Απριλίου στο Αρκάδι και ο αποσπασματάρχης συνέταξε την έκθεσή του « προς το προεδρείον της εν Θερίσσω Γενικής των Κρητών Συνελεύσεως». Ανάμεσα στ’ άλλα γράφει:
«… Την πρωίαν της επομένης 22ας Μαρτίου εκκινήσαντες διηυθύνθημεν προς το ιστορικόν της Επαρχίας χωρίον Ανώγεια.
Μακρόθεν ευρισκόμενοι διεκρίνομεν την κυανόλευκον την οποίαν πλήθος άπειρον έφερε και εξήρχετο εις υπάντησιν ημών. Οι κώδωνες των εκκλησιών ήγγελον την άφιξίν μας, υπό τους ήχους δε της κρητικής λύρας συνοδευόμενοι εισήλθομεν εις το χωρίον και διηυθύνθημεν εις την εκκλησίαν όπου ετελέσθη δοξολογία υπέρ της ενώσεως, επεξηγήθη ο σκοπός του κινήματος και άπειροι ερρίφθησαν εις τον αέρα πυροβολισμοί.
Οι ένοπλοι ημών ανήλθον εν τω χωρίω τούτω εις τον αριθμόν εξήκοντα, προστεθέντος εις το ημέτερον σώμα του αποσχόντος της υποψηφιότητος των βουλευτικών εκλογών Γεωργίου Μ. Σκουλά, αρχηγού του ανατολικού τμήματος Μυλοποτάμου.
Επί τη αφίξει ημών εις Ανώγεια ο διδάσκαλος Μενέλαος Μ. Παπαδάκης, ενθουσιασθείς εγκαταλείπει την σχολήν, οπλίζεται ακολουθεί ημάς και ήδη μεθ’ ημών ευρίσκεται.
Εν Ανωγείοις ευρισκόμενοι επληροφορήθημεν ότι εν τω τμήματι του Ηρακλείου ημποδίζοντο τα υπέρ της ενώσεως συλλαλητήρια, εκ μέρους της Κρητικής Χωροφυλακής. Βεβαιωθέντος τούτου απεφασίσαμεν να εισέλθομεν εις Μαλεβύζιον και προσκαλέσαντες τους κατοίκους να προβώμεν εις τα τοιαύτα υπέρ της ενώσεως συλλαλητήρια. Αναχωρήσαμεν εξ Ανωγείων την πρωίαν της 23ης.»[16]
Την έκθεση έχει υπογράψει ο αποσπασματάρχης Κυριάκος Μπυράκης καθώς και 63 άνδρες του ενόπλου τμήματος, ανάμεσα στους οποίους ο Γεώργιος Μ. Σκουλάς, γενικός αρχηγός του ανατολικού τμήματος Μυλοποτάμου, ο οπλαρχηγός Γεώργιος Ζωνός, ο Εμμανουήλ Γ. Σμπώκος, ο Εμμανουήλ Αεράκης, ο Αλέξανδρος Καβλέντης, ο Εμμανουήλ Ι. Σκουλάς, ο Γεώργιος Σ. Σταυρακάκης, ο Γεώργιος Ε. Σταυρακάκης και άλλοι.
Ύστερα από δέκα μέρες και συγκεκριμένα στις 26 Μαρτίου η Επαναστατική Επιτροπή έστειλε έγγραφο στους κατοίκους της Κρήτης, με το οποίο τους ζητούσε την αποστολή αντιπροσώπων στο Θέρισσο.
Σ’ εκτέλεση αυτού του εγγράφου πραγματοποιήθηκε συνάθροιση στ’ Ανώγεια όπου και συντάχθηκε το παρακάτω « ε κ λ ο γ η τ ή ρ ι ο ν»:
« Συνελθόντες οι κάτοικοι του Δήμου Ανωγείων Μυλοποτάμου, εν Ανωγείοις σήμερον την 3ην Απριλίου 1905 και λαβόντες υπ’ όψιν το υπ’ αριθμόν 50 και χρονολογίαν 26 Μαρτίου ε.έ. έγγραφον του εν Θερίσσω επαναστατικού Προεδρείου δι’ ου προσκαλεί τους κατοίκους των επαρχιών της Νήσου ν’ αποστείλωσι παρ’ αυτήν πληρεξουσίους. Εξελεξάμεθα πληρεξουσίους αντιπροσώπους ημών τους κ.κ. Βασίλειον Ι. Σκουλάν ιατρόν και Αναστάσιον Β. Σταυρακάκην, κατοίκους Ανωγείων όπως μεταβώσι παρά τη εν Θερίσσω επαναστατική των Κρητών Συνελεύσει και εργασθώσι μετ’ αυτής προς διευθέτησιν του ζητήματος της ημετέρας πατρίδος.
Όμοιον αντίτυπον δίδοται εις εκάτερον των εκλεγέντων πληρεξουσίων και υποσημειούμεθα ως έπεται:»[17]. Ακολουθούν 232 υπογραφές.
Οι Ανωγειανοί αντιπρόσωποι ασφαλώς εργάστηκαν εποικοδομητικά για να διευθετηθούν, με τον καλύτερο τρόπο, « τα ζητήματα της ημετέρας πατρίδος», όπως έλεγε το εκλογητήριό τους.
Ειδικότερα ο διακεκριμένος γιατρός Βασίλειος Σκουλάς που υπήρξε πρόσωπο κλειδί στις προσπάθειες συνεννόησης μεταξύ Πρίγκηπα και Βενιζέλου στο διάστημα 1905[18], έγινε ένας από τους πρωτεργάτες για να μην πω από τους σημαντικούς στυλοβάτες της επανάστασης του Θερίσσου, εργάστηκε για τη συνεννόηση μεταξύ της Επαναστατικής Επιτροπής και της Ελληνικής Κυβερνήσεως και τέλος παρέμεινε στενότατος διά βίου συνεργάτης του μεγάλου πολιτικού Ελευθερίου Βενιζέλου.[19]
Πέραν από τις παραπάνω ενέργειες, φαίνεται ότι Ανωγειανοί πρωτοστάτησαν και σε συλλαλητήρια που έγιναν εκτός των ορίων του Δήμου Ανωγείων όπως προκύπτει από ένα ψήφισμα που βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης και αναφέρεται στο συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στο Πέραμα στις 23 Απριλίου. Παραθέτω το Ψήφισμα όπως το βρήκα γραμμένο:
« Ο λαός της επαρχίας Μυλοποτάμου, συνελθών σήμερον τη 23 Απριλίου 1905 εις πάνδημον συλλαλητήριον εν Περάματι, Ψ η φ ί ζ ε ι
Α΄ Δηλοί ότι εμμένει ακλόνητος εις το Κήρυγμα της Ενώσεως της Κρήτης μετά του Βασιλείου της Ελλάδος
Β, Προσκαλεί την Βουλήν των Κρητών και την Συνέλευσιν του Θερίσσου όπως από κοινού κανονίσωσι τας συνεπείας του Κηρύγματος της Ενώσεως και καλέσωσι πάσας τας επί τη βάσει των κειμένων Νόμων καθεστηκείας αρχάς να ασκώσι του λοιπού την υπό των Νόμων τούτων ανατιθειμένην αυταίς εξουσίαν επ’ ονόματι της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως των Ελλήνων.
Δια την υπογραφήν και ανακοίνωσιν του παρόντος ψηφίσματος προς τους εν Ρεθύμνη κ.κ. Προξένους και προς το Προεδρείον της Βουλής και της εν Θερίσσω Συνελεύσεως ορίζει επιτροπείαν αποτελουμένην εκ των εξής: Νικολάου Σκουλά, Κωνσταντίνου Σταυρακάκη, Γεωργίου Καρδάση, Εμμανουήλ Χαλκιαδάκη και Κυριάκου Μπυράκη».[20]
Δεν βρήκα στους Φακέλους του Ιστορικού Αρχείου Κρήτης στοιχεία που να φανερώνουν ότι οι Ανωγειανοί βοήθησαν και υλικά τους επαναστάτες στο Θέρισσο. Η ηθική όμως στήριξη και η ενεργός συμμετοχή έγκριτων Ανωγειανών ήταν ασφαλώς υπεραρκετή.
