Φωτογραφίες: Τζούλια Νταγιαντά
Πλήθος κόσμου βρέθηκε σήμερα Τετάρτη 28 Οκτωβρίου στην πλατεία Αρμί για να τιμήσει την επέτειο του ”ΟΧΙ” και να παρακολουθήσει την παρέλαση της μαθητιώσας νεολαίας.
Παρουσία της Δημοτικής Αρχής και των φορέων του τόπου τελέστηκε αρχικά δοξολογία στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη και στη συνέχεια έγινε κατάθεση στεφάνων στο ηρώο της πλατείας. Οι μαθητές των σχολείων μας χειροκροτήθηκαν θερμά κατά την παρέλαση τους στον κεντρικό δρόμο των Ανωγείων.
Το ιστορικό της ημέρας εκφώνησε η εκπαιδευτικός του Δημοτικού κ.Θεοδώρα Μπαλάφα η οποία ανέφερε αναλυτικά τα εξής:
“Ιερή συγκίνηση κατέχει σήμερα τις ψυχές μας. Μια μεγάλη επέτειο γιορτάζουμε, ένα σταθμό της ιστορίας μας, φωτεινό και ολόχρυσο πανηγυρίζουμε. Είναι η χρυσή σελίδα, που οι δοξασμένοι στρατιώτες μας πρόσθεσαν στην ιστορία της πατρίδας μας. Η νέα δόξα, η νέα τιμή που οι ήρωες μας δημιούργησαν με τις θυσίες τους. Είναι το ασύγκριτο, το μοναδικό ΟΧΙ που δείχνει όλο το θάρρος και τη δύναμη της φυλής μας, όλη την τόλμη και την υπερηφάνεια που κρύβει μέσα της η αθάνατη Ελληνική ψυχή. Αυτή τη μέρα γιορτάζουμε σήμερα. Καθετί που ξεχνιέται, χάνεται. Υπάρχουν όμως γεγονότα τόσο φωτεινά, τόσο ζωντανά που νικούν το χρόνο και περνούν στην αιωνιότητα. Πολλούς τέτοιους σταθμούς, πολλά υπέροχα και μεγάλα γεγονότα έχει να επιδείξει η ιστορία της φυλής μας.
Μια ακριβώς απ’ αυτές τις σελίδες της ιστορίας μας, αξέχαστη και ζωντανή είναι το θαύμα του ’40 που γιορτάζουμε σήμερα. Ήταν πράγματι θαύμα, ήταν μεγαλούργημα η γιγαντομαχία του ’40, αφού μια χούφτα Έλληνες, με τα ελάχιστα εφόδια τους τόλμησαν να ορθώσουν ανάστημα και να αντισταθούν στις σιδερόφραχτες στρατιές, άρτια εξοπλισμένων κρατών. Η άσβεστη, η ακοίμητη φλόγα της λευτεριάς, που καίει μέσα σε κάθε ελληνική ψυχή, έδωσε το θάρρος, τη δύναμη και την τόλμη στους στρατιώτες μας κι έγιναν οι ήρωες με την ατσαλένια θέληση, οι αγνές μορφές που θα θυμίζουν την πίστη στα αιώνια και ακατάλυτα ιδανικά της φυλής μας.
Αλλά, ας αφήσουμε τη φαντασία μας να τρέξει μερικά χρόνια πίσω. Βρισκόμαστε στο τέλος της τρίτης δεκαετίας του 1900. Ατμόσφαιρα βαριά επικρατεί στην Ευρώπη. Η σκιά του πολέμου πλανιέται απειλητική στον ορίζοντα των κρατών. Ο πόλεμος αρχίζει. Ο Μουσολίνι. παλιός εχθρός της πατρίδας μας. τη θεωρεί εύκολη λεία και τρέχει να την κατακτήσει. Έχει ξεχάσει ότι τη χώρα αυτή την υπερασπίζονται οι απόγονοι του Λεωνίδα και του Διάκου και με μεγάλη αυθάδεια ζητεί, με τον πρεσβευτή του, την αξέχαστη εκείνη αυγή της 28ης Οκτωβρίου 1940, να του παραδοθεί η Ελλάδα.
