Άρθρο του Γεωργίου Σκουλά
Την Δευτέραν (3 Οκτωβρίου) ο Μουσταφά Πασάς, διαβάς μετά του στρατού του εκ Κεραμείων τα κάτω χωρία, δεν ηδυνήθη να προχωρήση εις τα υψηλά χωρία, και ούτως απεφάσισε να εκστρατεύση κατά των Κάμπων, αλλ’ επέλεξεν ο άθλιος την χειροτέραν θέσιν. Εισβαλών δε άπαξ απέτυχε· και εκ δευτέρου δε επιτεθείς δεν ηδυνήθη να καταλάβη το χωρίον και να το καύση, και ούτως ηναγκάσθη να οπισθοχωρήση· οι δε ημέτεροι διώκοντες αυτόν του επήνεγκον μεγάλας ζημίας, ως γίνεται εις στρατόν ατάκτως φεύγοντα. Διευθύνθη δε εις Μαλάξαν και εκείθεν εις τον Στύλον.
Εκεί ιδών ο Αιγύπτιος Πασάς τους ημετέρους εις λοφίσκον τινά ηθέλησε να τους προσβάλη, νομίσας αυτούς μεμονωμένους· αυτοί όμως οχυρωθέντες εις τα χαρακώματα προσέβαλον αυτόν και τω επροξένησαν μεγάλην ζημίαν. Ιδών δε ο Μουσταφά Πασάς τον Αιγύπτιον Πασάν κινδυνεύοντα έδραμεν εις βοήθειάν του. Και ούτως συνεκροτήθη πεισματωδεστάτη μάχη διαρκέσασα πέντε σχεδόν ώρας, εν η επληγώθη ο Αιγύπτιος αρχηστράτηγος Ισμαήλ Πασάς βαρέως εις την κοιλίαν και εις τον μηρόν, ο ίππος του Μουσταφά Πασά εφονεύθη και αυτός ο ίδιος εκινδύνευσε να αιχμαλωτισθή· επληγώθη δε και ο γαμβρός του και ο Γιαχγιά Πασάς ελαφρώς.
Εν τη μάχη ταύτη εξ ενός τάγματος, του ιππικού της εμπροσθοφυλακής του έπεσον είκοσιν εις το πεδίον της μάχης. Οι χριστιανοί ταύτην την φοράν επέπεσον κατά των Τούρκων με τας λόγχας και με τας μαχαίρας.
Εκ μεν των χριστιανών λέγουσιν ότι εφονεύθησαν 45 και επληγώθησαν 60, εκ δε των Τούρκων εφονεύθησαν υπέρ τους 350 και επληγώθησαν έως 550.
Ο Μουσταφά Πασάς ήλθεν εις την Σούδαν συνοδεύσας τον πληγωθέντα Πασάν εις το ατμόπλοιον προς θεραπείαν της πληγής του. Αφ’ ου δε συνομίλησεν αρκετήν ώραν με τον οθωμανόν αντιναύαρχον επορεύθη εις Αποκόρωναν. Έφθασεν εξ’ Αντιβάρεως εν δίκροτον κομίζον 1.000 – 1.200 Αλβανούς, οίτινες μετέβησαν εις Αποκόρωναν ιν’ αναπληρώσωσι το κενόν των φονευθέντων και πληγωθέντων.
«…Από της παρελθούσης Τετάρτης ουδεμία εγένετο μάχη· γίνεται δε πάλιν μεγάλη προετοιμασία διά νέαν εκστρατείαν. Οι οθωμανοί στρατιώται μεταφέρουσιν εις Αποκόρωναν όλα τα αναγκαία του πολέμου, οι δε στρατιώται, οι τοποθετημένοι διά να φυλάττωσι τα πέριξ χωρία, διετάχθησαν να υπάγωσιν εις Αποκόρωναν. Ο στρατός μένει εις Καλύβαις και εις Αρμυρόν εις δύο μέρη διηρημένος».
Εν Ηρακλείω και Ρεθύμνη μόνον αψιμαχίαι εγένοντο μικρού λόγου άξιαι.
Ήδη ετοιμάζονται να εκστρατεύσωσι πανστρατιά εις την Πεδιάδα έως 12 χιλιάδες.
ΕΞ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Κρήτης τη 17 8βρίου 1866.
«…Κατά την 10 τ.μ. οι οθωμανοί διοικούμενοι υπό του Γιαχγιά Πασά και του Ρεσίτ Εφένδη εγκατέλειψαν τα χωρία, Πεζά, Σκυλούς και Χουδέτζι, ένθα κατεσκήνουν, και μετέβησαν εις Καστέλλιον της Πεδιάδος, ένθα διενυκτέρευσαν.
Την πρωΐαν δε της 11ης απόσπασμα εκ 400 περίπου ατάκτων διευθύνθη προς το χωρίον Γεράκι, διά να το διαρπάση· αλλ’ εκεί επετέθησαν κατ’ αυτών 200 εκ των ημετέρων, οίτινες μετά τινά λεπτά έτρεψαν αυτούς εις φυγήν επονείδιστον και κατεδίωξον αυτούς εις την πεδιάδα.
Ειδοποιηθείς όμως περί τούτου εγκαίρως ο Δελή Χουσεΐνης έσπευσε μετά 1500 ατάκτων, εσταμάτησεν την καταδίωξιν και η μάχη επανελήφθη, αλλά διήρκεσεν ολίγην ώραν, διότι αμέσως επληγώθη ο Χουσεΐνης και ως εκ τούτου δειλιάσαντες οι οθωμανοί ετράπησαν εις φυγήν, αφέντες εις το πεδίον της μάχης ικανούς φονευμένους. Την επομένην, 12 τ.μ. μετέφερον εις την Πόλιν οι οθωμανοί τους πληγωμένους των, εν οις και τον Δελή Χουσεΐνην.
