Ιστορία

Η πλατεία Αρμί ήταν κατάμεστη από τον κόσμο των Ανωγείων, που βρέθηκε εκεί για να τιμήσει την μεγάλη εθνική επέτειο και τους ήρωες του έπους του ’40 που εναντιώθηκαν στα φασιστικά ιδεώδη και πάλεψαν για την Ελευθερία και Ανεξαρτησία τους. Δίπλα στο Ηρώο του Ανωγειανού αγωνιστή όπου βρίσκονται χαραγμένα τα ονόματα όλων των νεκρών μας στα βουνά της Αλβανίας, και σε όλη τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου κατατέθηκαν στεφάνια τιμής και μνήμης από τις αρχές αλλά και τη νεολαία του χωριού που κρατάει άσβεστη τη μνήμη των Ηρώων.

Αρχικά τελέστηκε επίσημη δοξολογία στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννου παρουσία της δημοτικής αρχής, φορέων των Ανωγείων και κόσμου.

Στη συνέχεια στην πλατεία το ιστορικό της 28ης Οκτωβρίου 1940 ανέπτυξε η καθηγήτρια-Οικονομολόγος του Σταυρακείου Λυκείου Ανωγείων κα Ελένη Μακρή.

Οι ιδανικές καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στα Ανώγεια, βοήθησαν με τη σειρά τους τη μαθητική κοινότητα να παρελάσει με σεβασμό και τιμή στον κεντρικό δρόμο των Ανωγείων και να χειροκροτηθεί θερμά από όλο τον κόσμο.

Χρόνια πολλά σε όλο τον κόσμο.

Μνημόσυνο των 32 εκτελεσθέντων στις 22 Αυγούστου 1944 πραγματοποιήθηκε στα Σίσαρχα υπό τη διοργάνωση του Πολιτιστικού Συλλόγου Σισάρχων και του Πολιτιστικού Συλλόγου Σάρχου μετά από πρόταση του τελευταίου, καθώς στα θύματα περιλαμβάνονταν 15 Σαρχιανοί, οι οποίοι συνελήφθησαν από τους Γερμανούς στις 13 Αυγούστου 1944 στο Σάρχο και μεταφέρθηκαν ως όμηροι στα Ανώγεια, για να εκτελεστούν μετά το τέλος της λεηλασίας στα Σίσαρχα.

Στο μνημόσυνο παραβρέθηκαν και κατάθεσαν στεφάνια στο μνημείο των πεσόντων, ο εκπρόσωπος του Δημάρχου Ανωγείων Λευτέρης Μανουράς,  ο Αντιπρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σισάρχων, Ανδρέας Βρέντζος, ο Στελής Σταυρακάκης, δημοτικός σύμβουλος Ανωγείων, ενώ από μέρους των συγγενών των θυμάτων κατέθεσε στεφάνι ο Μύρων Περβολαράκης, όπως επίσης και ο Πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Σάρχου, Γεώργιος Αδαμάκης και η Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σάρχου, Ειρήνη Περβολαράκη.

Από μέρους του Πολιτιστικού Συλλόγου Σισάρχων, η Ζαχαρένια Κεφαλογιάννη, αναφέρθηκε στην μεστή ομιλία της στα ιστορικά γεγονότα μέσα από γραπτές μαρτυρίες, και στη συνέχεια προχώρησε στο προσκλητήριο πεσόντων.

Από μέρους του Πολιτιστικού Συλλόγου Σάρχου, ο Μύρων Περβολαράκης εκφώνησε έναν συγκινητικό και ποιητικό λόγο, αφηγούμενος τα τραγικά γεγονότα και τα δραματικά συναισθήματα.

Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη κατασκευής μνημείου στον ίδιο τον τόπο της εκτέλεσης, ανταποκρινόμενο στο μέγεθος της θυσίας, όπως και στην ανάγκη απόδοσης των απαιτούμενων τιμών από την πολιτεία με τη διοργάνωση του μνημοσύνου αυτού στο εξής υπό την αιγίδα των Δήμων Ανωγείων και Μαλεβιζίου, σε συνεργασία με τους δυο Πολιτιστικούς Συλλόγους. Οι παρευρισκόμενοι εξέφρασαν στη συνέχεια την επιδοκιμασία τους στην πρότασή αυτή, η οποία συμφωνήθηκε να υποβληθεί ως κοινή πρόταση των δυο συλλόγων στους οικείους Δημάρχους, Σωκράτη Κεφαλογιάννη και Μενέλαο Μποκέα.

Την επιμνημόσυνη δέηση τέλεσαν οι ιερείς, πατήρ Ανδρέας Δραμουντάνης από την ενορία Σισάρχων και πατήρ Γεώργιος Καρουζάκης από την ενορία Σάρχου. Στο μνημόσυνο συμμετείχαν κάτοικοι και συγγενείς των θυμάτων από τα Σίσαρχα και τον Σάρχο.

Ο Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σισάρχων, Λευτέρης Χαρωνίτης, και η Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σάρχου, Ειρήνη Περβολαράκη, είχαν τη χαρά, συνεργαζόμενοι αρμονικά, να οργανώσουν για άλλη μια χρονιά αυτήν την τελετή μνήμης, ενώ για τη μακαρία των νεκρών προσφέρθηκαν χειροποίητα εδέσματα επιμελημένα από τα μέλη των δύο συλλόγων και καφές από τον φιλόξενο σύλλογο των Σισάρχων.