Πώς ήταν δυνατόν τα παιδιά της να δεχτούν μια τέτοια προσβολή. «ΟΧΙ» απάντησε ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας. «ΟΧΙ» απάντησε μ’ ένα στόμα κι ολόκληρη η Ελληνική φυλή. Οι Έλληνες τρέχουν να προλάβουν να βάλουν τα στήθη τους εμπόδιο στην επιδρομή του κατακτητή. Έτσι οι στρατιώτες μας αφήνοντας μάνα, γυναίκα και παιδιά έτρεξαν στις άγριες κορφές του Γράμμου και του Βίτσι για να γράψουν μια ακόμη ολόχρυση σελίδα στην ιστορία της φυλής μας.
Στα βουνά της Αλβανίας οι Έλληνες έδειξαν στην ανθρωπότητα ότι η υπεροχή δεν ανήκει στο πλήθος, ανήκει σ’ εκείνους που λατρεύουν τη λευτεριά, ανήκει σ’ αυτούς που φλογίζονται από αγάπη για την πατρίδα, σ’ αυτούς που αψηφούν το θάνατο και τους κινδύνους. Οι μικροί, οι ασήμαντοι, κατά τους αντιπάλους τους, έγιναν θεριά φοβερά. Όλος ο κόσμος μιλά για τη δοξασμένη τούτη γωνιά και τους άξιους υπερασπιστές της. Τα συγχαρητήρια φτάνουν από παντού. Αυτός ο άνισος, ο τολμηρός αγώνας έγινε αιτία ειπωθεί το περίφημο «Οι Έλληνες δεν πολεμούν σαν ήρωες, αλλά οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Και δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο τις σφαίρες και τα κανόνια των εχθρών. Χειμώνας βαρύς τους βρήκε με ελάχιστα εφόδια, στις παγωμένες κορφές της Ηπείρου. Ο ανεφοδιασμός πολλές φορές είναι αδύνατος. Οι Ηπειρώτισσες όμως κουβαλούν στην πλάτη εφόδια και ζεστά ρούχα αψηφώντας κακουχίες και κρύο.
Τεράστιες ήταν οι καταστροφές στις τάξεις του εχθρού. Οι ατέλειωτες στρατιές του Μουσολίνι καταστράφηκαν. Ο ενθουσιασμός των Ιταλών σπάει και διαλύεται. Οι διοικητές της Ιταλικής στρατιάς αλλάζουν. Τέλος επισκέπτεται το μέτωπο ο ίδιος ο Ντούτσε. Δεν πιστεύει σ’ αυτά που γίνονται. Η Ελλάδα γι αυτόν ήταν ζήτημα ωρών και τώρα να του στοιχίσει τόσο αίμα και τόση καθυστέρηση; Διαπιστώνει όμως ότι οι αντίπαλοί του πολεμούν σα θεριά υπερασπίζοντας τα τίμια χώματά τους. Είναι ήρωες.
Έξι μήνες πάλεψαν οι Έλληνες μα δε δείλιασαν ούτε λεπτό. Τώρα όμως οι στρατιές γίνονται δύο. Τα φοβερά γερμανικά Στούκας σπέρνουν τον όλεθρο και την καταστροφή στις μεγάλες Ελληνικές πόλεις. Οι εχθροί πατούν τα άγια χώματα της πατρίδας μας τον αξέχαστο εκείνο Απρίλη του 41.