Την 13 οι οθωμανοί διαιρεθέντες εις δύο σώματα προσέβαλον τα χωρία Ξυδά και Κασταμονίτσα κατεχόμενα υπό χιλίων χριστιανών μόνον, διότι τα άλλα σώματα κατείχον τα στενά της χερσονήσου, Αυδού και Παναγίας προς την Έμπαρον. Καίπερ όντες μόνον χίλιοι, όμως επολέμησαν γενναιότατα κατά πολλαπλασίων οθωμανών μέχρι της εσπέρας ότε υρμητικώτερον επιτεθέντες κατ’ αυτών τους ηνάγκασαν να υποχωρήσουν εις το χωρίον Καστέλλιον.
Κατά την μάχην ταύτην, ως οι ίδιοι οθωμανοί ομολογούσιν, ογδοήκοντα εξ αυτών έπεσον, εν οις δύο εκατόνταρχοι (μπαϊράκ αγασίδες), και εις σημαιοφόρος, επληγώθησαν δε πολλοί περισσότεροι.
Η ανδρεία των Ελλήνων Κρητών είναι τοιαύτη, ώστε και αυτοί οι οθωμανοί τους εκθειάζουσι και τους θαυμάζουσι· εις ταύτην δε την φιλαλήθειάν των συνετέλεσε και το εξής απίστευτον σχεδόν επεισόδιον, το οποίον μετ’ εκπλήξεως αυτοί οι οθωμανοί διηγούνται. Απόσπασμα εκ 50 περίπου οθωμανών διευθύνθη προς τινά παρακειμένην φάραγγαν όπως διαρπάση βόας βόσκοντας προ της εισόδου αυτής· αλλ’ εις την είσοδον ταύτην είδον περί τους εκατόν ανθρώπους περιβλημένους με κάπας, οίτινες καίπερ άοπλοι υπερασπίσθησαν εαυτούς διά πετρών, τας οποίας έρριπτον κατά των πυροβολούντων οθωμανών, ενώ συγχρόνως εδίωκον τους βόας όπως εισέλθωσιν εις την φάραγγα και τους σώσωσιν από την διαρπαγήν, όπερ και κατώρθωσαν.
Αλλά ποία υπήρξεν η έκπληξις των οθωμανών, ότε ιδόντες εξ πτώματα κείμενα εις την είσοδον της φάραγγος, ανεκάλυψαν ότι ήσαν πτώματα γυναικών! Μία των ηρωΐδων τούτων έφερεν εξ σφαίρας εις τα στήθη της.
Αύται είναι αι κατά τας τελευταίας ταύτας ημέρας συγκροτηθείσαι μάχαι και η ευνοϊκή έκβασις των· αλλ’ ευρισκόμεθα ήδη εις την μεγαλυτέραν ανυπομονησίαν, διότι την 16ην μάχη σφοδρά ήρξατο εις Αυδού· οι οθωμανοί συγκεντρώσαντες τας δυνάμεις των, συμποσουμένας εις δέκα και επέκεινα χιλιάδας· η μάχη ήρξατο πεισματώδης και αιματηρά και εξακολουθεί μέχρι σήμερον μετά της αυτής επιμονής.
Ενταύθα αι κυκλοφορούσαι φήμαι από τους ιδίους οθωμανούς είναι υπέρ των χριστιανών, οίτινες, ως λέγουσιν, εφόνευσαν υπέρ τους 200 τακτικούς, 60 και πλέον Αμπαδιώτας, και ηνάγκασαν τους επιλοίπους να υποχωρήσουν».
ΕΚ ΡΕΘΥΜΝΗΣ την 17 Οκτωβρίου 1866.
Από πολλών ημερών οι Τούρκοι δεν εξέρχονται του φρουρίου· όθεν μάχαι δεν γίνονται, πλην της εν χωρίω Αμνάταις από πολλών ημερών γενομένης, εν η ενικήθησαν οι εχθροί και εξεδιώχθησαν του χωρίου, μίαν ώραν μακράν της Μονής Αρκαδίου απέχοντος.
Οι Τούρκοι εξερχόμενοι εις τα πέριξ χωρία, συνάγουσιν ελαίας, αλλ’ η κυβέρνησις καταλαμβάνει αυτάς εις την εξουσίαν της, άμα τας κομίσωσιν εις το φρούριον. Διό έπαυσαν να εξέρχωνται προς συγκομιδήν ελαιών.
ΕΚ ΧΑΝΙΩΝ Κρήτης την 17 Οκτωβρίου 1866.
Μετά την εν Στύλω μάχην, ο οθωμανικός στρατός, εκ 15 χιλιάδων συγκείμενος, επροχώρησε προς το χωρίον Βαφέ, ένθα ευρίσκοντο οι ημέτεροι εις χιλίας μόνον συμποσούμενοι. Οι οθωμανοί επιτεθέντες εναντίον αυτών αντεκρούσθησαν γενναίως και υπέστησαν πολλάς ζημίας. Οι Έλληνες όμως, ιδόντες το πολυάριθμον των πολεμίων και νομίσαντες την περαιτέρω αντίστασιν ασύνετον και καταστρεπτικήν, απεχώρησαν εις το χωρίον των Σφακίων Ασκύφου. Εν τη μάχη ταύτη εκ μεν των ημετέρων εφονεύθησαν τριάκοντα, και τρεις έπεσαν εις χείρας των εχθρών αιχμάλωτοι, εκ δε των οθωμανών εφονεύθησαν πεντακόσιοι και ισάριθμοι επληγώθησαν.
Οι δε εις το Καστέλιον της Κισάμου πολεμούμενοι και στενώς πολιορκούμενοι υπότ ου Χατζή Μιχάλη οθωμανοί έγραψαν εις Χανιά, ζητούντες επικουρίαν διά θαλάσσης, ήτις και εστάλη διά δύο ατμοπλοίων και έλυσεν, ως λέγουσιν οι οθωμανοί, την πολιορκίαν.
Ταύτα τα κατορθώματά του ο Μουσταφάς, διά να δώση κρότον και εξαπατήση τον κόσμον, επανηγύρισε διά φωταψίας και κανονιοβολών.
ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΕΚΘΕΣΙΣ.
Της εν Βαφέ μάχης.
Εν Ασκύφω την 19 Οκτωβρίου 1866.