Οι Πρόεδροι

Για τον Πολιτιστικό Σύλλογο Σισάρχων

Ειρήνη Περβολαράκη

Για τον Πολιτιστικό Σύλλογο Σισάρχων

Λευτέρης Χαρωνίτης

 

Μετά το γκράφιτι με την μορφή του Νίκου Ξυλούρη στην είσοδο του χωριού κατά την διάρκεια των περσινών εκδηλώσεων, οι διοργανωτές του Φεστιβάλ Χαιμαλίνα, ολοκλήρωσαν απόψε τις φετινές με την μορφή της μεγάλης Ανωγειανής αγωνίστριας Βαγγελιώς Κλάδου να κοσμεί ένα τοίχο στα πατρογονικά της εδάφη στα Σίσαρχα! Στο γκράφιτι και πάλι δημιουργός ο Αλέξανδρος Ραπτάκης που συμμετείχε σε αυτόν τον σκοπό αφιλοκερδώς. Αξίζουν συγχαρητήρια στους εμπνευστές της ιδέας αλλά και στον καλλιτέχνη που της έδωσε μορφή. Όπως αναφέρουν οι διοργανωτές του Φεστιβάλ:

“Η Ευαγγελία Κλάδου επιστρέφει στον τόπο της, πλάι στο αγαπημένο της σχολειό, ανοίγοντας ξανά το παράθυρο στη γνώση, τον αγώνα και την ελευθερία . Η ιστορία κυριαρχείται από αντρικές φιγούρες που επηρέασαν την έκβαση γεγονότων. Υπάρχουν,όμως γυναίκες που, ενώ υπερέβησαν ανθρώπους και όπλα, δεν έλαβαν ποτέ όση αναγνώριση τους άξιζε.

Μια από αυτές τις γυναίκες, είναι η Βαγγελιώ Κλάδου. Γεννημένη στα Σίσαρχα, δασκάλα στο επάγγελμα και οργανωμένη στο ΚΚΕ από το 1942, όταν ξέσπασε ο πόλεμος εντάχθηκε αμέσως στο ΕΑΜ, έχοντας υπό την ευθύνη της το γυναικείο τμήμα του νομού Ρεθύμνης. Ως δασκάλα στην Επισκοπή Μυλοποτάμου δεν εγκατέλειψε τους μαθητές της κατά τη διάρκεια της κατοχής, βοηθώντας έτσι να λειτουργήσει το σχολείο. Το 1944 έγινε μέλος του ένοπλου ΕΛΑΣ. Η συμβολή της στην οργάνωση του αντάρτικου των Λευκών Ορέων ήταν καθοριστική. Αφού αρνήθηκε μετά την κατοχή να δηλώσει υποταγή στο τότε αστικό καθεστώς, δεν κατάφερε να ξαναδουλέψει ως εκπαιδευτικός, παρόλα αυτά δεν επαναπαύτηκε και αφιερώθηκε στο λαϊκό κίνημα των Χανίων, όπου το 1946, στην παναγροτική απεργία, την συνέλαβαν μαζί με άλλους δυο, ως πρωταίτιοι των κινητοποιήσεων. Στην δεύτερη απεργία, μετά από ένα χρόνο έχει μπει πλέον στο στόχαστρο από τις παρακρατικές οργανώσεις. Έγινε μέλος του Δημοκρατικού Στρατού Δυτικής Κρήτης και πρωτοστατούσε στις μάχες του εμφυλίου. Αποκεφαλίστηκε στις 6 Δεκεμβρίου του 1949, μετά την ήττα του Γράμμου, από καταδιωκτικό απόσπασμα. Οι δήμιοι της περιφέρανε στα γύρω χωριά το κεφάλι της, το οποίο δεν βρέθηκε ποτέ. Ως ΑνωγειαΝέες/Νέοι θεωρήσαμε χρέος μας να αποδώσουμε κι εμείς, με τον δικό μας τρόπο, φόρο τιμής στην χωριανή μας αγωνίστρια, που παρά την κυρίαρχη πατριαρχική κουλτούρα, ξεχώρισε με
το θάρρος της στην Κρήτη, μέσα στη μαύρη δεκαετία του 1940.

Ο Αλέξανδρος Ραπτάκης, στο πλαίσιο του φεστιβάλ Χαϊμαλίνα, έδωσε ζωή στη μορφή της, μέσα στο χωριό των Σεισάρχων. Τον ευχαριστούμε πολύ για την αφιλοκερδή συμμετοχή και στήριξη του στον σκοπό μας! “

 https://www.youtube.com/watch?v=V4DFvQWojQ4

 Βγήκαν στ’Ανώγεια Γερμανοί, χιλιάδες και χαλούν τα.

Καιν’ και κουρσεύουν το χωριό, το διαλεχτό της Κρήτης.

Κλαίνε τριγύρω τα βουνά, κλαίει κι ο Ψηλορείτης,

γιατί κουρσεύτηκε κι αυτός, του πήραν τα κοπάδια,

κι έμεινε μόνος κι έρημος.

Πάλι το χτίσαν το χωριό και κάμαν τα κοπάδια

και στολιστήκαν τα βουνά, δεν είναι πια ρημάδια.

(Ιωάννης Φασουλάς-Νταμπακογιάννης)

 

Ήταν Κυριακή πρωί, ένα ζεστό πρωινό, στις 13 Αυγούστου του 1944 την ώρα που οι εκκλησίες λειτουργούσαν, όταν 7.000 Γερμανοί στρατιώτες με την ενίσχυση πυροβολικού και αεροπορίας και κατευθυνόμενοι από 4 σημεία, κυκλώνουν τα Ανώγεια.75 χρόνια πέρασαν, αλλά αυτή η ημέρα προκαλούσε και θα συνεχίσει να προκαλεί έναν αρχικό κόμπο στο στομάχι του κάθε Ανωγειανού όπου γης. Μια επέτειος που θα τιμάται αιώνια στον ιερό αυτό τόπο. Ο αρχικός κόμπος σύντομα μετατρέπεται σε φούσκωμα στο στήθος, ένα φούσκωμα περηφάνιας για την καταγωγή και τους προγόνους μας, που θυσίασαν τα πάντα για την Ελευθερία, αντιτάχθηκαν σθεναρά σε κάθε μορφή φασισμού και ναζισμού  και πότισαν το βωμό της με αίμα, δάκρυα, ξεριζωμό, προσφυγιά και αποκαΐδια, τα οποία όμως η μαχητική τους ψυχή γρήγορα μετέτρεψε σε αναγέννηση, στο στήσιμο ξανά του χωριού, στην επιστροφή του χαμόγελου και της ελπίδας, στα Ανώγεια που γνωρίζουμε σήμερα. Άλλωστε η μαντινάδα του Γιαλάφτη, διαχρονική, δίνει το στίγμα των Ανωγειανών που επέστρεφαν πάντα στον τόπο τους μετά τα τρία Ολοκαυτώματα της Ιστορίας τους, δυο από τους Τούρκους και ένα από τους Γερμανούς και μετέτρεπαν ακούραστοι και πείσμωνες την στάχτη σε λάσπη και πέτρα, τον θρήνο σε τραγούδι ελεύθερο.