Οι σχέσεις των Ανωγειανών με την Επαναστατική Επιτροπή του Θερίσσου παρά λίγο να έρθουν σε σοβαρή ρήξη εξ αιτίας μιας απαράδεκτης συμπεριφοράς του αποσπασματάρχη Κυριάκου Μπυράκη προς το Δήμαρχο Ανωγείων Εμμανουήλ Χαιρέτη.
Ο Κυριάκος Μπυράκης, παρά την υποδοχή που του είχαν επιφυλάξει οι Ανωγειανοί κατά την επίσκεψή του στο χωριό στις 22 Μαρτίου, όπως τουλάχιστον την παρουσιάζει ο ίδιος στην εγκωμιαστική έκθεση που έστειλε στο Θέρισσο, δεν σεβάστηκε τα έθιμα του τόπου. Δεν υπολόγισε ότι η όποια υποτίμηση στο πρόσωπο του φιλοπριγκηπικού Δημάρχου αντανακλούσε σ’ όλους τους Ανωγειανούς, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τη δικαιολογημένη αντίδρασή τους. Ας δούμε όμως τα πράγματα κάπως αναλυτικότερα:
Στο φύλο της 4 Ιουνίου 1905 της φιλοπριγκηπικής εφημερίδας του Ρεθύμνου «Επιθεώρησις» διαβάζομε την παρακάτω ανταπόκριση: « Την π. Δευτέραν 31 λήξαντος ενώ ο Δήμαρχος Ανωγείων κ. Εμμανουήλ Χαιρέτης είχε μεταβεί δι’ υπηρεσίαν εις το χωρίον Αξώ(!) συνοδευόμενος από τον κλητήρα του, ο Αρχηγός του ενόπλου αποσπάσματος του Θερίσσου απέστειλε 5 εκ των ενόπλων του δια να προσβάλωσι τον Δήμαρχον. Ούτος όμως αντιληφθείς το τοιούτον κατέφυγεν εις το Σχολείον και ωχυρώθη εντός, οι ένοπλοι επυροβόλησαν κατ’ αυτού ανεπιτυχώς. Εν τω μεταξύ κατόρθωσε να διαφύγει ο Κλητήρ και μεταβάς εις το χωρίον Ανώγεια ειδοποίησε τους Ανωγειανούς, οι οποίοι 300 τον αριθμόν οπλισθέντες έδραμον προς βοήθειαν του κ. Δημάρχου και μεταβάντες εις το χωρίον Αξώ(!) ηλευθέρωσαν τον Δήμαρχον.
Τούτο ιδών ο Αρχηγός κ Μπυράκης συνήθροισε τους οπλίτας του οίτινες συνεκρούσθησαν μετά των Ανωγειανών. Οι Ανωγειανοί κατεδίωξαν τούτους, αντηλλάγησαν πυροβολισμοί εκατέρωθεν, αλλ’ ευτυχώς δεν έπαθεν ουδείς, το ένοπλον σώμα του Μπυράκη διεσκορπίσθη και λέγεται ότι μεταβαίνει εις Καμαριώτην ή του Ζου τον Λάκκον.
Οι Ανωγειανοί ειδοποίησαν αυτόν να μη τολμήσει πλέον ουδείς ένοπλος να πλησιάσει εις το χωρίον των διότι θα τον φονεύσουν».[21]
Δεν μπόρεσα να διασταυρώσω το δημοσίευμα της παραπάνω εφημερίδας με αντίστοιχα δημοσιεύματα άλλων εφημερίδων, αλλά ακόμη και αν είναι υπερβολικό ή εάν δεν είχε την έκταση που του έδωσε η εφημερίδα «Επιθεώρησις» δεν παύει να αποτελεί ένα ιδιαίτερα κατακριτέο περιστατικό.
Η επανάσταση, όπως και κάθε επανάσταση, είχε και τις εντάσεις και τις ακρότητες και τα μελανά σημεία της. Όχι μόνο ανάμεσα στις αντίπαλες ηγετικές ομάδες, αλλά και ανάμεσα στους φανατικούς οπαδούς των. Η κρίση ανάμεσα στο Βενιζέλο και τον Πρίγκηπα έγινε κρίση και ανάμεσα στο λαό που χωρίστηκε σε Βενιζελικούς και Πριγκηπικούς, με όλα τα δυσάρεστα επακόλουθα που έχουν οι διχασμοί.
Δεν ήταν στις προθέσεις μου ν’ ασχοληθώ μ’ αυτά. Απλά παρουσίασα τη μεγάλη συμμετοχή των Ανωγειανών στο κάλεσμα της επαναστατικής επιτροπής και το επεισόδιο ανάμεσα στο Δήμαρχο Ανωγείων και τον αποσπασματάρχη του Θερίσσου επειδή ασφαλώς θα συζητήθηκε και προκάλεσε το δημοσίευμα που σας ανέφερα.
Όσον αφορά τα άλλα ζητήματα εκείνης της περιόδου, που σχετίζονται με τα Ανώγεια, ο καθηγητής Ορέστης Μανούσος τα αναφέρει σε γενικές γραμμές στο εξαιρετικό Βιβλίο του « Ο Γιος της Ζαχαρένιας».[22]
Με όση συντομία μπόρεσα, προσπάθησα, στα πλαίσια του συνεδρίου μας, να υπενθυμίσω ότι και σ’ αυτή τη μεγάλη και σημαδιακή ώρα για την Κρήτη και την Ελλάδα τ’ Ανώγεια δεν υστέρησαν.
Η Επανάσταση στο Θέρισσο κράτησε περίπου 8 μήνες. Αν και δεν έφερε αμέσως την ένωση, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την πραγμάτωσή της. Το επισημαίνει το παρακάτω ποίημα:
« Όταν απ’ τ’ Αρκάδι ξεπετάχτηκε άγρια η φλόγα η μεγάλη
η καρδιά των Κρητικών ψιθύρισε θα χαρούμε μάνας την αγκάλη.
Όταν στ’ Ακρωτήρι το περήφανο γίνηκε κοντάρι το κορμί
Έδειξε πως γρήγορα θα ‘ρχότανε η μεγάλη πολυπόθητη στιγμή.
Κι όταν και σημαία κι επανάσταση σήκωσε γι’ αυτήν ο Βενιζέλος
Φάνηκε απ’ το Θέρισσο η Ένωση να ΄χει το ποθούμενο το τέλος»[23].
Ειπώθηκε ότι « το 1905 είναι ένα ορόσημο για την Κρήτη, επειδή από τις Θερισσιανές Μαδάρες αναδύθηκε η πολυπόθητη Ένωση της Μεγαλονήσου, αλλά είναι και ένα ορόσημο για την ελληνική ιστορία γιατί στις Κρητικές Μαδάρες αναδείχθηκε ο κατοπινός δημιουργός της Μεγάλης Ελλάδος, ο Εθνάρχης Ελευθέριος Βενιζέλος[24]» .
Αν αυτά είναι αλήθεια και πιστεύω ότι είναι τότε τ’ Ανώγεια πρέπει να αισθάνονται ιδιαίτερη ικανοποίηση γιατί με τους σημαντικούς ανθρώπους που έστειλαν στο κέντρο λήψης των αποφάσεων, βοήθησαν περισσότερο ίσως από άλλες κοινότητες στην πραγμάτωση του πόθου των Κρητικών.
Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Φακ. 1-4, Αρχείο Θερίσσου, Ιστορικό Αρχείο Κρήτης
Δετοράκης 2009: Δετοράκης Εμμανουήλ, Θέρισσο και Κρήτες γιατροί, Θέρισσον 1905, Χανιά 2009
Δετοράκης 1990: Δετοράκης Θεοχάρης, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1990
Επιθεώρησις 1905: Εφημ. Επιθεώρησις Ρεθύμνης, Φ. 74,04.06.1905
Θεοδωράκης 2009: Θεοδωράκης Εμμανουήλ, Τα γεγονότα του Θερίσσου και του Νομού Χανίων, Θέρισσον 1905, Χανιά 2009
Θέρισσον 1905: Πρακτικά Συνεδρίου, Εθνικόν Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών Ελευθέριος Βενιζέλος, Χανιά 2009
Μανούσος 1996: Μανούσος Ορέστης, Ο Γιος της Ζαχαρένιας, Ηράκλειο 1996
Μαρής 1977: Μαρής Αντώνιος, Από την Αυτονομία στην Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, Χανιά 1977 ( ετήσια έκδοση Δήμου Χανίων)
Μαρής 1980: Μαρής Αντώνιος, Ο Βενιζέλος στο Θέρισσο, Χανιά 1980 (ετήσια έκδοση Δήμου Χανίων)
Πανηγυράκης 1980: Πανηγυράκης Στυλιανός, Η Επανάσταση του Θερίσσου, Χανιά 1980 ( ετήσια έκδοση Δήμου Χανίων)
Τωμαδάκης 2009: Τωμαδάκης Βασίλειος, Ο ημερήσιος αθηναϊκός τύπος κατά τη διάρκεια… του κινήματος του Θερίσσου, Θέρισσον 1905, Χανιά 2009
Τρούλης 2009: Τρούλης Μιχαήλ, η επανάσταση του Θερίσσου από τη σκοπιά της συμπολιτευόμενης εφημερίδας «Επιθεώρησις» του Ρεθύμνου, Θέρισσον 1905, Χανιά 2009
Σβολόπουλος 2009: Σβολόπουλος Κωνσταντίνος, Βενιζέλος και Κρητικόν ζήτημα, Θέρισσον 1905, Χανιά 2009
Χαρωνίτης 2009: Χαρωνίτης Βασίλης, Η επιμελητεία του στρατοπέδου Θερίσσου, Θέρισσον 1905, Χανιά 2009
Χαρωνίτης 1980: Χαρωνίτης Βασίλης, Θέρισσον 1980, Χανιά 1980 (ετήσια έκδοση Δήμου Χανίων)
[1] Α) Δετοράκης 1990,439 β) Μαρής, Χανιά 1977
[2] Μαρής, Χανιά 1977,3
[3] Δετοράκης,1990,438
[4] Μαρής, Χανιά 1977, 2 και Σβολόπουλος, Θέρισσο, 414
[5] «Αρραβώνας» της Ένωσης ονομάστηκε η Αυτονομία. Μαρής, Χανιά 1980,3 και Δετοράκης 1990,445
[6] Δετοράκης 1990, 440
[7] Τωμαδάκης 2009, Θέρισσο 386
[8] Δετοράκης 1990, 441
[9] Δετοράκης 2009, Θέρισσο 330
[10] Χαρωνίτης 2009, Θέρισσο 254 και Πανηγυράκης, Χανιά 1980, 10
[11] Θεοδωράκης 2009, Θέρισσο 103
[12] Θεοδωράκης, 2009, Θέρισσο 103 και Πανηγυράκης, Χανιά 1980, 10
[13] Θεοδωράκης 2009, 104
[14] Φακ. Ι, Αρχ. Θερίσσου, Ι.Α.Κ.
[15] Σύμφωνα με το Ν. 411/12..8.1901 ο Δήμος Ανωγείων αποτελούνταν από τα χωριά Ανώγεια, Αξός, Αίμονας, Ζου Λάκκος, Καμαριώτης, Λειβάδια, Μετόχιον Καμαριώτη, Σίσαρχα και Χώνος με πληθυσμό περίπου 4000 κατοίκους ( Αριστείδης Τσαντηρόπουλος 1994, Κρητολογικά Γράμματα, 9-10, 34 κ. εξ.)
[16] Φακ. Ι, Αρχ. Θερίσσου, Ι.Α.Κ.
[17] Φακ. Ι, Αρχ. Θερίσσου, Ι.Α.Κ.
[18] Δετοράκης 2009, Θέρισσο 330,331
[19] Δετοράκης 2009, Θέρισσο 330-331
[20] Φακ. Ι, Αρχ. Θερίσσου, Ι.Α.Κ.
[21] Εφημ. «Επιθεώρησις» 04.06.1905
[22] Μανούσος 1966, 55-57
[23] Χαρωνίτης 1980, 17
[24] Θεοδωράκης 2009, Θέρισσο ,118
Ήταν 30 Απριλίου 1947 στο Δικαστήριο δοσίλογων στο Ηράκλειο κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας της δίκης του συνεργάτη των Ναζί Μαγιάση, όταν ο θρυλικός Ανωγειανός Γιώργης Βρέντζος ή ”Τηγανίτης” με δυο μαχαιριές στην κοιλιά του γκεσταμπίτη τον εκδικήθηκε για την εκτέλεση του αδερφού του Μιχάλη στο Οροπέδιο της Νίδας γιατί είχε δώσει ψωμί και νερό στους ΕΛΑΣίτες αντάρτες.
Ο Τηγανίτης έμεινε στην ιστορία και οι Ανωγειανοί αλλά και όλοι οι ”ελεύθεροι” άνθρωποι τιμούν τη μνήμη ενός ανθρώπου που δεν δείλιασε να τιμωρήσει αυτόν που στην Κατοχή πρόδωσε την Πατρίδα και τον Αγώνα,σκοτώνοντας μεταξύ άλλων και τον αδερφό του.
Μια παρέα νέων ανθρώπων σήμερα στο Ηράκλειο τιμούν με τον δικό τους ξεχωριστό τρόπο τον Τηγανίτη και την θρυλική πράξη του μέσω του… ποδοσφαίρου! Μια νέα ομάδα θα αγωνιστεί φέτος στο Γ’ Τοπικό πρωτάθλημα Ηρακλείου καθώς δήλωσε και κέρδισε ήδη τη συμμετοχή της.
Έδρα της το γήπεδο Μαρτινέγκο στο Ηράκλειο, χρώματα της το μπλε και το κόκκινο, έμβλημα της το Αστέρι.Και το όνομα αυτής: ”ΤΗΓΑΝΙΤΗΣ Α.Σ.Η” !
Όπως αναφέρουν και οι ίδιοι :”Οποιοσδήποτε δεν είναι Φασίστας μπορεί να συμμετέχει στην ομάδα” καθώς και ότι ”Το πάθος για το υγιές ποδόσφαιρο, η όρεξη για αυτοοργανωση και τα κοινά πολιτικά χαρακτηριστικά, έγιναν η αφετηρία για τη δημιουργία της ομάδας μας”.
Η “Ανωγή” επικοινώνησε με τα ιδρυτικά μέλη της νέας ποδοσφαιρικής ομάδας Τηγανίτης στο Ηράκλειο και ζήτησε από αυτούς λεπτομέρειες για την ιδέα δημιουργίας της ομάδας,γιατί επέλεξαν τον Γιώργη Βρέντζο καθώς και για τους στόχους και τους σκοπούς της ομάδας.
Αναλυτικά τα όσα μας ανέφεραν είναι τα εξής:
“Για το ιστορικό της δημιουργίας του ΤΗΓΑΝΙΤΗΣ Α.Σ.Η αναφέρουν: ”Βλέποντας το εγχείρημα με τις αυτοοργανωμένες ποδοσφαιρικές ομάδες να ανθίζει (Θεσσαλονίκη, Βόλος, Λάρισα, Ιωάννινα, Αθηνά, Πάτρα),και το ποδόσφαιρο που αγαπάμε να παίρνει σάρκα και οστά, το καλοκαίρι του 2015 ακόμα ένα αστέρι έρχεται να προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα, με το όνομα «Τηγανίτης» Α.Σ.Η. Το πάθος για το υγιές ποδόσφαιρο, η όρεξη για αυτοοργανωση και τα κοινά πολιτικά χαρακτηριστικά, έγιναν η αφετηρία για τη δημιουργία του. Έτσι λοιπόν, μετά από πολλές συζητήσεις και δυσκολίες δημιουργείται μια ακόμα αυτοοργανωμένη ομάδα στο Ηράκλειο της Κρήτης ” σημειώνουν.