Αφιχθέντες εις Λουτρόν της επαρχίας Σφακιών κατευθύνθημεν εις Αποκόρωνα, όπως αναχαιτίσωμεν τον εχθρόν θέλοντα να καταλάβη την επαρχίαν αυτήν.
Εστρατοπεδεύσαμεν εις χωρίον Βαφέ, όπου διεμείναμεν επί πέντε όλας ημέρας αναμένοντες την συγκέντρωσιν ανδρών, προκληθείσαν κατά διαταγήν του κ. Ι. Ζ. αναγορευθέντος, υπό της Γενικής Συνελεύσεως αρχηγού των πέντε επαρχιών.
Αι ημέραι παρήρχοντο, και εις μάτην ο αρχηγός προσεκάλει τους διαφόρους οπλαρχηγούς (καπετάνιους) κατεπειγόντως διότι ο εχθρός ήτο εσκηνωμένος εις Στύλον, και είχομεν ανάγκην τριών χιλιάδων ανδρών, όπως καταλάβωμεν επικαίρας τινάς θέσεις και ιδίως των οχυρών χωρίων Βάμου, και αποκρούσωμεν ούτω τον εχθρόν προσπαθούντα να εισορμήση και εις την λοιπήν επαρχίαν Αποκορώνων.
Δυστυχώς όμως ένεκεν του αιφνιδίως επελθόντος δριμέως προώρου χειμώνος οι άνδρες σπεύδοντες εις βοήθειαν των εις τα όρη καταφυγουσών οικογενειών των και απολλυμένων εκεί υπό του ψύχους και της πείνης, δεν συνήρχοντο, και ούτως οι Τούρκοι κατέλαβον το χωρίον Βάμου όπερ ημείς ένεκα ελλείψεως ανδρών δεν κατελάβομεν.
Την 10 του ισταμένου αι πρωτοπορείαι του εχθρού κατέλαβον το χωρίον Καρύδι. Ημείς οι εν Βαφέ εσπεύσαμεν και μετά τινάς ακροβολισμούς ηναγκάσαμεν αυτούς να επανακάμψωσιν εις Βάμον. Την 12 όμως περί την 8 ώραν της πρωΐας είδομεν τον τουρκικόν στρατόν κινούμενον, και εννοήσαμεν αυτόν επερχόμενον εναντίον ημών.
Όλοι οι άνδρες ημών συνεποσούντο εις 500 διηρέθημεν εις τρία τμήματα και το μεν 1) κατέλαβε το χωρίον Αλίκαμπον, το δε 2) θέσεις τινάς μεταξύ Βαφέ και Προσνέρου, και το 3) έμεινε εις Βαφέ.
Ο Τουρκικός στρατός συμποσούμενος εκ 10.000 ανδρών, διηρέθη εις δύο τμήματα και το μεν 1) εκ 2.00 κατευθύνθη εις θέσιν Βρύσαις, το δε εξ 7.500 ανεπαύετο εις Καρύδι. Ότε το πρώτον τμήμα έφθασεν εις Βρύσαις, ανήγγειλε την εκεί άφιξιν του διά τριών πυροβολισμών. Τούτο φαίνεται ήτο σύνθημα, διότι εν τω άμα τρίτον τμήμα εκ 5.000 συγκροτούμενον κατήλθε ακροβολιστικώς εκ του όρους και ανεπαύθη μετά του άλλου τμήματος εις Καρύδι.
Την 9 και τέταρτο εκπυρσοκρότησις τηλεβόλου ανήγγειλε την έναρξιν της μάχης. Δις ο εξ 7.500 ανδρών συμποσούμενος στρατός εφορμήσας καθ’ ημών και αποκρουσθείς υπεχώρησε. Τότε, το έτερον τμήμα το εκ 5.000 ανδρών, αφού ετοποθέτησε τηλεβόλον επί του λόφου, όπερ ήρξατο ούτω πυροβολείν, ολίγον βαδίσαν δεξιά, εφώρμησε μετά των άλλων 7.500.
Μετά πεισματώδη μάχην, βλέποντες ότι ηθέλαμεν κυκλωθή υπό του πλήθους, ηναγκάσθημεν να εγκαταλείψωμεν τας θέσεις ημών και να υποχωρήσωμεν ολίγον ατάκτως, είναι αληθές, ένεκα της ελλείψεως δευτέρας γραμμής, ήτις να προστατεύη την υποχώρησιν· αλλ’ ήσαν άνδρες να σχηματήσωσι την δευτέραν γραμμήνꓼ πεντακόσιοι είμεθα, και τοιαύτην κατέχοντες γραμμήν ηγωνίσθημεν επί 6 ώρας κατά στρατού συμποσουμένου εκ 15.000 ανδρών.
Το δε περίεργον είναι, ότι σφαίραι τηλεβόλου κατηυθύνθησαν κατά οικήματος ένθα διέμενεν ο αρχηγός Ι.Ζ.. Ότε δε κατά την υποχώρησιν εν τη μέση οδώ ίππευσε πληθύς σφαιρών κατηυθύνθη προς αυτόν, όπερ δεικνύει εναργώς ότι υπήρχε προδοσία. Μετά την υποχώρησιν εφθάσαμεν εις Άσκυφον της επαρχίας Σφακίων, όπου ο κ. αρχηγός προσκαλεί τους οπλαρχηγούς να συνέλθωσι μετά των οπλιτών των, ίνα αποκρούσωσι τον εχθρόν, θελήσοντα να εισβάλη εις την επαρχίαν αυτήν.
Δυστυχώς ο μεγαλύτερος εχθρός είν’ ο χειμών, διότι συνοδεύεται υπό χιόνος και πείνης, δύο αμειλίκτων εχθρών οίτινες καθ’ εκάστην επιφέρουσι τον θάνατον εις εκατοστίας γυναικών και παίδων.
Εν Ασκύφω γενομένης εξετάσεως των εν Βαφέ απολεσθέντων, εξήχθη ότι εφονεύθησαν 9, επληγώθησαν 12, όλοι ελαφρώς, και τρεις ηχμαλωτίσθησαν. Εκ των φονευμένων είναι ο Αναστάσιος Βαφειάδης δικηγόρος, Φρ. Έσλεν δικηγόρος, Ιω. Βουγαζάκης, Ιω. Βαρνάβας, ο ιερεύς Καλαμαρίδης, Γρηγόριος Παναγιώτης εκ των πυροσβεστών, και Κ. Βούλγαρης τελειόφοιτος της Νομικής.