 Tην Ιστορία του χωριού θα πω με λίγα λόγια..

Ότι το κάψαν τρεις φορές και πάλι είναι Ανώγεια..(Αριστείδης Χαιρέτης)

Οι Γερμανοί κατακτητές, λίγους μήνες πριν την οριστική τους αποχώρηση από την Κρήτη και την Ελλάδα, μια ανάσα πριν την οριστική κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ, που σκόρπισε τον θάνατο και τον όλεθρο σε ολόκληρη την Ευρώπη, θα θελήσουν να εκδικηθούν τα σημαντικότερα κέντρα αντίστασης του νησιού, μια τελευταία αναλαμπή μίσους και απανθρωπιάς, στοιχεία που αποτελούσαν το κύριο γνώρισμα των ναζί κατακτητών. Ένα από αυτά τα κέντρα αναμφισβήτητα υπήρξαν τα Ανώγεια. Δεν είχε περάσει ούτε μια εβδομάδα, από τις τελευταίες “δράσεις” των Ανωγειανών ανταρτών, της Μάχης στο Σφακάκι στις 7 Αυγούστου και του Σαμποτάζ της Δαμάστας στις 8 του μήνα, που εξευτέλισαν την υποτιθέμενη ανίκητη γερμανική μηχανή, και ο Γερμανός Διοικητής Κρήτης Χ.Μίλλερ συντάσσει στο..πόδι της διαταγή της ισοπέδωσης των Ανωγείων, στην μάταιη προσπάθεια τους να υποτάξουν το ηθικό των ανταρτών των Ανωγείων.

Πέντε αφορμές επικαλέστηκε ο στρατηγός Μίλλερ στην διαταγή ισοπέδωσης των Ανωγείων, πέντε “επειδή”, πέντε αιτίες που μόνο περήφανους κάνουν όλους εμάς τους μεταγενέστερους και νεότερους για την δράση των παππούδων και των πατεράδων μας στη μαύρη διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής. Όταν δεν μπορεί να υποταχθεί η αγέρωχη Ανωγειανή ψυχή, τότε αυτό που μένει είναι η καταστροφή των άψυχων αντικειμένων που την περιβάλλει. Έτσι επί 22 μέρες οι Γερμανοί ξεσπούν στα μητάτα, στις στάνες, στα σύνεργα τυροκομικής, στα σπίτια, τις πλατείες και τις περιουσίες των Ανωγειανών. Μεγάλη ματαιοδοξία να σκέφτεται ο κατακτητής ότι καταστρέφοντας τα, ακολουθεί η ερήμωση και η εγκατάλειψη. Γιατί στα Ανώγεια την καταστροφή ακολούθησε η δημιουργία και την ερήμωση διαδέχτηκε η αναγέννηση.

Ίντα να κάψετε μωρέ; Μπορείτε τσι ψυχές μας;

Τα σπίτια τα γκρεμίσατε, μα όχι τσι καρδιές μας..(Κώστας Μανουράς)”

«Επειδή η πόλις των Ανωγείων είναι κέντρον της αγγλικής κατασκοπίας εν Κρήτη και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το φόνο του λοχία φρουράρχου Γενί-Γκαβέ και της υπ’ αυτόν φρουράς και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το σαμποτάζ της Δαμάστας, επειδή εις Ανώγεια ευρίσκουν άσυλον και προστασίαν οι αντάρται των διαφόρων ομάδων αντιστάσεως και επειδή εκ των Ανωγείων διήλθον και οι απαγωγείς με τον στρατηγόν Φον Κράιπε χρησιμοποιήσαντες ως σταθμόν διακομιδής τα Ανώγεια, διατάσσομεν την ΙΣΟΠΕΔΩΣΙΝ τούτων και την εκτέλεσιν παντός άρρενος Ανωγειανού όστις ήθελεν ευρεθεί εντός του χωρίου και πέριξ αυτού εις απόστασιν ενός χιλιομέτρου»…

Η έγκαιρη προειδοποίηση που υπήρξε γλίτωσε τα Ανώγεια από μια ολοκληρωτική γενοκτονία, καθώς το σύνολο των ανδρών και των αγοριών είχαν εγκαταλείψει ήδη από την προηγούμενη ημέρα τα Ανώγεια, βρίσκοντας καταφύγιο σε δυσπρόσιτες περιοχές και σπηλιές του Ψηλορείτη. 27 πάντως άνθρωποι, κυρίως ηλικιωμένοι που αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, αλλά και νεότεροι, ως και μικρά παιδιά, θα βρουν τραγικό θάνατο, καθώς θα εκτελεστούν εν ψυχρώ στις 22 μέρες διάρκεσε το Ολοκαύτωμα.Περισσότερα από 2.300 γυναικόπαιδα που βρισκόντουσαν εντός των Ανωγείων θα εξοριστούν από τον τόπο τους και θα βρουν καταφύγιο και μια ζεστή αγκαλιά στήριξης σε κάθε μικρό ή μεγάλο χωριό της Κρήτης, από τα Χανιά μέχρι το Λασίθι, από το Ρέθυμνο ως το Ηράκλειο. Η στοργική Κρήτη αγκαλιάζει τους πρόσφυγες Ανωγειανούς, πολλοί από αυτούς μάλιστα θα μείνουν για πάντα στα μέρη που πρώτα έφτασαν μετά το Ολοκαύτωμα, θα δημιουργήσουν εκεί τις οικογένειες τους και θα χτίσουν μικρά Ανώγεια σε κάθε γωνιά του νησιού, μεταφέροντας εκεί τις αξίες, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις τους που διατηρούνται ανέγγιχτα μέχρι και σήμερα.

