“Να σε Ξεχάσω προσπαθώ μα δεν το κατορθώνω,
γιατί στη σκέψη σου ο νους, αναντρανίζει μόνο…”
Οι ζωντανές εμφανίσεις του σε ανοιχτούς χώρους ή σε κέντρα διασκέδασης, έγραφαν ιστορία και οδηγούσαν συνήθως σε ένα γλέντι μέχρι πρωίας. Οι δισκογραφικές δουλειές του, οι παρέες και η σκηνική παρουσία του, επανάφερε στην κρητική μουσική το μαντολίνο, που έμενε για δεκαετίες στο περιθώριο και περίμενε λες τον Μύρωνα για να βγάλει χαρούμενες αλλά και θλιμμένες μελωδίες που ακολουθούν μέχρι σήμερα κάθε αυθεντική κρητική καντάδα. Η παρουσία του στο πάλκο μας φέρνει μνήμες και συγκλονιστικές σκηνές με έναν καλλιτέχνη να καταθέτει τη ψυχή του και να ολοκληρώνει την παράσταση του αποκαμωμένος, έχοντας δώσει κάθε ικμάδα δύναμης, σαν τους αστέρες της ροκ που γίνονταν ένα με τη φωνή του κόσμου. Σήμερα 21 χρόνια μετά το φευγιό του, υπάρχουν νέα παιδιά, αγέννητα ακόμα την εποχή της ακμής του, που τον ακούνε φανατικά, διατηρώντας τον “μύθο” που άφησε με το χαμό του. Οι ακροατές και οι θαυμαστές του κάθε ηλικίας, με τον Μύρωνα να έχει τραγουδήσει κάθε πτυχή της ζωής μας, κάθε χαρά και λύπη μας, αυτός που μπορούσε με την ίδια άνεση να βγάλει το γέλιο και σε δευτερόλεπτα μετά το δάκρυ μας.
Είναι ο Μύρων Σκουλάς του “Καρφάκη”. Και η μουσική του πορεία και η αύρα που άφησε, τον κατατάσσει δικαιωματικά στους “μεγάλους” της αυθεντικής Ανωγειανής μουσικής ιστορίας.
Ήταν πρώτη Απριλίου 2002, είκοσι ένα ακριβώς χρόνια πριν. Ο καιρός ήταν μουντός αν και ήταν αρχές της Άνοιξης, το κρύο ήταν τσουχτερό εκείνο το πρωινό και αν παρατηρούσες τα Ανώγεια από ψηλά, θα έβλεπες ένα μεγάλο μαύρο πλήθος να κατηφορίζει από όλο το χωριό, με κατεύθυνση το Περαχώρι και τον Ιερό Ναό της Παναγίας, στο θλιβερό καθήκον για το ύστατο χαίρε στον Μύρωνα Σκουλά. Ήταν πρωταπριλιά, αλλά δεν ήταν ψέμα, άλλωστε ο Μύρων έζησε ολόκληρη τη ζωή του μέσα στην αλήθεια της μουσικής, της μαντινάδας, της αυθόρμητης έκφρασης, του πάθους και της παρέας. Εκείνη την ημέρα διάλεξε μια ανώτερη δύναμη να τον πάρει από τα εγκόσμια, αλλά να τον τοποθετήσει παράλληλα μέσα από τη συνείδηση του κόσμου σε ένα υψηλό βάθρο, εκεί που κάθονται οι μεγάλες μορφές της Κρητικής μουσικής παράδοσης.
” Η μαντινάδα για μένα είναι ότι ωραιότερο υπάρχει. Γιατί με μια μαντινάδα μπορείς να εκφράσεις μια ολόκληρη ζωή σε τέσσερις γραμμές..” είχε ο ίδιος τονίσει σε κάποια από τις συνεντεύξεις του. Αυτό έκανε ο Μύρων, ολόκληρη τη ζωή του μας την έδινε με ένα στίχο και μια μαντινάδα, γιατί η μαντινάδα ήταν η ζωή του. Έγραψε και τραγούδησε μαντινάδες που μέχρι σήμερα εμπνέουν προβληματίζουν και ακολουθούν όλες τις εκφάνσεις της ζωής του ανθρώπου και δη του Κρητικού, περνώντας από την όχθη της λύπης, της μοναξιάς και της απόγνωσης, στην αντίπερα πλευρά του ποταμιού, της αγάπης, του έρωτα , της χαράς και της ελευθερίας.
