Το 1646 έγινε η κατάληψη του Ρεθύμνου από τους Οθωμανούς και το 1648 των Ανωγείων, που από τότε αποτελούσαν σημαντικό επαναστατικό κέντρο της Κρήτης. Για δυόμιση περίπου αιώνες στο ζυγό των Τούρκων τα Ανώγεια πλήρωσαν το δικό τους βαρύτατο φόρο αίματος, μέχρι το δέντρο της ελευθερίας να ανθίσει, αρχικά το 1898 με το τέλος της Τουρκοκρατίας στο νησί και εν τέλει το 1913 όταν και η Κρήτη ενώθηκε με την μητέρα Ελλάδα.
Αποκορύφωμα των αγώνων των Ανωγειανών εναντίον των Τούρκων ήταν και το πρώτο τους Ολοκαύτωμα, στις 14 Ιουλίου του 1822, από τον Σερίφ Πασά, που βρήκε ένα χωριό έρημο καθώς οι πολεμιστές του αγωνίζονταν τότε σε μάχες στη Μεσσαρά Ηρακλείου. Ο Σερίφ Πασάς το λεηλάτησε και το έκαψε ολοσχερώς. Ήταν τα αντίποινα των Τούρκων για τη νίκη των Ανωγειανών στη θέση “Σκλαβόκαμπος” στο Μαλεβίζι, σε μια ιστορική μάχη και νίκη των Ανωγείων έναντι των Τούρκων τον Μάιο του 1822, με αρχηγό τότε τον Βασίλη Σμπώκο.
Τέσσερις μόνο δεκαετίες αργότερα τα Ανώγεια θα γνωρίσουν και το δεύτερο ολοκληρωτικό τους Ολοκαύτωμα από τους Τούρκους καθώς τον Νοέμβριο του 1867 ο Ρεσίζ Πασάς θα το ισοπεδώσει από άκρη σε άκρη. Αντίποινα πολέμου, καθώς πριν την Επανάσταση του 1866, στα Ανώγεια έγινε η συνέλευση για την εκλογή αντιπροσώπων των οπλαρχηγών της Ανατολικής Κρήτης. Την ίδια χρονιά, τρεις Ανωγειανοί άνηκαν στους πεσόντες του ολοκαυτώματος του Αρκαδίου, με το οποίο ηρωικά αποκρούστηκε η απόπειρα κατάληψής του από τον Σερίζ πασά. Ο θρυλικός Εμμανουήλ Αναγνώστου Σκουλάς θα ανατινάξει την Ιερά Μονή Αρκαδίου, φωτεινό σύμβολο ελευθερίας ανά τους αιώνες.Ο Ρεσιζ Πασάς θα γίνει ο δεύτερος που καίει τα Ανώγεια για να ακολουθήσει το τρίτο Ολοκαύτωμα στις 13 Αυγούστου του 1944 από τους Ναζί.
Τα Ανώγεια στην Τουρκοκρατία:
Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές ουδέποτε έμεινε μόνιμα Τούρκικος στρατός στα Ανώγεια. Τον κανόνα ήρθε να σπάσει η εξαίρεση του Αγά του Αγίου Ιωάννου Μυλοποτάμου, Ασάν Ασάνογλου που εκμεταλλευόμενος την προστασία Τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων που διέμεναν στην Αξό, βρισκόταν για μια τριετία 1827-1830 σε αραιά διαστήματα και στα Ανώγεια. Το τέλος του προκαθορισμένο, καθώς τον σκότωσε ο Ανωγειανός οπλαρχηγός Σταύρος Νιώτης που τον παραμόνευε στου “Φονιά τον ποταμό” το 1830 και τον εξόντωσε.
Οι Ανωγειανοί δεν πλήρωναν φόρους υποταγής, τα λεγόμενα χαράτσια. Μόνο εννιά σταμνιά λάδι, που έστελναν στο Βαλιδέ Τζαμί Ηρακλείου, ως δείγμα ευγνωμοσύνης για τη Βαλιδέ Σουλτάνα, που τους είχε παραχωρήσει τη Νίδα. Όπως ανέφεραν και σε μαντινάδα:
Εγώ είμαι Ανωγειανό πουλί, χαράτσι δεν πλερώνω,
και σαν αγρίμι στο βουνό, αγριεύω, δε μερώνω.
Μη αναγνωρίζοντας ποτέ τη τουρκική εξουσία, αλλά και χωρίς τη παρουσία στρατού, τα Ανώγεια διατήρησαν με άνεση τα ήθη και έθιμα τους, αλλά και την εθνική τους συνείδηση, κάτι που οδήγησε σιγά σιγά να γίνουν επαναστατικό κέντρο αλλά και καταφύγιο πολλών αγωνιστών της ελευθερίας από την υπόλοιπη Κρήτη.
Όταν αργότερα και πριν την Επανάσταση του 1821 η Φιλική εταιρεία άρχισε να απλώνεται σε όλο τον Ελληνισμό, υπήρχαν μέλη της Ανωγειανοί που μπήκαν και ορκίστηκαν στους σκοπούς της από τους πρώτους, Σύμφωνα με τα στοιχεία μυήθηκαν την Άνοιξη του 1816 από τον Φιλικό Π.Ζερβουδάκη από την Τύλισο. Όπως αναφέρει ο Ανωγειανός ιστορικός γιατρός Γ.Δακανάλης:
“Μέλη της Φιλικής Εταιρείας αναφέρονται:
-Βασίλειος Σμπώκος, Αρχηγός 1821, Εμμανουήλ Δακανάλης οπλαρχηγός, Σταύρος Μανουράς ή Περπυρής εκ των προεστώτων και μετ’ αυτοίς ο Βασίλειος Σκουλάς ή Αναγνώστης προεστός τότε και ο Σταύρος Νιώτης οπλαρχηγός”.
