Το ιστορικό της ημέρας ανέπτυξε στην πλατεία Αρμί, η δασκάλα κα Σταυρούλα Μάγκογλου, στην διάρκεια των εκδηλώσεων τιμής και μνήμης του Δήμου Ανωγείων για την επέτειο του “ΟΧΙ”. Αναλυτικά ολόκληρη η ομιλία της έχει ως εξής:
«Αιδεσιμότατοι, εκπρόσωποι των τοπικών αρχών,
Κυρίες και κύριοι, αγαπητά μας παιδιά.
Συγκεντρωθήκαμε σήμερα όλοι μας εδώ για να γιορτάσουμε την επέτειο, να τιμήσουμε τους προγόνους μας, που αγωνίστηκαν στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940. Η 28η Οκτωβρίου είναι ηµέρα µνήµης και τιµής για όλες τις Ελληνίδες και τους Έλληνες. Είναι ηµέρα υπερηφάνειας για το σθένος και τη δύναµη ψυχής που επέδειξε ο ελληνισµός. Είναι επέτειος απόδοσης της οφειλόµενης τιµής σε όλους όσους όρθωσαν το ανάστηµά τους, απέναντι στις δυνάµεις της βίας και του φασισµού.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος άρχισε, όπως είναι γνωστό, το Σεπτέμβριο του 1939. Οι
Ιταλοί από καιρό προκαλούσαν διάφορα επεισόδια, με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό
του πολεμικού πλοίου «Έλλη» στις 15 Αυγούστου 1940. Όλα αυτά έδειχναν την απειλή που πλησίαζε στην Ελλάδα.
Έτσι το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο πρεσβευτής της Ιταλίας, Γκράτσι,
επέδωσε στον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας Ιωάννη Μεταξά το τελεσίγραφο με το
οποίο ο Μουσολίνι, ο ηγέτης της Ιταλίας, ζητούσε την κατοχή ορισμένων ελληνικών
περιοχών. Αν η Ελλάδα δε δεχόταν, τότε θα τις καταλάμβανε με τα όπλα. Κι ήταν ακριβώς αυτή την ιστορική στιγμή που ο Έλληνας πρωθυπουργός απάντησε
το «ΟΧΙ», γνωρίζοντας πως μεγαλύτερο αγαθό από το αγαθό της ελευθερίας δεν
υπάρχει. Την ίδια απάντηση έδωσαν στην πράξη, όλοι οι Έλληνες μαζί καθώς ξεχύθηκαν στους δρόμους και ζητούσαν όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του, να προσφέρει σ’ αυτόν τον πόλεμο.
Ο Μουσολίνι με 100 000 στρατιώτες που είχε συγκεντρωμένους στην Αλβανία,
πίστευε πως θα καταχτούσε την Ελλάδα με τόση ευκολία σαν να έκανε περίπατο. Η υποδουλωμένη μέχρι τότε Ευρώπη παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα την μικρή Ελλάδα που τολμά να αντιταχθεί με το μικρό της ανάστημα και την μεγάλη καρδιά, στη πολεμόχαρη βία του Ιταλικού φασισμού. Η γενναιοψυχία των Ελλήνων φωτίζει σαν ήλιος φωτεινός ένα σκοτεινό κόσμο. Στα χιονοσκέπαστα βουνά της Πίνδου μέσα σ’ ένα βαρύ και αδυσώπητο χειμώνα, η παγωνιά και το χιόνι που σκέπαζε τα βουνά της Πίνδου ταλαιπωρούσε αφάνταστα τους στρατιώτες των δύο αντιπάλων. Τα κρυοπαγήματα και οι θάνατοι από τις κακουχίες και τις σφαίρες ήταν πολύ συχνοί. Παρ’ όλες τις δυσκολίες, οι Έλληνες στρατιώτες πολέμησαν ηρωικά και κατάφεραν το θαύμα, να κατατροπώσουν τον εχθρό. Οι αναγγελίες των νικών των Ελλήνων διαδέχονται η μια την άλλη. Τα δάση της Πίνδου γεμίζουν από Ιταλούς νεκρούς.