Για το όνομα τονίζουν: ”Στα χρόνια της ναζιστικής Κατοχής, στον Ψηλορείτη, ένας ντόπιος βοσκός με όνομα Μιχάλης Βρέντζος έδωσε ψωμί και νερό σε αντάρτες. Αυτό έπεσε στην υπόληψη των Ναζί έπειτα από τη ρουφιανιά ενός δοσίλογου γκεσταμπίτη ονόματι Μαγιάσης. Ο Βρεντζομιχάλης πλήρωσε την πράξη του αυτή με την εκτέλεσή του στο οροπέδιο της Νίδας, στον Ψηλορείτη από τον ιδιο τον Μαγιαση. Σύμφωνα με μαρτυρίες υπό τις υποδείξεις του τελευταίου εκτελέστηκαν 392 ατομα. Μετά την Κατοχή, τον Απρίλη του 1947, δικαζόταν στο Δικαστήριο Δοσίλογων Ηρακλείου ο γνωστός προδότης Μαγιάσης, για την δραση του στα χρόνια της κατοχής. Κατά την ώρα της συνεδρίασης και ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας κατηγορίας ο αδελφός του εκτελεσθέντος, Γιώργης Βρέντζος, κατά κόσμον «Τηγανίτης», μαχαίρωσε δυο φορές τον κατηγορούμενο στην κοιλιά. Αμέσως κατέθεσε στην έδρα του δικαστηρίου το μαχαίρι και παραδόθηκε στη φρουρά της αίθουσας. Ο Μαγιάσης μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο όπου και πέθανε. Ο «Τηγανίτης» μεταφέρθηκε στα Χανιά όπου και θα καταδικαζόταν σε θανατο για την πράξη του αυτή. Χρησιμοποιώντας όμως την απόφαση του Συμμαχικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής που καλούσε τους Κρητικούς να σκοτώσουν τους γκεσταμπίτες, αθωώθηκε και γύρισε στο χωριό του.”.
Για την δομή λειτουργίας και το οικονομικό κομμάτι αναφέρουν:”Η ομάδα βασίζεται στη λογική της αυτοοργάνωσης , της συνδιαμόρφωσης και της ισότητας μεταξύ των μελών της. Οποιοσδήποτε λοιπόν ,δεν είναι φασίστας ,μπορεί να συμμετέχει στην ομάδα ανεξαρτήτως φύλου, εθνικής προέλευσης, θρησκείας και κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, αρκεί να σέβεται και να προάγει τις παραπάνω αξίες. Η Γενική συνέλευση αποτελεί το μοναδικό όργανο λειτουργίας και λήψης αποφάσεων ως προς τα ζητήματα που αφορούν την ομάδα, σε οποιονδήποτε. Επίσης θεωρούμε απαραίτητο συστατικό για την επιτυχία του εγχειρήματος τόσο τη συνέπεια των μελών της στη συνέλευση και στις διαδικασίες της ομάδας, όσο και τη δίκαιη συμπεριφορά (fair play) σε συντρόφους, συμπαίκτες και αντιπάλους.
Το οικονομικό κομμάτι από του μόνο αποτελεί πληγή και για εμάς αλλά και για το ίδιο το ποδόσφαιρο.
Η οικονομική ενίσχυση της ομάδας βασίζεται αποκλείστηκα στους παίχτες , φίλους και οπαδούς της .Αδιαμφισβήτητο γεγονός αποτελεί η έλλειψη χορηγών και χορηγιών για την χρηματοδότηση της ομάδας.
Αντιθέτως επιλέγουμε η χρηματοδότηση της να γίνεται με την προσωπική συνεισφορά του καθενός, με ετήσιες κάρτες μέλους, με συλλογικές δράσεις, προβολές, πάρτι ,καθώς επίσης και πιθανή πώληση αναμνηστικών της ομάδας (μπλούζες, φούτερ, κασκόλ)” καταλήγουν.
Τέλος αναφέρονται στον σκοπό και τον στόχο της ομάδας τους με τα εξής λόγια: ” Άσος – Χ – Διπλό .
Όλα τα αυτά τα αποτελέσματα είναι ευπρόσδεκτα.
Η νίκη δεν είναι αυτοσκοπός. Θεωρούμε τους «αντίπαλους», συμπαίχτες μας.
Γουστάρουμε την ομάδα μας, αλλά πάνω απ όλα γουστάρουμε το ποδόσφαιρο και τον ασταμάτητο χαβαλέ στην κερκίδα.
Έχθρες ,μισοί ,ξύλο ,χουλιγκανονταηλικια , φασιστικές συμπεριφορές,
σεξισμοί και διαπληκτισμοί μεταξύ των οπαδών μας και «αντίπαλων» οπαδών ΔΕΝ έχουν καμία θέση στο ποδόσφαιρο και κυρίως στην κερκίδα μας.
Σε ότι αφορά την επερχόμενη συμμετοχή μας στην τρίτη κατηγορία του Ερασιτεχνικού πρωταθλήματος της Ε.Π.Σ.Ηρακλείου θα θέλαμε να τονίσουμε πως αποτελεί για μας ένα μέσο διάδοσης της προσπάθειας μας και όχι αυτοσκοπό” ολοκληρώνουν.
Μια παρέα λοιπόν νέων ανθρώπων, με δημιουργικότητα,φαντασία,όρεξη για αλλαγές και οράματα για ένα καλύτερο μέλλον. Αλλά κυρίως μια παρέα που δεν ξεχνά το παρελθόν,τιμώντας ήρωες και ανθρώπους που έδειξαν τον δρόμο της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης που δεν πρέπει να ξεχαστούν.Λαός χωρίς μνήμη δεν έχει μέλλον.Η παρέα αυτή των 25 ανθρώπων που θα αυξηθούν στο μέλλον,δεν τιμά μόνο τον Γιώργη Βρέντζο,αλλά στο πρόσωπο του όλους τους ανυπότακτους και Ελεύθερους ανθρώπους.Τους ευχόμαστε κάθε επιτυχία.
Διαβάστε παρακάτω όλη την ιστορία του Γιώργη Βρέντζου και της εκτέλεσης του Μαγιάση,καθώς και την συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Τηγανίτης το 1982 στον δημοσιογράφο Νίκο Ψιλλάκη:
Ένας αητός τω Βρέντζηδω σκότωσε το Μαγιάση
κι όλοι μαζί φωνάξαμε η χέρα του ν’ αγιάσει
Μέσα στο δικαστήριο γιατί ’χενε σκοτώσει
κι έπρεπε οπωσδήποτε αίμα κι αυτός να δώσει.»
_______________________
Στα μέσα του Απρίλη του 1947, δικαζόταν από το Δικαστήριο των δοσιλόγων Ηρακλείου ο γκεσταμπίτης-συνεργάτης των Ναζί, Μαγιάσης. Στις 30 του μήνα ο Ανωγειανός Γιώργης Βρέντζος και κατά κόσμον «Τηγανίτης» (στην Κρήτη και ιδίως στο Μυλοπόταμο, συνηθίζουν πολύ τα παρανόμια, δηλαδή τα παρατσούκλια) μπαίνει στο …
ακροατήριο και ορμά προς το εδώλιο, καταφέρνοντας δυο μαχαιριές στην κοιλιακή χώρα του συχαμένου προδότη! Αιτία; Ο Μαγιάσης κάρφωσε τον αδελφό του Τηγανίτη, Βρεντζομιχάλη, στους Ναζί, διότι είχε δώσει ψωμί και νερό στους ΕΛΑΣίτες (προφανώς πρόκειται για τα τμήματα των καπετάνιων Σμπώκου και Ποδιά). Ο Βρεντζομιχάλης πλήρωσε την πράξη του αυτή με την εκτέλεσή του στο οροπέδιο της Νίδας, στον Ψηλορείτη, από τους Σουμπερίτες.
Να πως παρουσίασε το γεγονός η κρητική εφημερίδα «Ελεύθερη Γνώμη» της Πρωτομαγιάς1947: «Χθες το πρωί δικαζόταν στο Δικαστήριο Δοσιλόγων Ηρακλείου ο γνωστός προδότης Μαγιάσης για την εκτέλεση του Μιχαήλ Βρέντζου από τ’ Ανώγεια που είχε κάμει ο ίδιος στη Νίδα. Κατά την ώρα της συνεδριάσεως στις 11.30΄ περίπου και ενώ εξεταζόταν ο μάρτυρας κατηγορίας και αδελφός του εκτελεσθέντος Γεώργιος Βρέντζος γύρισε και κτύπησε δυο φορές με μαχαίρι τον κατηγορούμενο δοσίλογο στην κοιλιακή χώρα. Αμέσως δε κατέθεσε στην έδρα του δικαστηρίου το μαχαίρι και παραδόθηκε στη φρουρά της αίθουσας. Ο Μαγιάσης μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο. Τα τραύματά του είναι βαρύτατα».