Δύσκολος ο αγώνας και η αντίσταση για τον ήδη ταλαιπωρημένο ελληνικό στρατό που για μήνες αιμορραγεί στα βουνά της Αλβανίας. Η Ελλάδα αναγκάζεται να υποχωρήσει μπροστά στην καλά οργανωμένη Γερμανική μηχανή. Όμως η φλόγα για τη λευτεριά καίει άσβεστη στην ψυχή των Ελλήνων και έτσι η αντίσταση οργανώνεται στις πόλεις και τα χωριά. Βαρύ το τίμημα που πληρώνουν οι πατριώτες για την παλικαριά τους. Για κάθε χτύπημα που καταφέρνουν στον εχθρό τα αντίποινα είναι σκληρά. Οι Γερμανοί βασανίζουν, εκτελούν, καίνε ολόκληρα χωριά, για έναν νεκρό στρατιώτη τους σκοτώνουν 10 Έλληνες, για έναν αξιωματικό 100 και για συνταγματάρχες και στρατηγούς πάνω από 1000 κι όμως αδυνατούν να κάμψουν τη θέληση των Ελλήνων για αντίσταση.
Οι Ανωγειανοί πληρώνουν κι αυτοί με τη σειρά τους βαρύ τίμημα για την ανδρεία τους. Καθ΄ όλη τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής το χωριό υπήρξε κέντρο οργάνωσης της αντίστασης και ορμητήριο των πατριωτών εναντίων του εχθρού. Πολλές οι προσπάθειες των κατακτητών να το συντρίψουν και πολλές οι βαναυσότητες εναντίων των κατοίκων του αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Οι Ανωγειανοί συνεχίζουν την αντιστασιακή τους δράση αρνούμενοι να υποκύψουν. Τον Αύγουστο του 1944, με απόφαση του ο Γερμανός διοικητής Μίλλερ διατάσσει την ισοπέδωση του χωριού και την εκτέλεση -παντός άρρενος Ανωγειανού, όστις ήθελεν ευρεθεί εντός του χωριού και πέριξ αυτού εις απόστασιν ενός χιλιομέτρου- όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η ανακοίνωση του.
Στις 13 Αυγούστου 1944, 7000 Γερμανοί επιτίθενται στο χωριό. Επί 24 ημέρες οι Γερμανοί λεηλατούσαν, έσφαζαν, έκαιγαν. Βομβάρδισαν και κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τα 940 σπίτια του χωριού, εκτέλεσαν όσους άντρες γυναίκες και παιδιά βρέθηκαν μέσα στο χωριό και λεηλάτησαν τις περιουσίες των κατοίκων. Τα Ανώγεια, αυτό το μικρό σε έκταση και πληθυσμό αλλά μεγάλο σε θάρρος και πατριωτισμό μέρος μέτρησε συνολικά 164 νεκρούς στο βωμό της λευτεριάς.
Είναι ανυπολόγιστης αξίας οι θυσίες των Ελλήνων για την οικουμένη. Μπορούμε να πούμε ότι η Ελληνική θυσία υπήρξε το πρώτο χτύπημα στη ναζιστική αλαζονεία. Και αν οι λαοί σήμερα είναι περήφανοι για την πρόοδο και τον πολιτισμό τους αυτό οφείλεται κατά πολύ στη χούφτα αυτή των ανθρώπων με τις μεγάλες παραδόσεις, τα υψηλά ιδανικά και τις αγνές επιδιώξεις.
Έτσι έκλεισε μια λαμπρή σελίδα της ιστορίας μας που αποτελεί σταθμό δόξας και τιμής για την πατρίδα μας. Ας μη ξεχνάμε λοιπόν ποτέ ότι έχουμε ένδοξα παρελθόν και μια ιστορία ολοζώντανη. Είμαστε οι φορείς μιας ιερής παράδοσης και οι κληρονόμοι ενός μοναδικού μεγαλείου.
Ας μη ξεχνάμε ότι η μοίρα του τόπου μας είναι ν’ αντιμετωπίζουμε εχθρούς και ας είμαστε πάντα έτοιμοι στις δύσκολες στιγμές της πατρίδας μας να φανούμε άξιοι απόγονοι των μεγάλων προγόνων μας, της λαμπρής ιστορίας μας και του δοξασμένου παρελθόντος μας.”
Τιμή και δόξα στους αθάνατους νεκρούς μας.
Ζήτω ο αδούλωτος Ελληνικός λαός.
Ζήτω η Ελλάδα!