Οι τρεις αιχμαλωτισθέντες είναι οι κ.κ. Πραΐδης Μάνος και Βαρδίδης. Καθ’ α εκ Χανίων μας γράφουσιν, οι φονευθέντες και πληγωθέντες Τούρκοι συμποσούνται εις επτακοσίας.
Ι. Ζ.
(ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΥΜΒΡΑΚΑΚΗΣ)
Υ. Γ. Εις Βαφέ ευρίσκετο η συνέλευσις ήτος παρηκολούθει πάντοτε το στρατόπεδον.
ΕΚ ΧΑΝΙΩΝ Κρήτης την 25 Οκτωβρίου 1866.
Πολλά διεδόθησαν ενταύθα περί υποταγής των Σφακιανών από πολλών ημερών· αλλ’ ουδέν μέχρι σήμερον ηλήθευσε, διότι πανταχού γίνονται πόλεμοι ακατάπαυστοι. Ο Μουσταφάς έγραψεν εις τον υιόν του ότι οι συνεννοηθέντες μετ’ αυτού Σφακιανοί δεν ηδυνήθησαν να πείσωσι τον λαόν να καταθέση τα όπλα, αλλά τω έγραψαν να υπάγη ο ίδιος να τα πάρη.
Κίνησις μεγίστη και σπουδαία των οθωμανών γίνεται εν τη πόλει· προετοιμασίαι μεγάλαι προς εκστρατείαν γίνονται. Οι Τούρκοι είναι έξω φρενών συλλογιζόμενοι την γενομένη αυτοίς απάτην είτε παρά του Πασά είτε παρά των χριστιανών. Τα φορτηγά ζώα όλα έφθασαν έξωθεν ίνα παραλάβωσι ζωοτροφίας και πολεμοφόδια προς εκστρατείαν, διότι οι Σφακιανοί ου μόνο απέκρουσαν τας προτάσεις του Πασά, αλλά και τους επιμένοντας να καταθέσωσι τα όπλα κτυπούσιν ανηλεώς.
Μάχη εγένετο εν τω Καστελλίω της Κισάμου και εν τω Καστέλω αλλ’ αγνοούμεν τα αποτελέσματα αυτών· εκ της εξαγριώσεως όμως των Τούρκων συμπεραίνομεν ότι ηττήθησαν αισχρώς· κίνδυνος επίκειται ημίν εκ της μανίας των Τούρκων διότι μας βλέπουσιν ως κύνες λυσσώντες. Οι Κρήτες μάχονται γενναίως και καρτερικώς, και περπεινώντες και ριγούντες.
ΕΚ ΡΕΘΥΜΝΗΣ την 24 Οκτωβρίου 1866.
Την Πέμπτην (20) τριακόσιοι περίπου χριστιανοί ετοποθετήθησαν εις τον Βρύσιναν· οθωμανοί δε 4.000 εξήλθον και ήρχισαν μάχην περί την 7ην μ.μ. ώραν, ήτις διήρκεσε μέχρι της 9 και μισή, εν η οι μεν Τούρκοι εμάχοντο διά της λόγχης, οι δε χριστιανοί διά των μαχαιρών. Την 10ην ώραν απεχώρησαν οι χριστιανοί, αφήσαντες εις το πεδίον της μάχης 4 νεκρούς, και μίαν σημαίαν, εκ δε των οθωμανών 14 μεν εφονεύθησαν, 31 δε επληγώθησαν βαρέως.
Εν τη μάχη ταύτη έπεσε και εις οθωμανός, ον κομίσαντες εις την πόλιν έθαψαν μετά μεγάλης παρατάξεως και πομπής, εξ ων συμπεραίνομεν ότι ήτο μέγας τις αξιωματικός, διότι η παράταξις αύτη ήτο πρωτοφανής εις τους χριστιανούς.
Οι χριστιανοί κατέβησαν εις Πλατανέ και εφόνευσαν τινάς οθωμανούς, τους οποίους απήντησαν. Οι οθωμανικοί στρατοί εξήλθον και συνεκρότησαν μάχην, αλλ’ επανελθόντες ουδέν διέδωκαν. Την 23 καταβάντες οι χριστιανοί πάλιν εις Πλατανέ εκυρίευσαν αρκετά ζώα και εφόνευσαν τινάς οθωμανούς. Οι εν τω φρουρίω οθωμανοί, μαθόντες τούτο, εξήλθον και συνεκρότησαν μάχην, εν η συμπλακέντες εν τη πεδιάδι εμάχοντο διά μαχαιρών, αλλ’ επί τέλους οι οθωμανοί υπεχώρησαν και εξεδιώχθησαν μέχρι του παραθαλασσίου.
Κίνησις μεγίστη εν τη πόλει και κατάληψις των πέριξ αυτής λόφων, εφ’ ων ετοποθετήθησαν τηλεβόλα. Οι οθωμανοί μένουσιν εις την παραλίαν, οι δε χριστιανοί αναχωρούν με τα κυριευθέντα ζώα. Ο στρατός εγκαταλείπει τους λόφους και επανέρχεται μετά των τηλεβόλων αφήσας εκεί τους συνήθεις σκοπούς. Ο αριθμός των πεσόντων άγνωστος.
ΕΞ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Κρήτης 24 Οκτωβρίου 1866.
Η μάχη του Αυδού ως η σπουδαιοτέρα των όσων μέχρι σήμερον συνέβησαν εις το ημέτερον τμήμα ήρχησεν από του Σαββάτου της 15 φθίνοντος ήδη. Την ημέραν εκείνην οι οθωμανοί ηδυνήθησαν να καθέξωσι μετά αιματηρόν δι’ αυτούς αγώνα το χωρίον Αυδού, ως λέγουσιν οι ίδιοι, όπου και διενυκτέρευσαν.