Ανασύρουμε λοιπόν στην ιστορική μνήμη –ως έχουμε χρέος-τη μοναδική συνέντευξη, που είχε παραχωρήσει στο Νίκο Ψυλλάκη το φθινόπωρο του 1982 (δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Κρητικές Εικόνες”), ο άνθρωπος που είχε πάρει εκδίκηση για την εκτέλεση του αδελφού του, ο θρυλικός «Τηγανίτης».
Καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι με τα ποτήρια γεμάτα ρακή ζούσαμε όλοι στιγμές αμηχανίας. Δεν ήξερα πώς να αρχίσω, δεν ήξερα καν αν έπρεπε να αρχίσω, αν ήταν σωστό που είχα φτάσει μέχρι εκεί και ιδιαίτερα τέτοια βραδιά. Ωστόσο, ο ίδιος ο Γιώργης ο Βρέντζος στάθηκε και πάλι γενναίος.
«Αποφάσισα να σου μιλήσω», μου είπε, χωρίς να εκφέρει κανένα επειδή, κανένα διότι. Έτσι απλά· αποφάσισε να μιλήσει. Φαίνεται πως ο Καλομοίρης είχε κάνει καλή δουλειά, αν και δεν έμαθα ποτέ τι ακριβώς είχαν πει οι δυο τους.
Έτσι άρχισε η κουβέντα. Κρατούσα σημειώσεις και ένα μικρό φορητό μαγνητόφωνο. Ο λόγος του ήταν σταθερός, το βλέμμα του διαπεραστικό· νόμιζα πως το παρελθόν και το παρόν συμπλέκονταν στη σκέψη του, δημιουργώντας ένα αδιάσπαστο σύνολο. Δεν έμοιαζε τόσο με αφήγηση ο λόγος του, όσο με μια ζωντανή περιγραφή γεγονότος που γινόταν εκείνη την ώρα.
Παρακολουθούσαμε συγκλονισμένοι τα λόγια του. Αν υπήρχε κάποιος Σοφοκλής στον Ψηλορείτη, ίσως να έγραφε μια καινούργια Αντιγόνη. Θα καταλάβαινε ότι οι αξίες του πολιτισμού μας δεν ξεχνιούνται και δεν χάνονται. Ο Γιώργης ο Βρέντζος μου μιλούσε για το χρέος απέναντι στο νεκρό. Οι Ναζί είχαν σκοτώσει τον αδελφό του. Δηλαδή, ποιοι Γερμανοί, ο Μαγιάσης τον είχε σκοτώσει και τον είχε παρατήσει άταφο στον Ψηλορείτη. Για μια βδομάδα οι αέρηδες της Νίδας έδερναν το άψυχο σώμα του. Τα όρνια καραδοκούσαν. Σαν το έμαθε ο Γιώργης έψαχνε να βρει τρόπο να τον θάψει, να αποδώσει τις πρέπουσες τιμές. Όπως γίνεται σε κάθε νεκρό.
Κοίταξα την κορνίζα με τις μαντινάδες του Δακανάλη. Έλεγε ορθά κοφτά πως ο Μαγιάσης έπρεπε «αίμα κι αυτός να δώσει». Προσπαθούσα να καταλάβω αν εκείνο που είχε οπλίσει το χέρι του Βρέντζου ήταν οι νόμοι του γδικιωμού ή μήπως η ιδιότυπη φιλοπατρία με την οποία ήταν γαλουχημένοι οι Κρητικοί. Άλλωστε, ο άγραφος και απαράβατος νόμος που κρατούσε από τον αιώνα των κρητικών επαναστάσεων, τον 19ο, επέβαλε στον κάθε πατριώτη να γίνει αυτόκλητος τιμωρός του προδότη. Ομολογώ πως δεν κατάφερα να ξεκαθαρίσω τα πράγματα και να κατανοήσω τα κίνητρα. Ίσως να ήταν και τα δυο μαζί…
Έγραψα το ρεπορτάζ την επόμενη μέρα. Κι αυτό με δυσκολία. Σκεφτόμουν ότι δεν έπρεπε να διαψεύσω τις προσδοκίες αυτού του ανθρώπου, να μην προδώσω την απρόσμενη εμπιστοσύνη του. Σκεφτόμουν, ακόμη, ότι οι μνήμες ήταν ακόμη νωπές και πως 35 χρόνια δεν φτάνουν για να γίνει ιστορία κάποιο περιστατικό, όσο σημαντικό και να ’ναι. Απλώς οι προφορικές διηγήσεις το μετουσιώνουν σε θρύλο. Έτσι εξηγούσα όλες εκείνες τις εκδοχές που ακούγονταν σχεδόν παντού στο νησί για τον Κρητικό που μπήκε στο δικαστήριο και έκοψε το κεφάλι του προδότη.
Η ιστορία μας λοιπόν αρχίζει στα χρόνια της ναζιστικής Κατοχής, στον Ψηλορείτη. Δεν ήταν λίγοι οι βοσκοί που βρίσκονταν στα βουνά· ανάμεσά τους και τα δυο αδέλφια, ο Μιχάλης και ο Γιώργης Βρέντζος. Ένα γερμανικό στρατιωτικό απόσπασμα συλλαμβάνει τον Γιώργη. Τον κρατούν και αρχίζουν να τον ανακρίνουν. Κάποια στιγμή ακούγονται δυο πυροβολισμοί από μακριά. Ούτε ο Γιώργης, ούτε οι Γερμανοί ήξεραν τι συνέβαινε. Ο ψυχωμένος βοσκός του Ψηλορείτη, όμως, αρχίζει να καταστρώνει σχέδια απόδρασης. Εκμυστηρεύτηκε τις προθέσεις του σε δυο Ανωγειανούς που εκτελούσαν χρέη οδηγών του γερμανικού αποσπάσματος, στον Κουκιαδονικόλα και στον Χρονομιχάλη. Κανείς δεν γνωρίζει αν τον ενθάρρυναν ή αν προσπάθησαν να τον αποστρέψουν.
Είχε νυχτώσει, περνούσαν οι ώρες, κόντευε να ξημερώσει. Δεν είχε κλείσει μάτι όλη τη νύχτα. Κι όταν άρχισε να χαράζει η μέρα, ο Γιώργης βρήκε ευκαιρία και το έβαλε στα πόδια. Απέδρασε… Οι Γερμανοί δεν τον πήραν χαμπάρι. Άλλωστε, αυτά τα άγρια βουνά τα ήξερε σαν το σπίτι του, εκεί είχε μεγαλώσει και τα κατατόπια τα κάτεχε καλά.
Σαν έφτασε στο πατρικό του διαπιστώνει ότι ο αδελφός του, ο Μιχάλης, δεν ήταν εκεί. Άρχισε να κακοβάνει. Τον ψάχνει παντού. Ρωτά τους βοσκούς· τίποτα. Κανείς δεν τον είχε συναντήσει, κανείς δεν ήξερε. Η έγνοια είχε αρχίσει να τον βασανίζει. Συνεχίζει να ψάχνει και την επόμενη νύχτα ανεβαίνει στον Ψηλορείτη. Το σκοτάδι ήταν πυκνό και άνθρωπος δεν φαινόταν πουθενά. Αρχίζει να φωνάζει με όλη τη δύναμή του
«Μιχάλη, Μιχάλη, Μπρε συ Μιχάληηηη»…
Τίποτα.
Ακούγαμε τον Βρέντζο να αφηγείται και νιώθαμε στα σωθικά μας την αγωνία του. Βρήκα κουράγιο να τον διακόψω:
– Τι νόμιζες, τι πίστευες; Πού θα μπορούσε να βρισκόταν ο Μιχάλης;
– Είχα ακούσει τους δυο απανωτούς πυροβολισμούς και είχε περάσει από το μυαλό μου ότι κάπου θα ήταν τραυματίας. Γι’ αυτό τον φώναζα. Περίμενα να τον ακούσω να απηλογάται, σχεδίαζα να τον πάρω, να τον κατεβάσω στο χωριό και να τον περιποιηθώ. Αλλά απόκριση δεν πήρα.