”Όσο κι αν είναι δυνατές οι μπόρες δε με πιάνουν,
γιατί χω δυνατά φτερά και στα ανοιχτά με βγάνουν..”
Μέχρι το τέλος της ζωής του ο Μύρος δεν ξέχασε ποτέ τη μεγάλη του αγάπη τα Ανώγεια, τα πρόβατα και το βουνό παράλληλα με την μουσική του πορεία. Ένας αυθεντικός καλλιτέχνης που μέχρι και σήμερα έχει φανατικούς θαυμαστές όλων των ηλικιών. Έφερε στην μουσική μας όχι μόνο το μαντολίνο αλλά κυρίως το πάθος ,την αυθεντικότητα και την αγάπη για την παρέα και το μερακλήκι που βγαίνει από τα βάθη της ψυχής. Ο δίσκος ”Κρητική Καντάδα ” στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ,μαζί με τον Μιλτιάδη Σκουλά, έμεινε στην ιστορία και ουσιαστικά έφερε στην Κρητική μουσική το μαντολίνο, το οποίο καθιερώθηκε αργότερα στις δουλειές των περισσότερων Κρητών καλλιτεχνών. Πέρα από την Κρητική Καντάδα κυκλοφόρησε ακόμα τους δίσκους ”Τα Αορείτηκα”, ”Τα Μυστικά του Φεγγαριού ” ”Εγώ ‘χω δυνατά φτερά” και ”Τα Νυχτοπερπατήματα” που τον καθιέρωσαν στη συνείδηση του κόσμου ως ένα τεράστιο ερμηνευτή και ένα σπουδαίο μαντιναδολόγο. Δεν υπάρχει παρέα ή καντάδα στο χωριό από νεαρούς ή και μεγαλύτερους ανθρώπους στα Ανώγεια που να μην τραγουδήσουν κάποια από τις εκατοντάδες μαντινάδες του, να μην προσπαθήσουν να μιμηθούν τον τρόπο που με πάθος ο ίδιος τις τραγουδούσε.
”Κρυφά του κόσμου ήθελα να ‘χω τα βάσανα μου,
μα δε μπορώ προδίδομαι στ’ αναστενάγματα μου…”
Πάλεψε σκληρά με αξιοπρέπεια και τεράστια ψυχικά αποθέματα, την αρρώστια που τον χτύπησε πάνω στην εποχή της μεγάλης ακμής του και τον πήρε από κοντά μας, αφήνοντας σε όλους μας το παράπονο διότι είχε πολλά ακόμα να προσφέρει στην κοινωνία και την μουσική παράδοση των Ανωγείων. Ο Μύρωνας “έφυγε” σε ηλικία μόλις 48 ετών(σ.σ είχε γεννηθεί το 1954) αλλά άφησε πίσω του μια τεράστια παρακαταθήκη που αποκτά συνεχώς ανθρώπους που ακολουθούν τα δικά του χνάρια και προσπαθούν να πατήσουν πάνω στα μουσικά μονοπάτια που άφησε.
“Ήθελα να μ` αντίθετος του χάρου, να γιαγείρω,
τον Ψαρονίκο στη ζωή και τον Σκουλά το Μύρω..”
Αθάνατος!
”Σπάσε του πόνου σύννεφο η πίκρα να λιγάνει,
να βγει ο ήλιος τσι χαράς τη σκέψη να ζεστάνει..”
==
”Αγριολούλουδο τσ’ αυγής κι αξεμπουμπούκιαστο μου,
αχνοδροσουλιασμένο μου,φυντάνι ξομπλιαστό μου…”
==
”Όσο κι αν ζούμε χωριστά δε σ’ έχω αφήσει μόνη,
με τη δική σου ανάμνηση βραδιάζει ξημερώνει…”
==
”Για σένα έχω στη καρδιά Παλάτι και Μπαλκόνια,
Μπαξέ με διάφορα δεντρά και κελαηδούν τ’ αηδόνια…”
==
“Την ώρα που το Φως τσι Αυγής, σαν τη δροσούλα πέφτει,
παίζει η ομορφιά σου αστραπές, στου νου μου το καθρέφτη…”
==
”Κάθε ηλιοβασίλεμα σ’ αναστορούμε φως μου,
γιατί το βλέπαμε μαζί μα εδά είμαι μοναχός μου…”
==
”Είναι καρδιές που εύκολα μια αγάπη λησμονούνε,
κι άλλες που θυσιάζονται για κάτι που αγαπούνε…”