Δειλά δειλά, μετά την ολοκλήρωση του πολέμου, στα μέσα του 1945 οι Ανωγειανοί θα αρχίσουν να επιστρέφουν στο ισοπεδωμένο χωριό τους και με πενιχρά οικονομικά μέσα, αλλά με κύριο συστατικό τη δύναμη της ψυχής τους, θα χτίσουν ξανά τα σπίτια τους, θα ξαναβάλουν τα κουδούνια στα πρόβατα τους, θα μετατρέψουν την καμμένη και πέτρινη γη, σε χώμα για τα αμπέλια και τις ελιές τους, θα στελιώσουν ξανά τις οικογένειες και τις ζωές τους. Ακούραστα, αγόγγυστα και αδιαμαρτύρητα θα μοχθήσουν για τουλάχιστον μια δεκαετία ώστε να βάλουν την ζωή τους ξανά σε κανονικούς ειρηνικούς ρυθμούς. Αδιαμαρτύρητα για το μεγάλο κακό που τους βρήκε, καθώς άντρες και γυναίκες θεωρούν με μεγαλείο ψυχής, ότι η μεγάλη αυτή θυσία της ισοπέδωσης και ολοκαυτώματος του τόπου, του φόρου αίματος στον Β’Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν επιβεβλημένη ώστε να ανθίσει ξανά το δέντρο της ελευθερίας στην Ελλάδα.

Ίσαμε να ‘χω αναπνιά κι ακόμη απής ποθάνω..

Θα μάχομαι για Λευτεριά και κάτω δεν το βάνω..(Γιώργης Καράτζης)

Αυτά τα Ανώγεια κληρονομήσαμε από τους παλιότερους, αυτά πρέπει και εμείς να παραδώσουμε στις νεότερες γενιές, ένα χωριό με παραδόσεις και αξίες, έναν τόπο με αγώνες και ιστορία και ανθρώπους που απαντούν με ένα χαμόγελο και ένα σήκωμα του κεφαλιού και των μανικιών σε κάθε αντιξοότητα της ζωής, σε κάθε μικρό ή μεγάλο “Ολοκαύτωμα”.

Γροικώ από μέσα μου φωνές, να μου φωνάζουν απελπισμένα.

Και η ψυχή μου να θρηνεί για το χθες που έφυγε με μάθια δακρυσμένα.

Είναι οι προγόνοι μου που προσπαθούνε να ξεκορμίσουν από μένα.

Να μη χαθούνε μου ζητούνε, σαν θα πεθάνω μια μέρα.

Εγώ παλεύω απεγνωσμένα να κρατηθώ στου σήμερα τη μπόρα.

Σαν το καράβι που το χτυπούνε της θάλασσας τα κύματα αγριεμένα.

Μόνη σανίδα σωτηρίας που μου μένει μες στο ταξίδι της ζωής.

Το χρέος μου μην τους ντροπιάσω και ξεφύγω από το δρόμο της τιμής..(Βασίλης Σμπώκος, “Λουκάς”)

Χαρακτηριστικό της τόλμης και της στωικότητας που οι Ανωγειανοί αντιμετώπιζαν το θάνατο, στις δύσκολες εκείνες ώρες της καταστροφής και του ολέθρου, είναι και το ακόλουθο περιστατικό: «Ο Αριστείδης Πασπαράκης ή Αλμπάτης, υπερήλικας κατά την περίοδο καταστροφής των Ανωγείων, διέμενε μόνος σε ένα μικρό σπιτάκι που είχε κτίσει σε αγρόκτημα του στο Μέσα Πλατάνι, κάτω από τα Σίσσαρχα. Μια μέρα τον επισκέφθηκε ο περιπλανώμενος, όπως και οι υπόλοιποι Ανωγειανοί, επίσης γέροντας Μιχάλης Παπαδιός η Τζιομιχάλης. Την ώρα που οι δύο γέροντες καθόταν στο σπιτάκι κατέφθασε ένας Γερμανός από τα Σίσαρχα και οργισμένος τους διέταξε να σηκωθούν για να τους εκτελέσει, να τους κάνει «καπούτ» όπως τους είπε. Και ο Αλμπάτης απευθυνόμενος στο Τζιομιχάλη.

Σήκω, μουρέ, στάσου ανατολικά και κάμε το σταυρό σου. Μια φορά, μουρέ,

θα ποθάνουμε, ας ποθάνουμε σήμερο!!

Ο Γερμανός τους έβγαλε στον οψιγιά, πάνω από το σπιτάκι κι εκεί έχοντας γυρισμένη την πλάτη προς τον εκτελεστή, περίμεναν τη βολή.

Οι στιγμές περνούσαν βασανιστικές χωρίς ο Γερμανός να πραγματοποιεί την απειλή του.

Κάποια στιγμή ο Αλμπάτης γύρισε και είδε το Γερμανό να έχει κατεβασμένο το όπλο και τον άκουσε να του λέει:

-Νιξ παππού, καπούτ σήμερο. Αύριο καπούτ!

Κι ο Αλμπάτης

-Έπαε θαν είμαι γω και αύριο μονό να ‘ρθέις.

Την επάυριο οι δύο γέροντες πήγαν στις συκιές που ήταν απέναντι στο σπιτάκι να βρούν κανένα σύκο να το φάνε και να ξεπεινάσουν και αφού βοσκήθηκαν ο Αλμπάτης λέει στο Τζιομιχάλη:

-Αιντε, μουρέ, Μιχάλη να πάμε στο σπιτάκι γιατί μπορεί να ρθεί κείοσες, εννοώντας το Γερμανό. Άμεσα όμως πήρε την απάντηση.

Για γροίκα είντα λέει! Εγώ δε πάω!

Αργότερα ο Αλμπάτης διηγούμενος το περιστατικό στους Σαρχιανούς τους είπε ότι γύρισε στο σπιτάκι και :

-Έκεια τονε περίμενα πολλή ώρα, μα δεν εγύρισε ο κερατάς …

Ο Στεφανής Ξυλούρης εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους Ναζί την πρώτη μέρα που κύκλωσαν τα Ανώγεια, στις 13 Αυγούστου του 1944.

Ο Στεφανής πήρε το δρόμο προς τα πλάγια για φύγει προς το βουνό. Οι Γερμανοί καταχτητές έδειξαν από την πρώτη στιγμή τις βάρβαρες διαθέσεις τους, σκοτώνοντας ένα 8χρονο παιδί, στην προσπάθεια του να πετάξει προς την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.