Ήταν μια νύχτα μαρτυρική. Το ίδιο και η επόμενη μέρα. Ο Γιώργης άρχισε να πιστεύει ότι ο αδελφός του είχε συλληφθεί από τους Γερμανούς και ότι θα τον κρατούσαν σε κάποιο στρατόπεδο στο Ηράκλειο. Παίρνει το δρόμο και κατεβαίνει στη Χώρα. Μεταφέρω και πάλι τα λόγια του:
– Στο Ηράκλειο ήταν ένας Γκεσταμπίτης, ο Καψάλης. Τον ήξερα και πήγα στο σπίτι του. Είντα να δεις εκεί; Ουρές ο κόσμος απόξω, όλοι ήθελαν να τον δουν, να ρωτήσουν για κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο. Περίμενα κι εγώ τη σειρά μου να τον –ε- δω. Την ώρα που περίμενα θωρώ δυο άλλους Γκεσταμπίτες να μπαίνουν μέσα, ο Τζουλιάς και ο Στιβακτάκης, δεν θα τα ξεχάσω ποτέ τα ονόματά τους. Τα ρούχα τους μύριζαν αιματίλα, ήταν βαμμένα. Κάθονται στο γραφείο κι αρχίζουν να λένε για τα κατορθώματά ντως. Λέει ο ένας, «εσκοτώσαμε μωρέ δυο αντρακλαράδες. Ο ένας ετινάχτηκε δυο μέτρα απάνω όταν του δίναμε τη χαριστική βολή». Αηδίασα και ταράχτηκα, δεν εμπόρου να τους ακούω άλλο, κόντεψα να λιγοθυμήσω κι εσηκώθηκα κι έφυγα άπραχτος.
Δεν ήξερε τι άλλο να κάνει κι αρχίζει να περπατά στους δρόμους. Φτάνει στα Λιοντάρια. Κι εκεί τον περίμενε μια απρόσμενη συνάντηση. Βλέπει μπροστά του τον Κυριακομιχάλη από τις Καμάρες. Ήταν κουμπάροι.
Τον αγκαλιάζει.
«Κουμπάρε Γιώργη», του λέει, «χαίρομαι που σε βλέπω ζωντανό. Εμείς σε κατέχαμε σκοτωμένο, εμάθαμε στο χωριό πως σε σκότωσαν οι Γερμανοί».
Σάλεψε ο νους του· άρχισε να βάνει πιο βαθιά στο μυαλό του το κακό. Κουβέντα με τη κουβέντα κατάλαβε τι ακριβώς είχε συμβεί… Ένα στρατιωτικό απόσπασμα είχε ανεβεί στον Ψηλορείτη από τις Καμάρες. Για οδηγό τους οι Γερμανοί είχαν πάρει ένα κοπέλι, ένα βοσκάκι από το χωριό. Ήταν ανηψάκι ενός συντέκνου των Βρέντζηδω και γνώριζε πρόσωπα και πράγματα. Μετά την περιπολία στον Ψηλορείτη το βοσκάκι επέστρεψε στο χωριό ταραγμένο. Στους δικούς του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε γλιτώσει παρά τρίχα και ότι είχε ζήσει μια φρικτή εμπειρία στη Νίδα. Μπροστά στα μάτια του είχαν σκοτώσει ένα από τα πιο καλά παλικάρια των Ανωγείων, τον Γιώργη τον Βρέντζο. Ας φανταστούμε τώρα τη χαρά του Κυριακομιχάλη που έβλεπε μπροστά του τον άνθρωπο που νόμιζε σκοτωμένο! Αλλά ο Γιώργης δεν μπόρεσε να τη μοιραστεί αυτή τη χαρά με τον κουμπάρο του. Ήταν σίγουρος πια· λάθος είχε κάνει το κοπέλι. Τον σκοτωμένο δεν τον έλεγαν Γιώργη αλλά Μιχάλη!
Μ’ αυτόν τον απίστευτο τρόπο έμαθε, μακριά από τον Ψηλορείτη, την πιο θλιβερή είδηση που μπορούσε να ακούσει. Έτσι εξηγούσε τους πυροβολισμούς που είχε ακούσει όταν ήταν κρατούμενος και τον ανέκριναν οι Γερμανοί.
Πήρε πάλι το δρόμο για τα Ανώγεια. Πήγε από το δρόμο της Δαμάστας, σταμάτησε στο Γενί Γκαβέ, στο χωριό όπου ήταν εγκατεστημένος ο Γερμανός φρούραρχος, ο Σήφης – έτσι τον έλεγαν. Του μίλησε παλικαρίσια. Του είπε για ένα παλικάρι που χάθηκε, τον Μιχάλη τον Βρέντζο. Και για τις πληροφορίες που έλεγαν πως ο Μιχάλης ήταν ήδη νεκρός στη Νίδα. Παρέλειψε μόνο να του πει ότι ο Μιχάλης ήταν αδελφός του· προτίμησε να εμφανιστεί σαν απλός συγγενής, σαν ξάδελφος. Άρχισε να αραδιάζει επιχειρήματα· ο νεκρός δεν έπρεπε να μείνει άταφος, δεν το άντεχε κανείς Κρητικός να ξέρει πως ένα κουφάρι κείτεται στο χώμα άκλαυτο. Πείστηκε ο Γερμανός. Και τη μεθεπόμενη μέρα ξεκινούσε ένα απόσπασμα από το Γενί Γκαβέ. Οκτώ Γερμανοί στρατιώτες, ο Σήφης ο φρούραρχος, ο Γιώργης και μερικοί άλλοι στενοί συγγενείς από τα Ανώγεια. Μαζί τους και ο Λιοντρογιάννης, ο Ταμπακογιάννης, ο Μακρομιχάλης, ο Κουλογιάννης ο Δήμαρχος, ο Μπατζογιάννης, ο παπα-Γιώργης και ο Μανόλης ο Κωνιός που εκτελούσε χρέη διερμηνέα.
Ανέβηκαν στη Νίδα· δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν τον Μιχάλη πάνω από το οροπέδιο, κοντά στη Σπηλιάρα – το Ιδαίον Άντρο. Εξέτασαν το άψυχο σώμα. Οι υποψίες του Γιώργη ήταν βάσιμες, δυστυχώς. Τον είχαν σκοτώσει με δυο σφαίρες, όσοι και οι πυροβολισμοί που είχε ακούσει. Τα ρούχα του ήταν ξεσκισμένα, ο μπέτης του φαινόταν ξεγυμνωμένος· στο στήθος, πάνω στη ρόγα, ήταν καρφωμένος ένας κάλυκας. Μερικοί δεν άντεξαν στο θέαμα και ξέσπασαν σε λυγμούς. Ακόμη και ο Σήφης, ο Γερμανός φρούραρχος, συγκλονίστηκε. Δεν πίστευε στα μάτια του.