Την ακόλουθον όμως ημέραν 16ην προσεβλήθησαν παρά των ημετέρων, και μολονότι επεσωρεύθη άπας ο τακτικός και άτακτος στρατός, μολαταύτα δεν ηδυνήθη να ανθέξη εις την ορμήν των ημετέρων, οίτινες δις αποκρουσθέντες και αποκρούσαντες τους βαρβάρους έμειναν τέλος κύριοι του πεδίου της μάχης· ο δε στρατός την εσπέραν, ότε η μάχη έπαυσεν, απεσύρθη εις το χωρίον Καστέλλιον, εξ ου ώρμησεν.
Κατά την μάχην ταύτην υπελογίζοντο παρ’ αυτών των οθωμανών εις 250 οι φονευμένοι, πολλοί δε πλειότεροι οι πληγωμένοι, μεταξύ των οποίων και ο Φερίκ Γιαχγιά Πασάς, ο γενικός διοικητής του στρατού, όστις τρωθείς θανασίμως κατά την 21ην τρέχοντος μηνός. Επίσης νοσηλεύονται εις τα νοσοκομεία της πόλεως τρεις μπιμπάσιδες (ταγματάρχαι) και ικανοί ανώτεροι αξιωματικοί, αλλά οι οθωμανοί διαδίδουσιν ότι πάσχουν από δυσεντερίαν (πιθανώτερον από τας πληγάς των), υφ’ ης δεκατίζεται και ο στρατός.
Ο στρατός έκτοτε ουδεμίαν επεχείρησε προσβολήν κατά των ημετέρων· μάλιστα επήλθε ρήξις μεταξύ του διοικητού του στρατού και των ατάκτων εντοπίων, οίτινες δυσαρεστηθέντες εισήλθον εις την πόλι
ΕΞ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Κρήτης 24 Οκτωβρίου 1866.
«… Την δε 18ην φθίνοντος απόσπασμα των κατοίκων Μαλεβυζίου και Τεμένους επέπεσον κατά των οθωμανών των φρουρούντων κατά τα χωρία Αγ. Βλάση και Φοινικιά, μία μόλις ώραν απέχοντα της πόλεως, και εφόνευσαν εξ’ αυτών 5, επλήγωσαν δε θανασίμως δώδεκα, εξ ων οι πλείστοι απέθαναν μέχρι σήμερον, και διήρπασαν 97 βόας και 700 πρόβατα.
Η επίθεσις αύτη συνέβη την νύκτα, ώστε οι πυροβολισμοί ηκούσθησαν εκ των επάλξεων του φρουρίου και των πέριξ· όθεν ανεστατώθη άπασα η πόλις, ο στρατός κατέλαβε τας επάλξεις, επληρώθησαν τα πυροβόλα, και ενόμιζε τις ότι οι χριστιανοί έκαμναν έφοδον κατά του φρουρίου· τοιούτος φόβος κατέλαβε τους οθωμανούς.
ΕΚ ΧΑΝΙΩΝ Κρήτης την 27 Οκτωβρίου 1866.
Ο Μουσταφά Πασάς μετά την αρνητικήν των Σφακιανών απάντησιν περί καταθέσεώς των όπλων και υποταγής, συνέλεξεν άπαντας τους στρατούς τακτικούς και ατάκτους, και προπαρασκευάσας πάντα τα του πολέμου αναγκαία εξεστράτευσεν εις Αποκόρωναν όπως εις τους πρόποδας των Σφακίων (εις Ασκύφου) δώση την αποφασιστικήν μάχην, και η να λάβη την οριστικήν απόφασιν ότι δεν δύναται να υποτάξη την Κρήτην ή να νικήση και εισβάλη εις Σφακία, όπως εκεί διαπραγματευθή την εντελή υποταγήν της νήσου εις επονείδιστον δουλείαν· αλλ’ η θεία πρόνοια άλλως αποφαίνεται.
Από της παρελθούσης τρίτης επορεύθη πανστρατιά προς απάντησιν των ημετέρων εις Ασκύφου, οίτινες γιγνώσκοντες την απόφασιν του ανέμενον αυτόν στερεώς.
Έκτοτε μάχεται μέχρι σήμερον χωρίς να δυνηθώμεν να μάθωμεν περί του αποτελέσματος της συνεχούς ταύτης μάχης, ήτις είναι λίαν σπουδαία διά την τύχην της ημετέρας πατρίδος· αλλ’ εκ των προσώπων των Τούρκων και εκ της συνεχούς και ακαταπαύστου ζητήσεως επικουριών, πολεφοδίων και τροφών συμπεραίνομεν ότι η θέσις του είναι δεινή και ελπίζομεν ότι, αντί να δώση το θανάσιμον κτύπημα εις την επανάστασιν, θέλει δώση αυτό εις τους αυτοκρατορικούς, Αιγυπτιακούς και εντοπίους στρατούς και εις εαυτόν· διότι άπασαν την φρουράν της πόλεως εζήτησεν κατεσπευσμένως.
Αυτός μεν πολεμεί τους ημετέρους με τριάκοντα χιλιάδας στρατού και μ’ εκατόν πενήντα τηλεβόλα, οι δε ημέτεροι μόλις είναι επτά χιλιάδες με τέσσαρα πυροβόλα, αλλ’ ο Θεός των είναι μέγας και το δίκαιόν των καταφανέστατον. Ο Θεός γένοιτο ίλεως και βοηθήσει τους αδικουμένους και υπέρ των ιερών και της ελευθερίας των μαχομένους! « πεινώντι τώνδρες.»
ΔΙΑΦΟΡΑ.
-Κατά τον «Αστέρα της Ανατολής» την παρελθούσαν Κυριακήν εν τω συγκροτηθέντι υπουργικώ συμβουλίω εγένετο λόγος περί αποκλεισμού απάντων των λιμένων της Οθ. αυτοκρατορίας εις τα Ελληνικά πλοία. Επί του ζητήματος τούτου δεν απεφασίσθη τι οριστικόν εισέτι, αλλά πρόκειται να επαναληφθή η περί αυτού συζήτησις προσεχή Τετάρτην.