Το παιδί θα μείνει άταφο για πολλές μέρες μέσα στην εκκλησία της Παναγίας. Η μάνα του, η Ζαφειρένια Ξυλούρη, βρήκε κάποια στιγμή το κουράγιο και μπήκε στα ισοπεδωμένα Ανώγεια για να θάψει το παιδί. Συγκλονιστική είναι η διήγηση της ίδιας της  Μπαμπακιουδένας:«Έψαξα στα χαλάσματα να βρω νερό για πλύνω το κορμί του δεν βρήκα και το έπλυνα με τα δάκρυα μου…»

“Το χωριό ισοπεδωμένο. Δρόμοι δεν υπήρχαν. Δρόμοι ήταν ανοιχτοί, καινούριοι δρόμοι πάνω από τα χαλάσματα. Ξεπετιούντανε κρεατόμυγες να σε φάνε.Έβλεπες τα σκυλιά τόσανε στο πάχος, να τρώνε πτώματα.Έβλεπες κατσίκες, σκύλους και βόδια ακόμα σκοτωμένα μέσα στο χωριό.Άναβαν δεξά ζερβά,ρούχα, ξύλα και εγροίκας μια μπόχα, μια βρώμα κι απ’ όπου κι αν είχε στραφείς έβλεπες ερείπια, χάλια. Και λέω..Άραγες, αυτό το χωριό, θα ξαναγίνει χωριό ποτές..; Αυτό το χωριό θα ξαναγίνει χωριό πάλι;…”(Μιχάλης Ρούλιος, Ρουλομιχάλης).

Τα Ανώγεια μας τα χτίσανε πάνω στα αποκαίδια,

σκιάς τρείς φορές, άλλες γενιές, μα τα θεμέλια ίδια..(Λευτέρης Μπέρκης)..

 Δόξα και Τιμή στους Ήρωες του Ολοκαυτώματος των Ανωγείων στις 13 Αυγούστου του ’44!

 

Συνολικά 141 Ανωγειανοί είναι οι επίσημοι καταχωρημένοι στα αρχεία ως νεκροί ή εξαφανισθέντες στη διάρκεια του Αλβανικού Πολέμου αλλά και της Κατοχής την περίοδο 1941-44. Με σεβασμό ,ευγνωμοσύνη και περηφάνια η Ανωγή σας παραθέτει όλα τα ονόματα των ηρώων προγόνων μας που χάθηκαν στον βωμό της Λευτεριάς:

Νεκροί Αλβανικού πολέμου

1)  Βρέντζος Δημάρατος Εμμανουήλ

2) Βρέντζος Γεώργιος Εμμανουήλ

 

3)Δακανάλης Εμμανουήλ Γεωργίου

 

4) Δακανάλης Κωνσταντίνος Γεωργίου

 

5) Δραμουντάνης Γεώργιος Αντωνίου

 

6)Δραμουντάνης Βασίλειος Ιωάννη

 

7)Καραμπίνης Γεώργιος Χαραλάμπη

 

8)Κεφαλογιάννης Μενέλαος Ιωάννη

 

9)Κεφαλογιάννης Κλέαρχος Γεωργίου

 

10)Κουτεντάκης Κωνσταντίνος Παύλου

 

11)Μανουράς Εμμανουήλ Ζαχαρία

 

12)  Μανούσος Κλέαρχος Ιωάννη

 

13)Μπέρκης Γεώργιος Ιωάννη

 

14)Νιώτης Αντώνιος Δημητρίου

 

15)Πλεύρης Γεώργιος Βασιλείου

 

16)Σκουλάς Κωνσταντίνος Εμμανουήλ

 

17)Σκουλάς Ευάγγελος Γεωργίου

 

18)Συκιώτης Κωνσταντίνος Νικολάου

 

19)Κεφαλογιάννης Αντώνιος Γεωργίου

 

Νεκροί και εξαφανισθέντες Κατοχής (1941-44)

1)Αεράκης Νικόλαος Εμμανουήλ

 

2)Αεράκης Ανδρέας Ιωάννη

 

3)Βλατά Ελένη Γεωργίου

 

4)Βογιατζής Εμμανουήλ Γεωργίου

 

5)Βουιδάσκης Βασίλειος Κωνσταντίνου

 

6)Βρέντζος Μιχάλης Βασιλείου

 

7)Βρέντζος Βασίλειος Νικολάου

 

8)Βρέντζος Ιωάννης Βασιλείου

 

9)Βρέντζος Μιχαήλ Βασιλείου

 

10)Βρέντζος Εμμανουήλ Χαραλάμπη

 

11)Βρέντζος Ιωάννης Χαραλάμπη

 

12)Βρέντζος Βασίλειος Εμμανουήλ

 

13)Δακανάλης Γεώργιος Εμμανουήλ

 

14)Δραμουντάνης Ιωάννης Στεφάνου

 

15)Δραμουντάνης Βασίλειος Ιωάννη

 

16)Δραμουντάνης Εμμανουήλ Νικολάου

 

17)Δραμουντάνης Γεώργιος Βασιλείου

 

18)Καβλέντη Αγάπη Εμμανουήλ

 

19)Καβλέντης Νικόλαος Εμμανουήλ

 

20)Καβλέντης Βασίλειος Κωνσταντίνου

 

21)Καλλέργης Γεώργιος Δημητρίου

 

22)Καλλέργης Μιχαήλ Αντωνίου

 

23)Καλλέργης Εμμανουήλ Γεωργίου

 

24)Καλλέργης Γεώργιος Σπυρίδωνος

 

25)Καλλέργης Εμμανουήλ Γεωργίου

 

26)Καλομοίρης Κωνσταντίνος Δημητρίου

 

27)Καλομοίρης Γεώργιος Δημητρίου

 

28)Καλομοίρης Δημήτριος Ιωάννη

 

29)Καλομοίρης Ιωάννης Δημητρίου

 

30)Καραμπίνης Χαράλαμπος Ιωάννη

 

31)ΚαραΪσκου Ειρήνη Γεωργίου

 

32)Κεφαλογιάννης Βασίλειος Εμμανουήλ

 

33)Κεφαλογιάννης Χαράλαμπος Δημητρίου

 

34)Κεφαλογιάννης Κωνσταντίνος Γεωργίου

 

35)Κοκοσάλη Αμαλία Ιωάννη

 

36)Κοκοσάλης Ανδρέας Σαρακηνού

 

37)Κοκοσάλης Εμμανουήλ Νικολάου

 

38)Κοκοσάλης Νικόλαος Γεωργίου

 