Με όλη αυτή την οργάνωση ο ξεσηκωμός του 1821 βρίσκει έτοιμους τους Ανωγειανούς, σε ένα σώμα 600 ανδρών πολεμιστών αλλά δυστυχώς χωρίς τον απαραίτητο ή το στοιχειώδη έστω εξοπλισμό. Όπως αναφέρετε “Μόνο έξι από τους εξακόσιους ήταν εξοπλισμένοι με πυροβόλα μακρύκαννα όπλα. Οι υπόλοιποι ήταν εξοπλισμένοι μόνο με χουρχουδόβεργες και άλλα πρωτόγονα όπλα.”.
Αυτό όμως το γεγονός της έλλειψης εξοπλισμού ουδέποτε τους λύγισε. Έχοντας στο πλευρό τους και άλλους άντρες του ορεινού Μυλοποτάμου και του ορεινού Μαλεβιζίου, εκκαθάρισαν γρήγορα από τους Τούρκους το Μυλοπόταμο και επεκτάθηκαν στρατιωτικά μέχρι τη Μεσσαρά και το μαλεβίζι.
H ΣΗΜΑΙΑ ΤΩΝ ΑΝΩΓΕΙΑΝΩΝ
Σε κάθε πέρασμα τους οι Ανωγειανοί είχαν μια θρυλική κεντημένη σημαία, εργόχειρο των γυναικών Αγάπης Νιώτη, Ελένης Μανουρά, Αρετής Παντιδόνη και Δραμουντάνας. Η σημαία είχε ένα διαγώνιο σταυρό και αναγράφονταν στη μέση “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ-ΠΑΤΡΙΣ-ΠΙΣΤΙΣ”.
Βαρύτατο φόρο αίματος, εκατοντάδες νεκρών και το πρώτο Ολοκαύτωμα του 1822 για την αδούλωτη ψυχή των Ανωγειανών. Δυο χιλιάδες Τούρκοι συμμετείχαν στο Ολοκαύτωμα που ξεκίνησαν αφού δολοφόνησαν δέκα αμάχους που βρίσκονταν ανήμποροι στο χωριό. Παράλληλα δεκάδες οι μάχες αλλά και πολλοί νεκροί και αγνοούμενοι. Μέχρι και σήμερα πολλά από τα τοπωνύμια του Ψηλορείτη παραπέμπουν σε μάχες που οι Ανωγειανοί πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος.Όπως αναφέρει ο συγγραφέας και π.δήμαρχος Ανωγείων Γ.Σμπώκος:
-Στους “Φούρνους” τους εφούρνισαν οι Τούρκοι, στο “Ρουσόλακκο” τους έπιασαν και άρχισε η σφαγή σε τέτοιο σημείο που ο λάκκος βάφτηκε κόκκινος στο αίμα, στο “Σαρακίνικο” έκοβαν τους λαιμούς των με τους σαρακους, στο “Κοπροκεφάλι” έμειναν άταφοι και κόπρισαν τον τόπο, στους “Αποκεφαλισμένους” τους αποκεφάλισαν και πολλά άλλα.
Αθάνατοι! Κλείνουμε το σημερινό αφιέρωμα της ΑΝΩΓΗ για τα Ανώγεια και την Επανάσταση του 1821 με το τραγούδι που υπήρχε σε ανέκδοτη ιστορική συλλογή του Γεωργίου Β.Σκουλά ή “Μπογκιόρνου” που είχε γεννηθεί το 1818.
“Ξεκίνημα νέου Ανωγειανού για τον πόλεμο”
Πότε σημαία του Σταυρού στο Αρμί να κυματίσει.
Πότε να δω τον Αρχηγό στο άλογο καβαλάρη,
να τον περικυκλώνουνε όλα τα παλικάρια.
Να πάρω το τουφέκι μου να τον ακολουθήσω.
Να διασκεδάσω τα βουνά να κατεβώ στον κάμπο.
Να μπω στον τούρκικο στρατό να δώσω και να πάρω,
να πολεμήσω με πεζούς να διώξω καβαλάρους.
Να δω το στόμα κανονιού πως τα ξερνά τα βόλια.
Τότε να πω, είμαι και εγώ άντρας και παλικάρι,
Κι αξίζει να με αγαπά ξανθή και μαυρομάτα.
Να μου γελά σαν έρχομαι, να κλαίει σαν μισεύω.
Και να μου δένει τις πληγές με τα λεπτά της χέρια.
Και αν η τύχη το ‘γράψε στον πόλεμο να πέσω,
με άνθη κάθε Άνοιξη να ‘ρχέται να στολίζει,
το μνήμα μου και με θολά δάκρυα να το ραντίζει.
Και τους διαβάτες να ρωτά μην είδατε στον κάμπο,
κανένα νιό να πολεμά για του Χριστού την Πίστη,
και για την Άγια Λευτεριά…