ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΟΥ  «ΑΓΚΟΥΤΣΑΚΑ» ΣΤΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΑΚΕΛΛΑΡΑΚΗ

Ο Δίας το ‘ ναι κάλεσε στον Αδη να μιλήσει

για την φυγόδικη ζωή στον στα όρη που ΄χε ζήσει

Στοιχεία αδιάσειστα είχε στη κατοχή του

για την  μυθοφημήλογη   την παιδική ζωή του

Ψεύτη οι άλλοι οι Θεοί στον Αδη τονε λέγα

τάχα πως τονε βύζαινε Αμάλθεια μια ν-αίγα

Η την ανθρώπινη φυλή την συντηρούν οι μύθοι

μας νανουρίζει η γιαγιά με ένα παραμύθι

Τι είναι μύθος ένα φως  απόμακρο στο βάθος

επίμονο να κάνουμε απάνω του το λάθος

Κι ενώ ΄χουμε υπόψη μας  πως είναι λάμψη μύθου

όπως το χάνι ακριβώς εκείνο τσι Ζωμύθου

Του δίνουμε διάσταση και τον διατηρούμε

ώσπου να ρθει μια εποχή την άκρη του να βρούμε

Του Δία  ο μύθος έφτασε στο απροχώρητο του

δίψασε ο κόσμος  του Θεού ποιο ΄ναι το μυστικό του

Κι ήθελε ένα ν’ άνθρωπο να πάρει την ευθύνη

του Δία ο ερευνητής  στα δύσβατα να γίνει

Σημαντικές ανασκαφές άρχισε το ογδόντα

στο Ιδαίο ν’ Άνδρο και πολλά ευρήματα υποσχότα

Υστερόγραφο

Η τον Αρχαιολόγο τους στερήθηκαν τα Ανώγεια

και ΄γω ένα φίλο ακριβό που με δυο-τρία λόγια

Θα τον απομνημόνευα αν ήμου στη κηδεία

πως  κι από πού τσι αποβολές εξέτρεχε του Δία

Τ’ ογδόντα ένα στο χωριό πρωτόρθε καλοκαίρι

στο φως του Δία τ ’άδυτα να βρει και να τα φέρει

Στον χώρο τσι Ανάληψης έστησε το χωριό του

σπίτια λιωμένα μικρά κάστρο χτισε δικο του

Τριάντα- δυο  Ανωγειανούς προσέλαβε  εργάτες

και μονοπάτια φτιάξανε για την σπηλιά και στράτες

Μέσα ΄χε χιόνια η σπηλιά και σκούρες μαύρες λάσπες

και την φωταγωγήσανε με φώσφορο και   λάμπες

Τα χιόνια κρουσταλλιάσανε και λίγο-λίγο εσπούσα

και στα ζεμπίλια τα ΄βαζαν και όξω τα πετούσα

Ο Γραμματέας του ΕΟΤ ο Γενικός του τότες

ήταν ο Νίκος ο Σκουλάς που άνοιξε τσι πόρτες

Όλες εκείνες πού ΄πρεπε την εποχή εκείνη

γιγάντια ανασκαφή  πρωτόγνωρη να γίνει

Δεν εγινόταν στα τυφλά υπήρχανε στοιχεία

πως ήταν η σπηλιά ναός λατρείας η του Δία

Το είπε ο καθηγητής Σακελλαράκης Γιάννης

του Νίκο σε καλή μεριά πως τα κονδύλια βάνεις

Είχε και  νέους φοιτητές αρχαιολόγους δέκα

αλλά και σκιτσογράφο μια πανέξυπνη  γυναίκα

Όλα τα σκίτσα που καμε ήσαν του Γιάννη σκέψεις

μου ΄πε και μένα θα τα δεις και δε θα το πιστέψεις

Όλα τα βρήκαν στη σπηλιά τα σκίτσια που ΄χε κάνει

αείμνηστε κι αλάθητε  Σακελλαράκη Γιάννη

Χρυσό ελεφαντόδοντο  και πήλινα αγγεία

μικρά  βαγιά και σκαλιστά μ  αμύθητη αξία

Τα σκίτσα τον δικαίωναν το-νε μετά το άλλο

κι έβρηκα ένα κ είπε μου στο σκίτσιο του να βάλω

δυο σκουλαρίκια ήσαν  χρυσά μέλισσες τα παντέρμα

και τα ΄βαλα στα σκίτσα τους τα χέρια μου και τρέμα

Εφταλαίδια ήσανε λεβέντη φίλε Γιάννη

να ΄χει ο Δίας πού ΄φυγες  τόσο νωρίς να κάνει

Τ ’Ανώγεια εγινότανε επίκεντρο μαζί σου

Αρχαιολόγος διεθνής  μεγάλου κύρους που ήσου

Κατέβηκες στη Ζώμιθο να βρεις τους Μινωίτες

κι έβρηκες σπίθια κρεμαστά κατεβατά και κοίτες

Είπες πως κρύβει θησαυρό, λόγια αντρός μεγάλου

βέβαιος ασπροπρόσωπο  είμαι πως θα σε βγάλου

Έμαθα πως παραγγελιά άφηκες στα στερνά σου

στον Ψηλορείτη να ταφούν κάποτε τα οστά σου

Τον Δία πια μυθομανή στον Άδη δε θα λένε

αφού αυτόπτης μάρτυρας ο Γιάννης εκεια θα νε-ναι

Θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια του και στην αγαπημένη του συντρόφισσα Έφη, που

και εκείνη είναι μια αξιόλογη Αρχαιολόγος και ένας υπέροχος άνθρωπος

Σταύρος  Βιτώρος

Αγκούτσακας

Μοιραστείτε το

-

-->