39)Κονιός Ιωάννης Γεωργίου

 

40)Κοντόκαλος Κωνσταντίνος Γεωργίου

 

41)Κουβίδης Μιχαήλ Βασιλείου

 

42)Κουνάλης Ευάγγελος Θεόδωρου

 

43)Κουνάλης Αριστομένης Βασιλείου

 

44)Κουνάλης Βασίλειος Εμμανουήλ

 

45)Κουνάλης Μιχαήλ Εμμανουήλ

 

46)Κουνάλης Εμμανουήλ Ιωάννη

 

47)Κουτάντος Σωκράτης Κωνσταντίνου

 

48)Κουτάντος Ιωάννης Κωνσταντίνου

 

49)Κουτεντές Ιωάννης Νικολάου

 

50)Μαγούλιος Κωνσταντίνος Δράκου

 

51)Μανουράς Ιωάννης Εμμανουήλ

 

52)Μανουράς Εμμανουήλ Ζαχαρία

 

53)Μανουράς Ιωάννης Σταύρου

 

54)Μανουράς Ευγένιος Ζαχαρία

 

55)Μανουράς Μενέλαος Μιχαήλ

 

56)Μανουράς Νικόλαος Γεωργίου

 

57)Μανουράς Βασίλειος Σταύρου

 

58)Μανουράς Ιωάννης Ζαχαρία

 

59)Μαυρογιάννης Εμμανουήλ Ιωάννη

 

60)Μαυρόκωστας Βασίλειος Μιχαήλ

 

61)Ξετρύπης Εμμανουήλ Ιωάννη

 

62)Ξημέρης Ιωάννης Εμμανουήλ

 

63)Ξυλούρης Βασίλειος Κωνσταντίνου

 

64)Ξυλούρης Ιωάννης Βασιλείου

 

65)Ξυλούρης Στέφανος Εμμανουήλ

 

66)Ξυλούρης Κωνσταντίνος Γεωργίου

 

67)Ξυλούρης Ιωάννης Νικολάου

 

68)Ξυλούρης Ανδρέας Μιχαήλ

 

69)Ξυλούρης Εμμανουήλ Ιωάννη

 

70)Ξυλούρης Ιωάννης Κωνσταντίνου

 

71)Παπαδιός Γεώργιος Μιχαήλ

 

72)Παπαδιός Στυλιανός Ανδρέα

 

73)Παπαδιός Ιωάννης Στυλιανού

 

74)Παπαδιός Εμμανουήλ Στυλιανού

 

75)Παπαδιός Εμμανουήλ Μιχαήλ

 

76)Παπαδιός Νικόλαος Ανδρέα

 

77)Πασπαράκης Δημήτριος Ιωάννη

 

78)Πασπαράκη Ευαγγελία Ιωάννη

 

79)Πατάρης Δημήτριος Γεωργίου

 

80)Πατραμάνης Εμμανουήλ Νικολάου

 

81)Πατραμάνη Ελένη Γεωργίου

 

82)Πετροκόπος Κωνσταντίνος Νικολάου

 

83)Πλεύρης Γεώργιος Μιχαήλ

 

84)Σαλούστρος Εμμανουήλ Χαράλαμπου

 

85)Σαλούστρος Αρίστος Ζαχαρία

 

86)Σαλούστρος Εμμανουήλ Ιωάννη

 

87)Σαλούστρου Αικατερίνη Ιωάννη

 

88)Σαλούστρου Ειρήνη Αναστασίου

 

89)Σαλούστρος Βασίλειος Δημητρίου

 

90)Σαλούστρος Αλκιβιάδης Δημητρίου

 

91)Σκουλάς Γεώργιος Βασιλείου

 

92)Σκουλάς Γεώργιος Αθανασίου

 

93)Σκουλάς Νικόλαος Κωνσταντίνου

 

94)Σκουλάς Αθανάσιος Γεωργίου

 

95)Σκουλάς Κωνσταντίνος Γεωργίου

 

96)Σκουλά Όλγα Εμμανουήλ

 

97)Σκουλά Ανδρονίκη Μιχαήλ

 

98)Σκουλάς Εμμανουήλ Μιχαήλ

 

99)Σκουλάς Χαράλαμπος Ιωάννη

 

100)Σκουλάς Μύρων Γεωργίου

 

101)Σκουλάς Χαράλαμπος Γεωργίου

 

102)Σκουλάς Κωνσταντίνος Ιωάννη

 

103)Σκουλάς Μιχαήλ Χαραλάμπη

 

104)Σκουλάς Ευάγγελος Κωνσταντίνου

 

105)Σμπώκος  Γεώργιος Εμμανουήλ

 

106)Σμπώκος Θεόδωρος Εμμανουήλ

 

107)Σμπώκος Κωνσταντίνος Βασιλείου

 

108)Σουλτάτος Μιχαήλ Γεωργίου

 

109)Σπαχής Ιωάννης Βασιλείου

 

110)Σπαχή Αφροδίτη Κωνσταντίνου

 

111)Σπιθούρης Ελευθέριος Ανδρέα

 

112)Σπιθούρης Γεώργιος Αντωνίου

 

113)Σταυρακάκης Κωνσταντίνος Σπυρίδωνος

 

114)Σταυρακάκης Ιωάννης Ιωσήφ

 

115)Σταυρακάκης Γεώργιος Κωνσταντίνου

 

116)Σταυρακάκης Ιωάννης Κωνσταντίνου

 

117)Τουπής Χαράλαμπος Εμμανουήλ

 

118)Τουπής Εμμανουήλ Αναστασίου

 

119)Φασουλάς Εμμανουήλ Γεωργίου

 

120)Χαιρέτης Εμμανουήλ Αναστασίου

 

121)Χαιρέτης Κωνσταντίνος Γεωργίου

 

122)Χαχλιούτης Κωνσταντίνος Γεωργίου

(Πηγή: Από το βιβλίο του Γιώργη Σμπώκου « Ανώγεια – Η ιστορία μέσα από τα τραγούδια τους»)

 

 

Αφήγηση Γεωργίου Σμπώκου, τέως δημάρχου Ανωγείων.