-Η από προχθές ως φήμη κυκλοφορούσα πράξις του εν Κωνσταντινουπόλει πρέσβεως της Ρωσσίας φαίνεται επιβεβαιούμενη. Τη εντολή της κυβερνήσεώς του, ο πρέσβης ούτος εκοινοποίησεν επισήμως εις τους εν Κωνσταντινουπόλει πρέσβεις των προστατιδών της Ελλάδος δυνάμεων Αγγλίας και Γαλλίας, ότι, εάν μέχρι 12 8βρίου (2 Ν/ρίου) ήτοι μέχρι του παρελθόντος Σαββάτου, δεν συνεναίσωσι να παρέμβωσιν από κοινού υπέρ Κρητών, η κυβέρνησίς του αναγκάζεται μόνη να αναλάβη το έργον τούτο. Οι πρέσβεις εζήτησαν, ως λέγεται, οδηγίαι από τας κυβερνήσεις των, ιν’ απαντήσωσιν εις την πρότασιν ταύτην. Προσέτι βεβαιούται, ότι οδηγίαι εστάλησαν εις το εν λιμένι της Σούδας Ρωσσικόν πλοίον να παραλάβη γυναικόπαιδα και τα μεταφέρη όπου ζητήσωσιν.
-Είναι αληθές, ότι πλοία αμερικανικά διετάχθησαν να πλεύσωσιν εις την Μεσόγειον και οδηγίαι εδόθησαν εις αυτά να παραλάβωσιν εκ Κρήτης οικογενείας Χριστιανικάς.
-Ο Ααλή Πασάς ανεκοίνωσεν εις τους πρέσβεις της Ρωσσίας και της Αμερικής, ότι θεωρεί την απόφασιν των της αποστολής πλοίων εις Κρήτην, ως βιαίαν διάρριξιν του αποκλεισμού, ήτοι ως πράξιν εχθρικήν.
Π. ΚΟΡΩΝΑΙΟΥ, συνταγματάρχου.
-Προς την εν Αθήναις υπέρ των Κρητών
Κεντρικήν Επιτροπήν.
Μονή Πρέβελη, την 23 Οκτωβρίου 1866.
Έντιμοι Κύριοι!
Εάν ημείς δυσκολευώμεθα να σας γράφωμεν, υπάρχει αποχρώντως δικαιολογημένον, διότι ευρισκόμεθα εις αποκλεισμόν διά τε θαλάσσης και διά ξηράς.
Επληροφορήθην ενταύθα τε περί των αποστολών Σας, και ιδία περί της δευτέρας αποστολής του «Πανελληνίου» το οποίον φιλότουρκοι τίνες απέπεμψαν λέγοντες, ότι οι Σφακιανοί επροσκύνησαν. Oυδέν τούτων πιστεύσατε∙ άπασαι αι λοιπαί επαρχίαι μένουν σταθεραί εις την απόφασίν των και ήδη συντάσσουσι πράξεις αποκηρύξεως εκείνων οίτινες δεν συμμερίζονται την επανάστασιν, και οίτινες, ευτυχώς, είναι ολίγοι.
Το σύστημα, το οποίον ηκολούθησα, άμα μετά την άφιξίν μας ενταύθα, ήτο να οργανίσω, όσον δυνατόν το τμήμα του Ρεθύμνου, όπερ μ’ ετίμησε με την αρχηγίαν, να διπλασιάσω, το θάρρος των κατοίκων, και να προφυλάξω αυτό από τας επιδρομάς του εχθρού και να βοηθήσω τας λοιπάς επαρχίας. Απέφυγα συστηματικώς να δώσω μάχην και να προκαλέσω τον εχθρόν, νομίζων, ότι πρέπει να ευρισκώμεθα εις άμυναν, καιροφυλακτούντες μόνον τας καταλλήλους περιστάσεις προς επίθεσιν.
Το σύστημα μου τούτο έφερεν ευτυχώς τα καλά του αποτελέσματα, διότι οι κάτοικοι έλαβον πλειότερον θάρρος συνεσωματώθησαν, κατελάβαμεν τας αναγκαίας θέσεις, απεθηκεύσαμεν τροφάς κ.τ.λ. και ο εχθρός, οσάκις εξήλθε να μας προσβάλη, απεκρούσθη με μεγάλην ζημίαν, ώστε και είχε παύσει τας εκδρομάς του, κλεισθείς εις το Ρέθυμνον.
Αφού ταύτα επράξαμεν εις Ρέθυμνον, βλέπων, ότι ο εχθρός κατηρήμωσεν επαρχίας τινάς του Ηρακλείου, και προσκαλούμενος υπό των κατοίκων, έδραμα εις βοήθειαν των, οι κάτοικοι ενεθαρρύνθησαν, συνεσωματώθησαν, και εξεπολιορκήσαμεν το σπήλαιον του Σάρχου, το οποίον είχε στενά πολιορκημένον ο εχθρός και εκανονοβόλει ακαταπαύστως, και το οποίον περιείχε 500 περίπου ψυχάς.
Εκεί είδαμεν τον εχθρόν αναχωρούντα εκ της επαρχίας ταύτης του Μαλεβυζίου, ενώ ητοιμαζόμεθα να του διακόψωμεν τας συγκοινωνίας του. Αφού ετακτοποιήθησαν αι κατάλληλοι θέσεις, επέστρεψα εις Αρκάδιον, το ορμητήριον των τεσσάρων επαρχιών.
Εκεί μαθών την ηρωϊκήν, αλλ΄ ατυχή μάχην του Ζιμπρακάκη, αφού ετακτοποίησα και ησφάλισα όσον ένεστι τα εις Ρέθυμνον, έδραμον εις βοήθειαν του και προς αντάμωσίν του. Της βοηθείας μου δεν έσχε πλέον ανάγκην∙ συνωμιλήσαμεν όμως και συνεννοήθημεν περί του μέλλοντος.