Μεταφέρω λέξη προς λέξη την αφήγηση του Γιώργη του Βρέντζου:
– Ο Γερμανός φρούραρχος σάστισε και μας είπε: «Δεκατέσσερα χρόνια είμαι στη Γκεστάμπο. Έχω διαβάσει όλα τα βιβλία της. Ξέρω καλά τι πρέπει να κάνομε και σας λέω ότι τούτον εδώ τον άνθρωπο δεν τον εσκότωσε Γερμανός. Αν τον σκότωσε Γερμανός, εγώ σκίζω όλα τα βιβλία μου». Αυτά πάνω – κάτω μας είπε όταν είδε τον κάλυκα καρφωμένο πάνω στη ρώγα του αδερφού μου και ήθελε να απολογηθεί, να πει πως οι Γερμανοί δεν βασανίζουν νεκρούς. Ανοίξαμε ένα λάκκο δίπλα στην εκκλησία της Ανάληψης, είδα και τον ίδιο τον φρούραρχο να σκάφτει. Τον θάψαμε· εγώ δεν άντεχα να μην τον αγγίξω, πρόλαβα και τον ακούμπησα στο χέρι. Το δέρμα του εμαδούσε…»
Πρώτο μέλημα του Γιώργη ήταν τώρα να μάθει τι ακριβώς είχε συμβεί. Δεν δυσκολεύτηκε. Βρήκε το βοσκάκι από τις Καμάρες· τα ήξερε όλα. Και τα έκανε χαρτί και καλαμάρι. Κουμάντο στο γερμανικό απόσπασμα έκανε ένας Έλληνας, ο Μαγιάσης. Πιάσανε τον Μιχάλη, τον ανακρίνανε…
– Λέει του ο Μαγιάσης: «Εσύ Βρέντζο ετάισες πέρυσι τους αντάρτες». Απαντά του ο Μιχάλης πως δεν εκάτεχε ποιοι ήτανε, λέει του, εμείς στον τόπο μας το έχομε συνήθεια, παρατήρημα, να φιλεύγομε και να φιλοξενούμε κάθε περαστικό και δεν ρωτούμε ούτε ποιος είναι, ούτε πού πάει. Ο Μαγιάσης επέμενε, λέει του πως εκάτεχε ότι ήτανε αντάρτες. Και ο Μιχάλης επέμενε, δεν ήξερα, του λέει. Ήξερες, λέει ο ένας, δεν ήξερα λέει ο άλλος, ήξερες επιμένει ο Μαγιάσης. Τελικά του λέει: Όταν σου λέω, πήγαινε στην πίσσα, θα πηγαίνεις στην πάνω μπάντα, στην κορφή κι όταν σου λέω, πήγαινε στον παράδεισο, θα έρχεσαι κοντά μου. Στην πάνω μπάντα έστεκε ένας Γερμανός με ταχυβόλο. Έτσι έγινε. Ο Μαγιάσης έβαλε τον αδερφό μου να πηγαίνει πάνω – κάτω, πάνω – κάτω. Άνοιξε δρομάκι να πηγαινόρχεται. Πάνω – κάτω, πάνω – κάτω συνέχεια. Στα στερνά αγανάκτησε και διαμαρτυρήθηκε. Τραβά τότε το πιστόλι ο Μαγιάσης και τον πυροβολεί στ’ αυτί. Τον ρίχνει κάτω, του δίνει και τη χαριστική βολή. Το κοπέλι από τις Καμάρες, το κουμπαράκι μας τα θώρειε όλα αυτά. Για να μη μαρτυρήσει βγάνει ο Μαγιάσης το όπλο να το σκοτώσει. Ξεσηκώθηκαν τότε οι Γερμανοί, αντέδρασαν, δεν τον άφησαν να το κάνει και το κοπέλι εγλίτωσε…
Πέρασαν οι μέρες, έφυγαν οι Γερμανοί, ήρθε η μέρα της απελευθέρωσης. Στο μυαλό του Γιώργη δεν υπήρχε άλλη σκέψη από την εκδίκηση. Δεν άντεχε να μην πάρει πίσω το αίμα· ήθελε με κάθε τρόπο και κάθε θυσία να σκοτώσει τον προδότη.
– Όχι, δεν ήθελα να κάμω βεντέτα, δεν είχα εγώ οικογενειακά, ήθελα να τον σκοτώσω γιατί δεν είχε δικαίωμα να ζει, όχι μόνο γιατί είχε σκοτώσει τον αδελφό μου. Ξέρεις πόσους λάκκους είχε ανοίξει ο Μαγιάσης; Πόσα κοπέλια είχε αφήσει ορφανά, πόσες γυναίκες χήρες; Τρακόσους εξήντα δυο μετρημένους είχε σκοτώσει στην Κρήτη, τρακόσους εξήντα δυο…
Έμαθε ότι ο «λεγάμενος» (έτσι τον αποκάλεσε) είχε συλληφθεί στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση και ότι τον είχαν στείλει στην Κρήτη για να δικαστεί. Άρχισε να τον ψάχνει. Κατεβαίνει στο Ηράκλειο, βρίσκει τον τρόπο να προμηθευτεί ρούχα ενωμοτάρχη της Χωροφυλακής, τα φορά και βγαίνει στους δρόμους. Με αυτή τη στολή μπορούσε να πάει παντού. Σε τμήματα της χωροφυλακής, σε κρατητήρια, παντού· όλο και κάπου θα έβρισκε τον κρατούμενο δοσίλογο… Χρόνια μετά θυμόταν πως ήταν δύσκολο· δεν μπορούσε να μιμηθεί ούτε το ζάλο, ούτε το ύφος του χωροφύλακα.
– Ντύθηκα χωροφύλακας αλλά δεν εκάτεχα να προπατώ με αυτή τη στολή, μου φαινόταν πως με ξάνοιγαν όλοι στο δρόμο. Κατάφερα να μπω στη φυλακή χωρίς να καταλάβει κανείς τίποτα. Εγύρισα όλα τα κελιά, είδα άλλους γκεσταμπίτες, είδα κρατούμενους, πουθενά ο Μαγιάσης. Τον είχανε στην απομόνωση.
Απογοητευμένος πετά τα ρούχα του χωροφύλακα και αρχίζει να σχεδιάζει άλλους τρόπους. Το μυαλό του δεν ησύχαζε ούτε στιγμή. Κάπως έτσι έφτασε η μέρα της δίκης. Τριάντα Απριλίου του 1947 (ο Γιώργης μου έλεγε πως ήταν το 1946, αλλά η μετέπειτα έρευνα κατέδειξε ότι η δίκη έγινε ένα χρόνο μετά). Τα μέτρα ασφαλείας αυστηρότατα. Η χωροφυλακή ήξερε ότι κινδύνευαν οι δοσίλογοι και έλεγχε εξονυχιστικά τον κάθε Κρητικό που περνούσε την πόρτα της δικαστικής αίθουσας. Έψαχναν μέσα στα στιβάνια, στις μασχάλες, στις ζώνες, παντού. Ο Γιώργης ήταν μάρτυρας κατηγορίας. Δικηγόρος πολιτικής αγωγής ήταν ο συγχωριανός και θείος του, ο Βασίλης ο Βρέντζος. Πρωί – πρωί τον καλεί στο γραφείο του και του παίρνει με το ζόρι το όπλο και ένα στιλέτο που κρατούσε· τα άφησε πάνω στο δικηγορικό γραφείο και έφυγαν μαζί για το δικαστήριο. Μεταφέρω και πάλι τα λόγια του:
– Τον εξεγέλασα. Επήγα στην αγορά, βρίσκω ένα καλό μαχαίρι, βάνω το μαχαιρά να το ακονίσει να κόβει σαν ξυράφι, το παίρνω και φεύγω. Φτάνω στο δικαστήριο, αλλά πώς να περάσω; Περίμενα καρτερικά να κάμουν διάλειμμα και να αδειάσει η αίθουσα. Την ώρα αυτή σταμάτησαν οι έλεγχοι. Σιμώνω στην πόρτα, την ανοίγω λίγο – λίγο, κανείς δεν ήταν μέσα, προλαβαίνω και καρφώνω το μαχαίρι στο μαδέρι, στην πίσω μεριά, στο κούφωμα της πόρτας, αλλά κάτω χαμηλά για να μη φαίνεται. Σε λίγο ξανάρχισε η δίκη, πήγα κι εγώ, με έλεγξαν, έψαξαν ακόμη και στα τακούνια τω στιβανιώ μου. Δεν ηύραν τίποτα, πέρασα στο διάδρομο, όχι μέσα στην αίθουσα, περιμένοντας την ευκαιρία να αρπάξω το μαχαίρι. Ο πρόεδρος φώναζε έναν – ένα τους μάρτυρες: Χριστομιχάλης Ξυλούρης, Στεφανογιώργης Δραμουντάνης, Παπαγιάννης Σκουλάς κι άλλοι, κι άλλοι. Ήταν να φωνάξει το όνομα του Γιώργη του Δραμουντάνη, αλλά κάνει λάθος και φωνάζει «Γεώργιος Βρέντζος», μπαίνω μέσα, σιμώνω και τότε καταλαβαίνει ο Πρόεδρος ότι έκανε λάθος. Μου λέει να φύγω και να φέρουν τον Δραμουντάνη. Απάνω στη σύγχυση σκύβω πιάνω το μαχαίρι και ξαναβγαίνω στο διάδρομο χωρίς να με δει κανείς. Σε λίγη ώρα έρχεται η σειρά μου, με φωνάζουν, μπαίνω στην αίθουσα και θωρώ τον κακούργο να κάθεται και να τον προστατεύουν οι χωροφύλακες.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά άρχιζε η κατάθεση… Τον ρωτά ο Πρόεδρος, «τι γνωρίζετε διά την εκδικαζομένην υπόθεσιν, κύριε μάρτυς;» Απάντηση καμιά. Σαν να μην άκουγε, να μην επικοινωνούσε· αλλού ήταν εκείνου ο νους του. Ξαναρωτά ο Πρόεδρος: «Κύριε μάρτυς, καταλάβατε τι σας ρώτησα;» Ο Γιώργης κουνά το κεφάλι, «ναι, ναι, εκατάλαβα», λέει. «Τι γνωρίζετε, λοιπόν;» Πάλι σιωπή. Και αναστάτωση. Όλοι τον κοιτάζουν καθώς στέκεται σχεδόν αποσβολωμένος μπροστά στους δικαστές. Αρχίζει να ψελλίζει κάτι μισόλογα, μασημένα. «Μα δεν έχετε εδώ το μυαλό σας, κύριε μάρτυς;» ξαναλέει απορημένος ο Πρόεδρος. Και φυσικά δεν το είχε. Τότε ακριβώς κάνει ένα βήμα πίσω. Όλοι τον κοιτάζουν. Σαν αστραπή τραβά το μαχαίρι και το καρφώνει με δύναμη στην κοιλιά του Μαγιάση. Χώνεται η λεπίδα στο σώμα του.