10 ετών στη διάρκεια του Ολοκαυτώματος (γεννηθείς το 1934)

Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα, που την έκανε ακόμα πιο λαμπρή το φωτογενές και εξαίσιο περιβάλλον του ιερού Ψηλορείτη. Εμείς, μια τριανταριά παιδιά, βρισκόμαστε μέσα σε ένα ευρύχωρο σπήλιο στα “Μελιδομάσκαλα”, ανατολικά της Νίδας και στην είσοδο του, φρουρός ακοίμητος, ο επιστάτης του σχολείου Βασίλης Δραμουντάνης (Κακοπάντιδος), μη επιτρέποντας σε κανένα μας να ξεμυτίσει και επισημανθούμε από τα γερμανικά αεροπλάνα, που διαρκώς πετούσαν από πάνω μας.

Το βράδυ φύγαμε από το σπήλιο και πήγαμε για διανυκτέρευση σε μητάτα συγγενών. Εμείς, εγώ και ο εξάδελφος μου Γιάννης Σμπώκος (σ.σ ο μετέπειτα στρατηγός και αρχηγός του υγειονομικού του Ε.Σ), παιδιά τότε, 10 και 11 ετών αντίστοιχα, πήγαμε στο κοντινό μητάτο των Ατζαράδων (Σμπώκηδων). Εκεί βρήκαμε εκτός από τους βοσκούς και καμιά εικοσαριά άοπλους Ανωγειανούς. Το μητάτο γεμάτο από αγαθά. Φάγαμε και σύντομα μας πήρε ο ύπνος. Το πρωί της 14ης Αυγούστου 1944 μόλις  ξυπνήσαμε, διαπιστώσαμε ότι στο μητάτο δεν υπήρχε κανείς και η ψυχή μας γέμισε από τρόμο. Αργότερα μάθαμε ότι τη νύχτα δόθηκε η εντολή όλοι οι άοπλοι να εγκαταλείψουν τον Ψηλορείτη και να βγουν εκτός Γερμανικού κλοιού. Εμείς κατσουλιστά, βγήκαμε και προχωρήσαμε λίγο πιο πέρα από το μητάτο, για να διαπιστώσουμε αν υπήρχε  κίνηση στον κάμπο της Νίδας και η απογοήτευση μας μεγάλωσε, όταν διαπιστώσαμε ότι παντού βασίλευε νεκρική ησυχία, ούτε φύλλο δεν εκινείτο..

Οι τελευταίες πατάτες…

Τότε ο Γιάννης μου λέει:”Έλα καημένε Γιώργο να φάμε τσι τελευταίες μας πατάτες..”. Τις είχαμε χώσει στην αθρακιά, που διατηρείτο στη μέση του μητάτου, από την προηγούμενη νύχτα. Ενώ με βουλιμία, τρώγαμε τις οφτές πατάτες, ακούσαμε μια φωνή. Πεταχτήκαμε έξω και είδαμε τον Δ.Κεφαλογιάννη (Πρινιανό), να μας φωνάζει να τον ακολουθήσουμε. Μαζί του φτάσαμε στο πηγάδι, στα Μελιδομάσκαλα και από εκεί στο λημέρι στα Πετραδολάκκια, αφού πρώτα μαζί με τους βοσκούς , οδηγήσαμε το κουράδι μας στην Αμμουδάρα, ανατολικά του Βαρσάμου και αφού το ξεκουδουνώσαμε, το οδηγήσαμε στους βαθείς και απόμερους λάκκους της περιοχής, εγκαταλείποντας το.

Το απόγευμα στο Λημέρι, κόσμος πολύς, οπλισμένοι και άοπλοι, όλοι βρίσκονταν σε αναμονή, γνωρίζοντας ότι επραγματοποιήτο ο κλοιός των Γερμανών και ο οποίος στένευε όσο περνούσαν οι ώρες. Ο ήλιος είχε κατέβει χαμηλά προς τη δύση του, όταν ακούστηκε η διαταγή του αρχηγείου της Εθνικής Αντάρτικης Ομάδας “Ο Ψηλορείτης” που έλεγε: “Όλοι οι άοπλοι να επιχειρήσουν τη νύχτα να περάσουν τον Γερμανικό κλοιό και όσοι έχουν παιδιά να τα οδηγήσουν έξω από αυτόν και στη σωτηρία..”.

Εμείς, τα δυο παιδιά, με μια ομάδα ενόπλων, που την αποτελούσαν οι Χριστόδουλος Σμπώκος, Βασίλειος Καλλέργης (Γαρτζόλης), Ιωάννης Σμπώκος (Κωστακογιάννης), Ιωάννης Καλλέργης (Σηφογιάννης) και Χρόνης Κονιός (Κονιδοχρόνης), πήραμε τη βορεινή κατεύθυνση προς το χωριό, με στόχο να φτάσουμε στον Κουλούκωνα, περνώντας τον παλιό εθνικό δρόμο, όπου πιθανότατα βρισκόταν οι οικογένειες μας, που είχαν εξοστρακιστεί από το χωριό μαζί με όλες τις άλλες.

 

Το έργο της καταστροφής είχε ξεκινήσει…

Βασιλεμένος ο ήλιος φτάσαμε στην κορφή των Απατών, πάνω από τα Ανώγεια. Από εκεί διακρίναμε κινήσεις στα φυλάκια των Γερμανών, που ήταν στο Ασφενταμαρό και πάνω από του Ξυλογιάννη το δέτη, οι οποίοι τις πρώτες μέρες διατηρούσαν σε στενό κλοιό το χωριό. Παράλληλα την ίδια ώρα, είδαμε να βγαίνουν πυκνοί καπνοί από τα Σαλουστριανά. Το έργο της φωτιάς και της καταστροφής είχε αρχίσει. Ενώ βρισκόμασταν στις Απάτες, κρίθηκε σκόπιμο να προχωρήσουμε, χωρίς τα μακρύκανα όπλα των συνοδών μας, οι οποίοι κράτησαν τα μπιστόλια και μαχαίρια τους. Τα όπλα φορτώθηκε ο Κονιδοχρόνης και τα επέστρεψε στο Λημέρι.Περιμέναμε να νυχτώσει και ξεκινήσαμε με κατεύθυνση προς το Δάσος και την Αξό. Όλοι ήμαστε κατάκοποι από την ολοήμερη πορεία μας και το κατέβασμα μας από τις Απάτες, φοβερό και μαρτυρικό, χωρίς την ύπαρξη δρόμου, ανάμεσα από ασπαλάθους και αγκουτσάκους, γκρεμοβολιζόμαστε συνεχώς μέσα στο σκοτάδι και μετά από ώρες φτάσαμε στα αμπέλια, ανατολικά της Αξού.