Αναχωρών εκ Ρεθύμνου έδωκα ρητήν παραγγελίαν να μη προσβάλλωσι τον εχθρόν, αλλά μόνον ν’ αμύνωνται, εάν ήθελον προσβληθή. Αλλ’ ο εχθρός μετά τας τελευταίας ατυχείς αποπείρας του δεν εξήλθε πλέον και ούτως έμεινεν ήσυχον το τμήμα τούτο. Κατά το διάστημα όμως τούτο, της απουσίας μου οι ημέτεροι, είτε διότι ενεθαρρύνθησαν υπέρ το δέον βλέποντες την απραξίαν του εχθρού, είτε δια να λαφυραγωγήσωσιν ίσως, προπάντων όμως, φαίνεται, δια να εκτελέσωσι την πρόσκλησιν την κεντρικής επιτροπής Ρεθύμνου, ήτις προσεκάλεσεν αυτούς εγγράφως κατά την απουσίαν μου να δώσωσι μάχην δια ν’ αναγκάσωσιν, ως ενόμιζεν αύτη, τον εχθρόν ν’ αποσύρη μέρος των δυνάμεών του από Χανιά και φέρη εις Ρεθύμνην και δώσωσιν ούτω βοήθειαν εις τους Σφακιώτας∙ όθεν και κατά την επιστροφή μου εύρον τον στρατόν έτοιμον να δώση μάχην.
Επειδή έως τότε δεν είχαν δώσει ουδεμίαν μάχην και κατέκρινον μάλιστα πολλοί το μέτρον μου τούτο, επειδή εύρον ήδη αυτόν αποφασισμένον εις μάχην παρεδέχθην άκων αυτήν. Ελάβομεν κατά συνέπειαν όλα τα δυνατά μέτρα προς επιτυχίαν. Κατεμετρήθησαν οι ημέτεροι, και ευρέθησαν οι μέλλοντες να παρευρεθώσιν εις την μάχην μέχρι των 1.300. Εγώ έλαβα την διοίκησιν του Κέντρου και περί την 9 ώραν εβαδίσαμεν και κατελάβομεν τας ορισθείσας θέσεις.
Αλλ’ ενώ το Κέντρον ήτο ήδη εις την θέσιν του και ο εχθρός ήρχισε την μάχην περί την 11 π.μ. ούτε το δεξιόν, ούτε το αριστερόν εφάνη και ούτω το Κέντρον έπρεπε να διαιρέση τας δυνάμεις του δια να ασφαλίσει τα πλευρά του. Η κλεις της θέσεως ήτο το όρος Βρύσινα και εκεί εθέσαμεν το εν τρίτον των δυνάμεων μας ήτοι 150 άνδρας.
Μετά τινά ώραν έφθασεν η δεξιά πτέρυξ, αλλ’ αντί 300, ως ενομίζαμεν και μας εβεβαίωσαν, έφθασαν μόνον 100∙ μετά τινά ακόμη ώραν και μετά επανειλημμένας προσκλήσεις έφθασε και η αριστερά πτέρυξ αλλά και αύτη αντί 600, ως ηλπίζαμεν, ήτο μόνον το ήμισυ. ‘Ώστε οι μαχόμενοι όλοι ανέβαινον μέχρι 400 το πολύ. Ο εχθρός είχε περί τους 3.000 άνδρας, εξ ών το πλείστον τακτικόν.
Και μ’ όλα ταύτα αντεμαχόμεθα και ετηρούμεν τας θέσεις μας, περί τας δυο ώρας, ότε είδομεν αίφνης τον εχθρόν να κυριεύση μίαν σημαίαν του δεξιού και μετ’ ολίγον όλον το δεξιόν να υποχωρήση, εννοείται ότι δεν εχρειάσθη πολύ δια να σπάση (κατά την εδώ έκφρασιν) το τε κέντρον και το αριστερόν. Μολονότι όλοι εκινδυνεύομεν, μ’ όλα ταύτα μόνον οκτώ εκ των ημετέρων εχάθησαν, εκ των εχθρών πολλοί∙ μάλιστα εις Βρύσινα, διότι εκεί προσέβαλε τον τακτικόν αριθμούντα περί τους 150.
Δύο ημέρας μετά ταύτα ελάβομεν norte revanche, διότι οι εχθροί φαίνεται ενθαρρυθέντες από την ημέραν εκείνην ήλθον να μας προσβάλωσιν αυτάς τας θέσεις μας (nos cantonncments) εις Σκουλούφια, αλλ΄ όχι μόνον απεκρούσαμεν αυτούς, αλλά και τους εκυνηγήσαμεν μέχρι σχεδόν των πυλών Ρεθύμνου. Εύρωμεν πέντε φονευμένας και συμπεραίνομεν ότι θα ήναι πολλοί, διότι ποτέ δεν αφίνουν οι Τούρκοι τους φονευμένας των. ‘Εκτοτε ευρισκόμεθα πάλιν εις ησυχίαν.
Σας γνωστοποιώ όμως προς χαράν Σας ότι εις τη Μεστάδα έδωσαν οι ημέτεροι δευτέραν μάχην εις τον εχθρόν, εφόνευσαν περί τους 300, μεταξύ των οποίων οι σημαντικώτεροι του Κάστρου και ο Καϊμακάμης του τακτικού. Ο εχθρός απεσύρθη εις τα φρούρια.
Εξ όσων είπον, συνάγεται, ότι η θέσις της Κρήτης είναι καλή. Εις τα δύο τμήματα, τα και μεγαλείτερα, οι Τούρκοι είναι κλεισμένοι εις τα φρούρια, μόνον εις το των Χανίων δύνανται να περιέρχηται εν μέρος των Αποκορώνων. Οι λαοί όλοι εμμένουν εις την απόφασίν των να ελευθερωθώσιν ενούμενοι μετά της μητρός των Ελλάδος ή ν’ αποθάνωσι. Και εδώ εζήτησεν ο Μουσταφά πασάς ν’ ανοίξη διαπραγματεύσεις, αλλ’ απέτυχεν.
‘Εχω διαβεβαιώσεις εγγράφους από όλους τους καπετανέους περί της αποφάσεώς των ταύτης και της αποδοκιμασίας των προδοτών. Υπάρχει ανάγκη πολεμοφοδίων. Οσάκις έν πλοίον έρχεται αναλαμβάνουν οι άνθρωποι θάρρος και ελπίδας. Στέλλετε λοιπόν εις διάφορα μέρη.