Αλλά τα ηρωικά κατορθώματα των Ελλήνων δεν περιορίζονται μόνο στη στεριά. Τα υποβρύχια Αδρίας, Παπανικολής, Λάμπρος Κατσώνης, Πρωτέας, Τρίτωνας και ο
εμπορικός στόλος εκδικούνται περίλαμπρα τον εγκληματικό τορπιλισμό της
«Έλλης». Στο έργο τους αυτό βοηθά και η γενναία αεροπορία μας με τις επιτυχείς
αναγνωρίσεις και τους βομβαρδισμούς.
Σπουδαία είναι και η συμβολή του άμαχου πληθυσμού και ιδίως ο υπέροχος ηρωισμός των γυναικών της Πίνδου, οι οποίες αψηφώντας κάθε κίνδυνο και κόπο μεταφέρουν πολεμοφόδια, τροφές και νερό σε μέρη δύσβατα συντελώντας έτσι με την αυτοθυσία τους στην επιτυχή δράση του Εθνικού στρατού.
Έτσι, ύστερα από 6 μήνες περίπου, η φασιστική επίθεση των Ιταλών αποτυγχάνει παταγωδώς με τέτοιο περίλαμπρο τρόπο και ο ιταλικός στρατός συντρίβεται οριστικά.
Όταν λοιπόν, ο Μουσολίνι αντιλήφθηκε πως δεν υπήρχε για το στρατό του σωτηρία, ζήτησε τη βοήθεια του σύμμαχού του Χίτλερ. Έτσι τον Απρίλιο του 1941 η ναζιστική Γερμανία επιτίθεται κατά της Ελλάδας. Και στη δεύτερη αυτή εισβολή οι Έλληνες απάντησαν και πάλι «ΟΧΙ». Μόνοι τους αντιμετώπισαν δύο μεγάλες δυνάμεις και λίγες μέρες αργότερα υπέκυψαν. Ότι δεν πέτυχαν οι Ιταλοί, το κατάφεραν οι Γερμανοί. Έτσι άρχισαν τα μαύρα χρόνια της γερμανοϊταλικής κατοχής της Ελλάδας.
Για τέσσερα σχεδόν χρόνια οι Έλληνες υπέφεραν από την πείνα τις στερήσεις αλλά
και από τα βασανιστήρια και τις εκτελέσεις. Πολύ σύντομα όμως οι Έλληνες ξαναβρήκαν τη δύναμη να επαναστατήσουν εναντίον του νέου εισβολέα. Οργανωμένος ο ελληνικός λαός σε αντιστασιακές οργανώσεις, ρίχτηκε σε ένα φοβερό αγώνα, γράφοντας την αθάνατη εποποιία της εθνικής μας αντίστασης, φλογισμένος απ’ τα ιδανικά της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και προκοπής. Οι οργανώσεις της εθνικής αντίστασης απλώθηκαν σε πόλεις και σε χωριά. Τα βουνά μας πλημμύρισαν αγωνιστές της λευτεριάς. Πολλοί διέφυγαν στην Αίγυπτο όπου δημιουργήθηκε ένας νέος ελληνικός στρατός, που πολέμησε μαζί με τους άλλους συμμάχους μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας. Μετά από σκληρούς αγώνες σήμαναν γιορταστικά οι καμπάνες της λευτεριάς. Απέδειξαν έμπρακτα για άλλη μια φορά, ότι ενωμένοι οι Έλληνες μεγαλουργούν.
Σήμερα λοιπόν, τιμώντας τη θυσία τους, ας κρατήσουμε ότι είναι χρήσιμο για το δικό μας καθημερινό αγώνα. Ας φωνάξουμε πάλι το ΟΟΟΧΙ! !Όχι στη βία! Όχι στην αδικία! Όχι στην τυραννία!! Κι αν η μοίρας μας κάποτε στήσει μπροστά μας ένα ’40, ξανά με ένα ΌΧΙ θα απαντήσουμε…
Ζ Η Τ Ω Η Ε Λ Λ Α Δ Α!»