Ψάχνοντας βρήκαμε λίγες χολέρες και κορέσαμε κάπως την πείνα μας και στη συνέχεια, μέσα στο αμπέλι μας πήρε ο ύπνος, βαρύς και λυτρωτικός. Βαθιά χαράματα, βρισκόμαστε στο πόδι, με κατεύθυνση την Αξό. Δεν είχαμε απομακρυνθεί ούτε χίλια μέτρα και ομάδα Γερμανών διερευνούσε την περιοχή μέσα στην οποία είχαμε διανυκτερεύσει. Πριν φτάσουμε στο Τείχος της Αξού, όπου όλοι οι Αξικοί ήταν συγκεντρωμένοι και αμίλητοι παρακολουθούσαν το κάψιμο και την ανατίναξη των σπιτιών των Ανωγείων, πάρθηκε η απόφαση να αλλάξουμε πορεία, να κατευθυνθούμε στου Σφυρή το Μετόχι (Λειβάδα), για να μη δημιουργήσει η διέλευση μας προβλήματα στους Αξικούς. Φθάνοντας στη Λειβάδα, δεν μπήκαμε στο χωριό για τους ίδιους λόγους.

«Εμπρός πάμε…»

Σταματήσαμε στους βράχους που είναι δυτικά του χωριού και ειδοποιήσαμε τον Κυνηγαντώνη να μας φέρει νερό και κάτι να φάμε. Σε λίγο έφτασε ο Κυνηγαντώνης με μπόλικο νερό και λίγες ελιές με παξιμάδι. Φάγαμε, ήπιαμε και ξεκινήσαμε με κατεύθυνση τους Ασυρώτους. Εκεί φιλοξενηθήκαμε στο σπίτι του παπά-Βερτούδου και το πλούσιο τραπέζι με κρέας και μακαρόνια με αθότυρο θα μου μείνει αξέχαστο, παρά το ότι έφαγα ελάχιστα, λόγω της ελονοσίας που με βασάνιζε και του πυρετού που είχε αρχίσει να με ψήνει. Αμέσως μόλις φάγαμε, ξεκινήσαμε να διαβούμε τον αμαξωτό δρόμο και να φτάσουμε στο απυρόβλητο και τη σωτηρία..

Φθάνοντας στο Γεροπόταμο και λίγες δεκάδες μέτρα από τον αμαξωτό δρόμο, καθίσαμε σε ένα χώρο με πυκνά πλατάνια, περιμένοντας την ώρα για το μεγάλο πήδημα. Οι Γερμανοί αποχωρούσαν από όλη την Κρήτη προς τα Χανιά και οι φάλαγγες των αυτοκινήτων που ήταν γεμάτα εφόδια και Γερμανούς στρατιώτες, υποδεχόταν η μια την άλλη. Πότε ο ένας, πότε ο άλλος άκουγε θόρυβο αυτοκινήτων και έτσι πέρασε σημαντικός χρόνος που εξακολουθούσαμε να είμαστε κρυμμένοι μέσα στους πλάτανους. Κάποια στιγμή ο μπάρμπας μου ο Χριστόδουλος έδωσε το πρόσταγμα: “Εμπρός πάμε!”.

 

«Σήκω και γλάκα…»

Τρέξαμε κι ανεβήκαμε στο δρόμο. Τον περάσαμε αστραπιαία και αναρριχηθήκαμε σε μια καψαλιασμένη γαρμπινή πλαγια, που ήταν ευκολοδιάβατη. Και ξαφνικά και ενώ θέλαμε περί τα είκοσι μέτρα να φτάσουμε στην κορυφή και να αποκωλέψομε, πράγμα που θα σήμαινε το τέλος των κινδύνων της μαρτυρικής πορείας μας, φάνηκαν τα πρώτα αυτοκίνητα Γερμανικής φάλαγγας, γεμάτα στρατιώτες, με έτοιμα τα πολυβόλα πάνω από τα κουβούκλια των οδηγών..

“Πέσετε κάτω!”, ήταν η προσταγή. Πέσαμε, αν και ήμαστε τελείως ακάλυπτοι και αν έστω και ένας Γερμανός γύριζε προς τη μεριά μας θα μας επεσήμανε αμέσως. Ευτυχώς οι πλάτες των Γερμανών ήταν στραμμένες προς εμάς και έτσι η φάλαγγα πέρασε και το δεύτερο πρόσταγμα, “γλακάτε!”, ενεργοποίησε όλους που δαιμονιωδώς και με όσες δυνάμεις είχαν, έτρεχαν να απογείρουν. Ο μόνος που έμενε ακίνητος ήμουν εγώ και η φωνή του πατέρα μου (Κωστακογιάννη) γεμάτη αγωνία ακούστηκε:”Γιώργο παιδί μου, σήκω και γλάκα!”. Εγώ κοίτομαι στο χώμα, ανίκανος να κινηθώ. Και τότε άκουσα και πάλι τη φωνή του πατέρα μου, που επέστρεφε να με πάρει:”Ω, Παναγία μου , κι έσκασα το κοπέλι!”. Κι αρπάζοντας με στη μασχάλη του, έτρεξε κι έφθασε τους άλλους πίσω από την κορυφή. Από εκεί πήγαμε στη Θοδώρα, όπου φιλοξενούνταν οι οικογένειες μας,

Οι αντάρτες ξαναγύρισαν στον Ψηλορείτη, για να μπουν μετά από λίγους μήνες νικητές και τροπαιούχοι στα μεγάλα κάστρα, Ρέθυμνο και Ηράκλειο κι εγώ αρρώστησα βαριά. Ευτυχώς η μεσολάβηση του Ερυθρού Σταυρού και του Νταγιαντά του γιατρού, που έφεραν φάρμακα, αλλά και η παρουσία του Δαμαστιανού γιατρού, που βρισκόταν στην Θοδώρα, γιατί και η Δαμάστα καιγόταν, βοήθησαν να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα μου και να επιβιώσω..

 

-->