Ο Βρέντζος νιώθει το κεφάλι του να βουίζει· ένας χωροφύλακας τον είχε χτυπήσει με τον υποκόπανο του όπλου· άλλος ένας τον χτυπά στο χέρι, το δεξί· μαραίνεται. Αλλά το πείσμα δεν τον αφήνει. Πιάνει τη λαβή με το άλλο χέρι, το αριστερό· δεύτερη μαχαιριά… αίματα, φωνές, ο Μαγιάσης λυγίζει, οι δικαστές αποχωρούν, κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να περιγράψει τι έγινε τότε στο δικαστήριο. Οι χωροφύλακες είναι έτοιμοι να δράσουν, ίσως να τον χτυπούσαν πιο βαριά, ίσως και να τον σκότωναν ακόμη· τόσο δύσκολες ήταν αυτές οι μέρες. Την ώρα εκείνη ακούγεται η φωνή ενός άλλου χωροφύλακα, Κλάδο τον έλεγαν, «μην τον πειράξετε γιατί έχουν ζώσει οι Ανωγειανοί το δικαστήριο». Ψέματα το έλεγε. Αλλά αυτό το ψέμα έκανε τα πνεύματα να ηρεμήσουν. «Θέλω τον Εισαγγελέα», ακούγεται η φωνή του Βρέντζου. Το μαχαίρι το κρατούσε ακόμη στο χέρι του. Σαν ήρθε ο Εισαγγελέας, πλησίασε με θάρρος. Παρέδωσε το ματωμένο μαχαίρι και δήλωσε πως δεν θέλει να κάνει κακό σε κανέναν άλλο.
– Του είπα να με δικάσει, να με συλλάβει, να κάνει ό,τι λέει ο νόμος. Εγώ ήμουν ήρεμος πια, είχα ξαλαφρώσει, είχα κάνει αυτό που έπρεπε. Γυρίζω πίσω και θωρώ ανθρώπους να κλαίνε από χαρά και συγκίνηση, άλλοι με χειροκροτούσαν, άλλοι φώναζαν μπράβο. Με έκλεισαν στη φυλακή και με πήγαν στα Χανιά για να δικαστώ.
Ο Βρέντζος θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία· από την αρχή ως το τέλος. Στις «Κρητικές Εικόνες» του 1982 έγραφα πως όλες αυτές οι λεπτομέρειες «δεν είναι δυνατόν να χωρέσουν στον περιορισμένο χώρο του περιοδικού». Το ίδιο λέω και σήμερα.
Στα Χανιά, στο δικαστήριο, ο Βρέντζος παρακολουθούσε τη δίκη του σχεδόν αδιάφορος. Ο Εισαγγελέας είχε προτείνει την ενοχή και την θανατική καταδίκη του. Αλλά και πάλι ένα απρόβλεπτο γεγονός ήρθε να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων. Ο Καπετάν Γύπαρης έφτασε στο δικαστήριο, έβγαλε ένα χαρτί, το παρέδωσε. Ήταν μια απόφαση του Συμμαχικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής. Ο Βρέντζος θυμόταν πως η απόφαση καλούσε τους Κρητικούς να σκοτώσουν τον Μαγιάση και τους άλλους γκεσταμπίτες. Επομένως, δεν επρόκειτο για ένα φονικό· το θεώρησαν ως καθήκον απέναντι στην πατρίδα. Ο Βρέντζος αθωώθηκε. Γύρισε στο χωριό του σαν ήρωας. Κι από τότε κάθε χρόνο ανηφόριζε στη Νίδα τη μέρα της Ανάληψης για να κάνει το μνημόσυνο του αδελφού του.
Λίγα χρόνια μετά τη συνέντευξη ο Γιώργης ο Βρέντζος πέθανε. Πήγε να συναντήσει τον αδελφό του και τους άλλους μάρτυρες του αγώνα.
Φέτος το καλοκαίρι που βρέθηκα στη Νίδα συνάντησα τον Γιάννη τον Καλομοίρη, στο περίπτερο του Στελή του Σταυρακάκη, μαζί με μια παρέα Ανωγειανών. Δεν τον γνώρισα. Αλλά και δεν χρειάστηκε πολύ για να θυμηθώ τον άνθρωπο που με είχε βοηθήσει το φθινόπωρο του 1982, νέο δημοσιογράφο τότε, να ζήσω μια μοναδική στιγμή· την πρώτη και τελευταία συνέντευξη που έδωσε ο πρωταγωνιστής μιας από τις πιο παράξενες μετακατοχικές ιστορίες, ο ήρωας των ανωγειανών και των καστρινών θρύλων.
Ο Μαγιάσης… «ΕΛΑΣίτης»
Δεν είχα αναρωτηθεί ποτέ πότε και πώς είχε συλληφθεί ο Μαγιάσης και κάτω από ποιες συνθήκες οδηγήθηκε στο δικαστήριο δοσιλόγων. Το έμαθα τυχαία φέτος από ένα φίλο που ασχολείται συστηματικά με την ιστορία αυτής της περιόδου. Και το δημοσιεύω εδώ γιατί ίσως να φωτίζει μια ακόμη πλευρά της ιστορίας.
Μετά την απελευθέρωση ο περιβόητος Μαγιάσης παρίστανε… τον αντιστασιακό. Φόρεσε στολή αντάρτη, έβαλε στο καπέλο του το σήμα του ΕΛΑΣ και άρχισε να κυκλοφορεί στην Αθήνα, εκεί που κανείς δεν γνώριζε για τη δράση του στην Κρήτη. Έτσι… λεβέντη και περιβεβλημένο με το κλέος του ήρωα τον συνάντησε ένας Κρητικός, ονόματι Μαμαλάκης, στην Ομόνοια. Ο Μαμαλάκης συνεργαζόταν με ένα ναυτιλιακό πρακτορείο, μάλλον ήταν οικογενειακή επιχείρηση και ασχολούνταν με μεταφορές από και προς την Κρήτη με ιδιόκτητα καΐκια. Το κλίμα στην Αθήνα ήταν παράξενο. Κόσμος πολύς στους δρόμους, οι Έλληνες έβγαιναν από μια μεγάλη περιπέτεια η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον ήταν έκδηλη. Όπως ήταν έκδηλη και η σύγχυση.
Ο Μαγιάσης μπήκε στο πρακτορείο και άρχισε να διαπραγματεύεται τη μεταφορά μεγάλων ποσοτήτων ελαιολάδου από την Κρήτη στην Πελοπόννησο. Κανείς δεν ξέρει με ποιόν τρόπο είχε αποκτήσει τόσο λάδι. Ή, μάλλον, όλοι υποψιαζόμαστε. Αν και η πείνα θέριζε τις ανθρώπινες ζωές οι συνεργάτες των κατακτητών είχαν τον τρόπο τους.
Έτριβε τα μάτια του ο Μαμαλάκης. Δεν πίστευε ότι ο άνθρωπος που είχε μπροστά του ήταν ο μακελάρης της Κρήτης, και μάλιστα ντυμένος με στολή αντάρτη. Αυτό ήταν το μοιραίο λάθος του δοσίλογου. Αντί να διαπραγματευτεί τη μεταφορά ο ναυτιλιακός πράκτορας, φρόντισε να ενημερώσει τον ΕΛΑΣ ή κάποιον άλλο. Έτσι συνελήφθη ο Μαγιάσης…