Ο κ. Κοντόσταυλος είναι καλά και στέλλει τους ασπασμούς εις την οικογένειάν του. Εις την τελευταίαν μάχην των Σκουλουφιών ηρίστευσεν. Επήρε και έναν Τούρκον εις τον λαιμόν του. Και πάλιν σας λέγω μη αποθαρρυνθήτε δια την αποπομπήν του ατμοπλοίου.
Χαίρετε∙ τους φίλους άπαντας ασπάζομαι.
ΔΡΑΚΩΝΑ 4 Νοεμβρίου 1866
Μετά την εξ Ασκύφου αναχώρησιν ημών κατήλθομεν εις την επαρχίαν Αποκορώνου και κατελάβομεν τα χωρία Μελιδόνι και Καραίς. Σκοπός ημών ήτο να παρενοχλώμεν εκ των θέσεων τούτων τον Τουρκικόν στρατόν, ενώ ο αρχηγός Κορωναίος έμελλε να πράττη το αυτό έργον εκ των οποίων εν τω τμήματι Ρεθύμνου κατέχει θέσεων. Δυστυχώς όμως η παντελής έλλειψις άρτου ηνάγκασεν ημάς να εγκαταλείψωμεν και τας θέσεις τας ανωτέρω και την επαρχίαν Αποκορώνων.
Προ της αναχωρήσεως όμως ημών απεφασίσαμεν να προσβάλωμεν τον εις το χωρίον Πεμόνια στρατοπεδεύοντα Τουρκικόν στρατόν. Όθεν την 30 του λήξαντος οι ημέτεροι επετέθησαν κατά των θέσεων, άς κατείχον πέριξ του χωρίου οι Τούρκοι, και αφού εξεδίωξαν αυτούς, έκλεισαν εντός των οικιών του χωρίου. Ανέπτυξαν δε τοιούτον ηρωϊσμόν, ώστε ανέβησαν και επί των δωμάτων των οικιών, ίνα αρπάσωσι μίαν εχθρικήν σημαίαν. Βεβαίως δε ήθελον καύσει ή κυριεύσει άπαντας οι ημέτεροι, εάν κατά την κρίσιμον στιγμήν και αυτός ο Θεός δεν εκηρύσσετο καθ’ ημών, διότι βροχή ραγδαιοτάτη καταπεσούσα κατέστησεν άχρηστα τα όπλα των Κρητών, ηνάγκασε δε άπαντας τους ημετέρους να αποσυρθώσι.
Τότε οι διαμένοντες εν τω πλησίον χωρίω Φραι Τούρκοι εξελθόντες επετέθησαν κατά της δεξιάς ημών πτέρυγος και ηνάγκασαν μάλιστα αυτήν να υποχωρήση κατά τι, μεθ’ ό κατώρθωσαν να εισέλθωσιν εις το χωρίον Μελιδόνι. Αλλά μετ’ ολίγον επανελθόντες αθρόοι οι ημέτεροι προσέβαλον τους Τούρκους και εξεδίωξαν εκ του χωρίου αυτού, επελθούσης δε της νυκτός, ημείς μεν απεσύρθημεν εις τα χωρία Καραίς και Μελιδόνι, οι δε Τούρκοι εις Φραί και Πεμόνια.
Απερίγραπτος είναι η λύπη των ημετέρων, αναγκασθέντων ένεκα της ραγδαιότατης βροχής ν’ αφήσωσι την νίκην αυτών ημιτελή. Την επιούσαν της συμπλοκής ταύτης επειδή οι άνδρες δια την έλλειψιν των τροφών απεμακρύνθησαν, εμένομεν δε μόλις 300 ημείς, ανεχωρήσαμεν και εφθάσαμεν αυθημερόν ενταύθα. Εδώ επληροφορήθημεν περί της εις Αγίαν Ρουμέλην αφίξεως του «Πανελληνίου» και της αποβιβάσεως πολλών αναγκαίων πραγμάτων, ιδίως δε τροφών. Δυστυχώς η έλλειψις ζώων και το λίαν ορεινόν της χώρας τω Σφακίων καθιστά σχεδόν αδύνατον την μεταφοράν των πραγμάτων, ούτω δε τρέχομεν τον κίνδυνον να μείνωμεν και πάλιν άνευ τροφών. Η θέσις ήν κατέχομεν είνε λίαν οχυρά, και εάν κατορθώσωμεν να συγκεντρώσωμεν δύναμιν ικανήν, θ’ αποκρούσωμεν βεβαίως τον καθ’ ημών επερχόμενον εχθρόν.
Εν τη εις Πεμόνια συγκρούσει εφονεύθησαν 25 εκλεκτοί Τούρκοι, εν οίς και δύω αξιωματικοί, εκ δε των ημετέρων εφονεύθησαν τρεις, δύω δε άλλοι, εξ ών ο εις ο γαμβρός του οπλαρχηγού Σίφακα, εσφάγησαν υπό των Τούρκων εις Μελιδόνι. Ο δε υιός του εκ Σελίνου ανδρείου αρχηγού Κριάρη και ο αδελφός του ατρομήτου αρχηγού Χατζημιχάλη έλαβον πληγάς ενδόξας.
Ο αδελφός του Χατζημιχάλη είναι ανήρ ατρόμητος, φέρει δε τρεις πληγάς, ο δε καπετάν Κριάρης ομοιάζει τον μακαρίτην στρατηγόν Κριεζώτην∙ είναι δε ο διάδοχος του Κουμή, διότι όπου ακούσει Τούρκους ρίπτεται κατόπιν ως σκύλος κυνηγετικός.
Ι. ΖΥΜΒΡΑΚΑΚΗΣ
(Στο επόμενο Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΚΑΔΙΟΥ)
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΡΚΑΔΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1866-69.
Ο Γεώργιος Σκουλάς είναι ο συγγραφέας του βιβλίου ΤΑ ΑΝΩΓΕΙΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟΜΟΣ Α΄. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΥΣΤΙΣ ΤΗΛ; 2810346451
